Τελευταία ενημέρωση: 13 Μαΐου 2022

Περίληψη: Ακυρότητα καταγγελίας σύμβασης εργασίας αορίστου χρόνου. Αγωγή για την αναγνώριση της ακυρότητας αυτής, λόγω καταχρηστικής άσκησης του σχετικού δικαιώματος του εργοδότη, ο οποίος προέβη στην καταγγελία από εκδικητικότητα, διότι ο ενάγων διεκδίκησε νόμιμες εργασιακές του αξιώσεις. Επιδίκαση χρηματικής ικανοποίησης λόγω ηθικής βλάβης. Δεδουλευμένες αποδοχές. Η εναγομένη οφείλει στον ενάγοντα αμοιβές και αποζημιώσεις για επιδόματα εορτών και αδείας, μη χορήγηση άδειας, εργασία τις Κυριακές και τις νύχτες και εργασία πέραν του συμβατικού και νόμιμου ωραρίου. Επιδικάζει στον εργαζόμενο το συνολικό ποσό των 28.548,67 Ευρώ.

ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ

ΤΜΗΜΑ ΕΡΓΑΤΙΚΩΝ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

Αριθμός απόφασης

1528/2012

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ

Αποτελούμενο από την Δικαστή Μαρία Τσαγκιά, Πρωτοδίκη, την οποία όρισε ο Πρόεδρος του Τριμελούς Συμβουλίου Διοικήσεως του Πρωτοδικείου και από τη Γραμματέα Αμαλία Σαμπράκου.

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις 23-5-2012 για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ :

Του ενάγοντος: ……….. του …………, κατοίκου …….., ο οποίος παρέστη μετά του πληρεξουσίου του δικηγόρου Δημητρίου Βλαχόπουλου.

Της εναγομένης: της ετερόρρυθμης εταιρίας με την επωνυμία «……………», που εδρεύει στη ………. Αττικής, όπως εκπροσωπείται νόμιμα, το οποίο δεν εμφανίστηκε ούτε εκπροσωπήθηκε από πληρεξούσιο δικηγόρο κατά τη συζήτηση της υπόθεσης.

Ο ενάγων ζητεί να γίνει δεκτή η από 19-4-2012 αγωγή του, που κατατέθηκε στη Γραμματεία του δικαστηρίου τούτου με αριθμό κατάθεσης ………/2012, προσδιορίστηκε για την παραπάνω δικάσιμο και γράφτηκε στο πινάκιο.

Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης ο πληρεξούσιος δικηγόρος του ενάγοντος, αφού ανέπτυξε τους ισχυρισμούς του, ζήτησε να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται στα πρακτικά και στις προτάσεις του.

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΚΑΤΑ ΤΟ ΝΟΜΟ

Από την υπ’ αριθ. ……/20-4-2012 έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή στο Πρωτοδικείο Αθηνών Κωνσταντίνου Λέρακη, που νόμιμα προσκομίζει και επικαλείται ο ενάγων, προκύπτει ότι ακριβές επικυρωμένο αντίγραφο της κρινόμενης αγωγής, με πράξη ορισμού δικασίμου και κλήση προς συζήτηση για τη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της απόφασης επιδόθηκε νομότυπα και εμπρόθεσμα στην εναγόμενη. Η τελευταία, όμως, δεν εμφανίσθηκε στη δικάσιμο αυτή, κατά την οποία η υπόθεση εκφωνήθηκε από τη σειρά του πινακίου, για τη συζήτηση της κρινόμενης αγωγής, και επομένως πρέπει να δικασθεί ερήμην. Το Δικαστήριο, ωστόσο, πρέπει να προχωρήσει στη συζήτηση της υπόθεσης σα να ήταν παρόντες όλοι οι διάδικοι (άρθρο 672 ΚΠολΔ). Ο ενάγων με την κρινόμενη αγωγή του εκθέτει, ότι προσελήφθη από την εναγομένη την 5-7-2011 με σύμβαση εξαρτημένης εργασίας αορίστου χρόνου με την ειδικότητα του μάγειρα Β, με πλήρες ωράριο και αντί των μηνιαίων αποδοχών, που προβλέπονται από τις οικείες συλλογικές συμβάσεις εργασίας. Ότι, παρότι παρείχε ανελλιπώς την εργασία του, η εναγομένη δεν του κατέβαλλε τις νόμιμες αποδοχές και ότι εργαζόταν έξι ημέρες την εβδομάδα και 10 ώρες ημερησίως, χωρίς να του χορηγείται ημέρα ανάπαυσης, η δε εναγομένη δεν του κατέβαλλε την αντίστοιχη αμοιβή. Ότι την 17-2-2012 η εναγομένη κατήγγειλε για λόγους εκδίκησης, επειδή διεκδίκησε τα εργασιακά του δικαιώματα, τη σύμβαση εργασίας του. Ζητεί α) να υποχρεωθεί η εναγομένη να του καταβάλει συνολικά το ποσό των 34.370,06 ευρώ για διαφορές δεδουλευμένων, επιδόματα εορτών, αποζημίωση λόγω μη ληφθείσας άδειας, προσαυξημένη κατά 100% και επίδομα αδείας, για εργασία κατά τα Σάββατα και τις Κυριακές, για υπερωριακή απασχόληση, για προσαύξηση για εργασία κατά τη νύκτα, για μισθούς υπερημερίας και για χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης, όπως τα κονδύλια αυτά αναλυτικά αναφέρονται στην κρινόμενη αγωγή, με το νόμιμο τόκο από τότε που έκαστο επιμέρους κονδύλι κατέστη ληξιπρόθεσμο και απαιτητό, άλλως από την επίδοση της αγωγής, β) να αναγνωρισθεί η ακυρότητα της καταγγελίας της εργασιακής του σύμβασης εκ μέρους της εναγομένης λόγω του ότι δεν τον είχε ασφαλίσει προσηκόντως στο ΙΚΑ, άλλως ως καταχρηστική και αντικείμενη στην καλή πίστη, β) να υποχρεωθεί η εναγομένη να αποδέχεται τις υπηρεσίες του με τους ίδιους όρους και συνθήκες εργασίας ως και προ της άνω καταγγελίας, επ’ απειλή χρηματικής ποινής σε βάρος της εναγομένης ποσού 500 ευρώ για κάθε ημέρα άρνησής της να τον απασχολεί κατά τα ανωτέρω. Επικουρικά, για την περίπτωση που κριθεί ότι η σύμβαση εργασίας του έχει λυθεί, ζητεί να υποχρεωθεί η εναγομένη να του χορηγήσει κατ’ άρθρο 678 ΑΚ πιστοποιητικό εργασίας, στο οποίο να βεβαιώνεται το είδος, η διάρκεια και η ποιότητα της εργασίας του καθώς και η διαγωγή του και να απειληθεί σε βάρος της χρηματική ποινή ύψους 500 ευρώ για κάθε ημέρα άρνησής της. Επιπλέον, ζητεί να κηρυχθεί προσωρινά εκτελεστή η εκδοθησόμενη απόφαση και να καταδικασθεί η εναγομένη στα δικαστικά του έξοδα. Με το παραπάνω περιεχόμενο η αγωγή, παραδεκτώς εισάγεται για να συζητηθεί ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου (άρθρα 14 παρ. 2, 16 περ. 2, 25 ΚΠολΔ) κατά την ειδική διαδικασία που προβλέπουν οι διατάξεις των άρθρων 663 επ. ΚΠολΔ και είναι επαρκώς ορισμένη και νόμιμη, στηριζόμενη στις διατάξεις των άρθρων 174, 180, 281, 341, 345, 346, 361, 349 επ. 648 επ., 57, 59, 299, 914 και 932 ΑΚ (για την αποζημίωση της εργασίας κατά τα Σάββατα), 8900/1946 κοινής απόφασης των Υπουργών Οικονομικών και Εργασίας «περί καθορισμού αυξημένης αμοιβής εις τους εργαζομένους εν γένει κατά τις Κυριακάς και εορτάς», όπως ερμηνεύθηκε με την με αριθμό 25825/1951 όμοια, 2 Ν. 435/1976, 1 Ν. 1082/1980, 3 και 4 παρ. 1 και 5 του ΑΝ 539/1945, 1 Ν. 3302/2004, 3 παρ. 16 του Ν. 4504/1961 και 1 παρ. 3 του ΝΔ 4547/1966, 42 παρ. 4 και 5 Ν. 1892/1990, όπως ισχύει η τελευταία μετά την αντικατάστασή της από το άρθρο 23 Ν. 1957/1991, 1, 3, Ν. 2112/1920, 2, 5 παρ. 1 Ν. 3198/1955, 1 Ν. 3385/2005, 176, 907, 908, 946 ΚΠολΔ. Απορριπτέο ως αόριστο τυγχάνει το αγωγικό αίτημα επιδίκασης των αποδοχών αδείας προσαυξημένων κατά 100%, καθόσον δεν εκτίθεται ο συγκεκριμένος χρόνος, κατά τον οποίο ο ενάγων αιτήθηκε την άδειά του αυτούσια, ήτοι σε ποίες συγκεκριμένες ημεροχρονολογίες υπέβαλε, έστω και προφορικά, τις σχετικές αιτήσεις του, καθώς και το χρονικό διάστημα που δήλωσε στην εναγομένη ότι επιθυμεί να λάβει την κανονική άδειά του και ότι η εναγομένη αρνήθηκε να την χορηγήσει (κατά τις αιτηθείσες από αυτόν ημέρες, άρθρο 5 του ΑΝ 539/1945, βλ. ΛΔ Ντάσιου, Εργατικό Δικονομικό Δίκαιο 1999 σελ. 544 επ.). Επίσης, απορριπτέο ως μη νόμιμο είναι το αίτημα να αναγνωρισθεί η ακυρότητα της επίδικης καταγγελίας ως άκυρη λόγω μη προσήκουσας ασφάλισης του ενάγοντος, καθόσον δεν προβλέπεται σχετικός λόγος ακυρότητας. Εξάλλου, ο ενάγων στην αγωγή του δεν έχει αίτημα αμοιβής για την απασχόληση του τα Σάββατα, προσδιορίζοντας την ωφέλεια της εναγόμενης εργοδότριας αλλά στηρίζει την αξίωση του αυτή (για τις ώρες εργασίες του τα Σάββατα), όπως εν γένει τις ένδικες αξιώσεις του, στην έγκυρη σύμβαση, χωρίς καμία αναφορά, έστω και απλή, στην ακυρότητα της εργασίας του τα Σάββατα, όπως απαιτείται για την αξίωση από τον αδικαιολόγητο πλουτισμό (ΟλΑΠ 22-23/2003), από την οποία (ακυρότητα) προέρχεται και ο πλουτισμός (ωφέλεια) του εργοδότη (ΕφΘεσ 2044/2003 Αρμ 2005.548, ΕφΘεσ 2212/2000 Αρμ 2000.1400), υπολογίζοντας την αμοιβή του βάσει της διάταξης του άρθρου 8 του Ν. 3846/2010, η οποία, όμως εν προκειμένω δεν εφαρμόζεται καθόσον στο εδ. γ της άνω διάταξης ρητά εξαιρούνται οι απασχολούμενου σε επισιτιστικές επιχειρήσεις, με συνέπεια να είναι απορριπτέο το αίτημα αμοιβής για εργασία κατά τα Σάββατα ποσού 2.695,58 ευρώ, ως απαράδεκτο λόγω αοριστίας. Όσον αφορά την τοκοδοσία των επίδικων επιμέρους αξιώσεων του ενάγοντος πρέπει να λεχθούν τα εξής: οι δεδουλευμένες αποδοχές τοκοφορούν από την πρώτη του επόμενου μήνα από εκείνον που αφορούν (άρθρα 341, 345, 655 ΑΚ), για τα επιδόματα δώρων εορτών Χριστουγέννων και Πάσχα καθώς και το επίδομα αδείας και την αποζημίωση λόγω μη χορήγησης της κανονικής αδείας, που τάσσεται από το νόμο (άρθρα 10 της ΥΑ 19040/1981, που εκδόθηκε κατ’ εξουσιοδότηση του Ν. 1082/1980, 4 παρ. 1 του ΑΝ 539/1945, του Ν. 4504/1961 και 1 παρ. 3 του ΝΔ 4547/1966) επακριβώς καθορισμένη ημέρα καταβολής (η 31η Δεκεμβρίου, η 30ή Απριλίου, και η τελευταία το αργότερο ημέρα του οικείου έτους αντιστοίχως), νόμιμος τόκος οφείλεται από την παρέλευση της αντίστοιχης δήλης ημέρας καταβολής (ΟλΑΠ 39-40/2002, ΑΠ 945/2001, ΕΕργΔ 2002.168). Εξάλλου, σε περίπτωση λύσης της σχέσης εργασίας με οποιοδήποτε τρόπο, πριν ο μισθωτός λάβει την κανονική άδεια που του οφείλεται, ο μισθωτός αυτός δικαιούται να λάβει τις αποδοχές και το επίδομα άδειας κατά το χρόνο λύσης της σχέσης εργασίας, που αποτελεί δήλη ημέρα πληρωμής, από την οποία και οφείλεται τόκος υπερημερίας (ΑΠ 97/2009 ΝΟΜΟΣ), το αυτό δε ισχύει και για τα επιδόματα εορτών, ήτοι τόκος οφείλεται από την επομένη της λύσης της εργασιακής σχέσης (άρθρο 655 εδ. β ΑΚ, ΑΠ 1830/2006 ΝΟΜΟΣ). Για την αποζημίωση λόγω παράνομης εργασίας κατά την Κυριακή τόκος οφείλεται από την επομένη της ημέρας, κατά την οποία παρασχέθηκε η εργασία (Βλαστού Ατομικές Εργασιακές Σχέσεις, 2005, σελ. 903), ενώ για νυχτερινή εργασία οφείλεται τόκος από την πρώτη του επόμενου μήνα από εκείνον που αφορά η κάθε επιμέρους αξίωση για την αιτία αυτή (άρθρο 655 ΑΚ, βλ. ΟλΑΠ 39-40/2002, ΕλλΔνη 2003.118). Οι μισθοί υπερημερίας, τοκοφορούν από την πρώτη του επόμενου μήνα από εκείνον που αφορούν (άρθρα 345, 349 παρ. 1, 350, 655 εδάφια α και β’ ,656 εδάφιο α και 672 ΑΚ, βλ. ΑΠ 1341/2002 ΕλλΔνη 2003.453, ΑΠ 692/2001 ΕλλΔνη 2002.737, ΑΠ 509/1996, ΔΕΝ 1997.8). Θα πρέπει, λοιπόν, η κρινόμενη αγωγή να ερευνηθεί, κατά τα λοιπά, ως προς την ουσιαστική της βασιμότητα, δεδομένου ότι έχει καταβληθεί το απαιτούμενο κατά νόμο τέλος δικαστικού ενσήμου με τα ανάλογα υπέρ τρίτων ποσοστά (βλ. υπ’ αριθ. υπ’ αριθ. …….., ……… αγωγόσημα με τα επί αυτών επικολληθέντα κινητά υπέρ ΤΠΔΑ και υπ’ αριθ. …….. ένσημο ΤΝ).

Από την ένορκη κατάθεση του μάρτυρα απόδειξης, που νομότυπα εξετάσθηκε στο ακροατήριο του Δικαστηρίου τούτου και περιέχεται στα ταυτάριθμα με την παρούσα πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης, από την εκτίμηση των εγγράφων, τα οποία ο ενάγων νόμιμα προσκομίζει και επικαλείται, άλλα εκ των οποίων λαμβάνονται υπόψη προς άμεση απόδειξη και άλλα για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων (άρθρα 339 και 395 ΚΠολΔ), από τις νομότυπα κατά το άρθρο 671 παρ. 1 ΚΠολΔ ληφθείσες ένορκες βεβαιώσεις υπ’ αριθ. ……. και ………/22-5-2012 των μαρτύρων …………. και ……….. αντίστοιχα ενώπιον της Ειρηνοδίκου Αθηνών, οι οποίες ελήφθηκαν μετά από νομότυπη κλήτευση της αντιδίκου πριν είκοσι τεσσάρων ωρών (βλ. υπ’ αριθ. ……./20-4-2012 έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή στο Πρωτοδικείο Αθηνών Κωνσταντίνου Λέρακη), από τα διδάγματα κοινής πείρας και λογικής, που λαμβάνονται υπόψη αυτεπάγγελτα από το Δικαστήριο (άρθρο 336 παρ.4 ΚΠολΔ) σε συνδυασμό και με την επ’ ακροατηρίου προφορική διαδικασία αποδείχθηκαν τα εξής πραγματικά περιστατικά για την υπόθεση αυτή : ο ενάγων, κάτοχος του υπ’ αριθ. ………/30-6- 2007 ατομικού βιβλιαρίου υγείας, προσελήφθη την 5-7-2011 από την εναγομένη με σύμβαση εξαρτημένης εργασίας αορίστου χρόνου για να προσφέρει τις υπηρεσίες του ως μάγειρας Β στο εστιατόριο, που διατηρεί η εναγομένη στη ……….. Αττικής, με πλήρες ωράριο και αντί των μηνιαίων αποδοχών που προβλέπονταν από τις οικείες συλλογικές συμβάσεις εργασίας. Περαιτέρω, αποδείχθηκε ότι το ωράριο εργασίας του ενάγοντος από της άνω προσλήψεώς του έως την 31-10-2011 ήταν από ώρα 8.00 έως 18.00 και από 31-11-2011 έως 17-2-2011 από ώρα 17.00 έως 3.00, καθημερινώς επί έξι ημέρες εβδομαδιαίως. Εξάλλου, σύμφωνα με την υπ’ αριθ. 36/2010 ΔΑ «για τους όρους αμοιβής και εργασίας των τουριστικών και επισιτιστικών καταστημάτων», που κηρύχθηκε υποχρεωτική με την ΥΑ 11330/676/2011 (ΦΕΚ Β 1448/17-6-2011), οι νόμιμες μηνιαίες αποδοχές του ενάγοντος κατά το επίδικο χρονικό διάστημα δεδομένου ότι ο ενάγων είναι κάτοχος πτυχίου του Οργανισμού Τουριστικής Εκπαίδευσης και Κατάρτισης Αναβύσσου, του οποίου αντίγραφο είχε καταθέσει στην εναγομένη, ανέρχονταν στο ποσό των 1.052,24 ευρώ (876,86 ευρώ βασικός μισθός + 10% επίδομα ανθυγιεινής εργασίας 87,69 ευρώ + 10% επίδομα τουριστικής σχολής 87,69 ευρώ). Για την εργασία του τον Ιούλιο 2011 δεν του κατεβλήθη κανένα ποσό, με συνέπεια να του οφείλει η εναγομένη το ποσό των 968,06 ευρώ (1052,24/25=42,09 ημερομίσθιο X 23 ημέρες εργασίας). Για την εργασία του κατά το χρονικό διάστημα από 1-8-2011 έως 31-10-2011 η εναγομένη κατέβαλλε στον ενάγοντα μηνιαίως το ποσό των 872,13 ευρώ, με συνέπεια να υπολείπεται μηνιαίως το ποσό των 180,11 ευρώ (1052,24-872,13), ήτοι 540,33 ευρώ (180,11 Χ3 μήνες). Για το μήνα Νοέμβριο η εναγομένη κατέβαλε στον ενάγοντα το ποσό των 400 ευρώ, με συνέπεια να του οφείλει το ποσό των 652,24 ευρώ(1052,24-400), για τους μήνες Δεκέμβριο 2011, Ιανουάριο και Φεβρουάριο 2012 δεν του κατεβλήθη κανένα ποσό, συνεπώς του οφείλει το ποσό των 2735,83 ευρώ [1052,24 ευρώ Χ2 μήνες= 2104,48 ευρώ + 631,35 (42,09 Χ15 ημερομίσθια). Επομένως, ως δεδουλευμένες αποδοχές η εναγομένη οφείλει στον ενάγοντα συνολικά το ποσό των 4896,47 ευρώ (968,06+540,33+652,24 +2735,83). Περαιτέρω, η εναγομένη δεν κατέβαλλε στον ενάγοντα επιδόματα εορτών και αδείας, επιπλέον δεν του χορήγησε την κανονική άδεια που δικαιούτο, με συνέπεια να του οφείλει για αναλογία δώρου Χριστουγέννων του έτους 2011 το ποσό των 825,99 ευρώ [1052,24 Χ2/25=84,17 X 179 ημέρες : 19 (=9,42)= 792,96 προσαυξημένο X 0,04166 αναλογία επιδόματος αδείας =33,03], για αναλογία δώρου Πάσχα έτους 2012 το ποσό των 219,20 ευρώ [από 1-1-2011 έως 17-2-2012= 48 ημέρες/8=6 X το 1/15 του μισού μηνιαίου μισθού (1052,24/2=526,12/15=)35,07=210,44 X 0,04166(=8,76)], για επίδομα αδείας το ποσό των 589,26 ευρώ (7 μήνες εργασίας Χ2 =14Χ 42,09 ημερομίσθιο) πλην θα του επιδικασθεί το ποσό των 505,08 ευρώ, το οποίο ζητεί, για αποζημίωση λόγω μη χορήγησης άδειας το ποσό των 589,26 ευρώ (7 μήνες εργασίας Χ2 =14Χ 42,09 ημερομίσθιο) πλην θα του επιδικασθεί το ποσό των 505,08 ευρώ, ήτοι συνολικά το ποσό των 2055,35 ευρώ (825,99+ 219,20+505,08+505,08). Περαιτέρω, αποδείχθηκε ότι ο ενάγων καθ’ όλο το χρονικό διάστημα που εργάσθηκε στην επιχείρηση της εναγομένης εργαζόταν κατά τις Κυριακές για δέκα ώρες κατά το παραπάνω αναφερόμενο ωράριο, λαμβάνοντας ως ημέρα αναπληρωματικής ανάπαυσης την Τετάρτη κάθε εβδομάδας, χωρίς να λαμβάνει την αντίστοιχη αμοιβή, επομένως δικαιούται ως προσαύξηση για την εργασία των οκτώ ωρών το ποσό των 1111,04 ευρώ [964,55 (876,86+87,69 επίδομα ανθυγιεινής εργασίας) X 0,006 = 5,78 ωρομίσθιο X 75% = 4,34 ευρώ) X (32 Κυριακές X 8 ώρες=) 256 ώρες], πλην θα του επιδικασθεί το ποσό των 925,92 ευρώ, το οποίο ζητεί, ενώ για την εργασία του πέραν του οκταώρου ο ενάγων δικαιούται το ποσό των 777,21 ευρώ [(5,78 + 4,34= 10,12 ευρώ προσαυξημένο κατά 20% για κάθε ώρα τοιαύτης απασχόλησης (υπερεργασίας), ήτοι 2,02 ευρώ=12,14 X (32 Κυριακές X 2 ώρες) =64 ώρες, ήτοι συνολικά το ποσό των 1702,73 ευρώ (925,52 +777,21). Για την εργασία του κατά τη νύχτα (22.00 έως 3.00) κατά το προαναφερόμενο χρονικό διάστημα ο ενάγων δεν λάμβανε τη νόμιμη προσαύξηση, με συνέπεια να δικαιούται το ποσό των 648 ευρώ [( 5,78 νόμιμο ωρομίσθιο X 25% =) 1,44 ευρώ X 450 ώρες]. Περαιτέρω, ο ενάγων εργαζόταν δύο ώρες ημερησίως, άλλως 10 ώρες εβδομαδιαίως πέραν του συμβατικού και νόμιμου ωραρίου κατά τα παραπάνω αναφερόμενα, ήτοι 5 ώρες υπερεργασία και 5 ώρες κατ’ εξαίρεση υπερωρία λόγω μη πλήρωσης των απαιτούμενων κατά το νόμο προϋποθέσεων. Ειδικότερα, ο ενάγων για τις ώρες υπερεργασίας δικαιούται το ποσό των 1.211,63 ευρώ [5 ώρες υπερεργασίας X 32 εβδομάδες = 160 ώρες X 7,57 [6,31 ευρώ ωρομίσθιο ( 1052,24X0,006) προσαυξημένο κατά 20% = 1,26 ευρώ], για δε την κατ’ εξαίρεση υπερωρία το ποσό των 1.817,28 ευρώ (160 ώρες X 6,31 ωρομίσθιο προσαυξημένο κατά 80% ήτοι 5,04 = 11,35), ήτοι συνολικά το ποσό των 3.028,91 ευρώ (1211,63 +1817,28), πλην θα του επιδικασθεί το ποσό των 1453,82 ευρώ το οποίο ζητεί. Περαιτέρω, αποδείχθηκε ότι την 17-2-2010 η εναγομένη προέβη σε καταγγελία της εργασιακής σύμβασης του ενάγοντος διότι διεκδίκησε τα εργασιακά του δικαιώματα, κινούμενη από ταπεινά ελατήρια και από λόγους εκδίκησης διότι ο ενάγων διαμαρτυρόταν για τα ως άνω αναφερόμενα μισθολογικά ζητήματα και, ως εκ τούτου, είναι καταχρηστική, καθόσον υπερβαίνει προφανώς τα όρια που επιβάλλονται από την καλή πίστη, τα χρηστά ήθη και τον κοινωνικό αλλά και οικονομικό σκοπό του δικαιώματος της εναγομένης προς καταγγελία της σύμβασης και επομένως είναι άκυρη. Κατόπιν τούτων, η εναγομένη, που παρά την ακυρότητα της καταγγελίας δεν δέχεται την προσφορά της εργασίας του ενάγοντος έχει καταστεί υπερήμερη, υποχρεούται δε να καταβάλει στον ενάγοντα τους μισθούς υπερημερίας για το χρονικό διάστημα από 18-2-2012 έως 17-2-2013, που ο ενάγων αιτείται. Με βάση τις άνω νόμιμες μηνιαίες αποδοχές του ενάγοντος κατά τον χρόνο της απόλυσής του δικαιούται για μισθούς υπερημερίας το ποσό των 12.626,88 ευρώ (1052,24 X 12 μήνες), για αναλογία δώρου Πάσχα 2012 το ποσό 324,03 ευρώ [από 18-2 έως 30-4-2012 = 71 ημέρες/8=8,87Χτο 1/15 του μισού μηνιαίου μισθού (1052,24/2=526,12/15=)35,07= 311,07 X 0,04166(=12,95)], για δώρο Χριστουγέννων 2012 το ποσό των 1.096,07 ευρώ (1052,24 προσαυξημένο με το συντελεστή 0,04166 για αναλογία επιδόματος αδείας, ήτοι 43,83 ευρώ), για επίδομα αδείας 2012 το ποσό των 526,12 ευρώ, για αναλογία επιδόματος Πάσχα 2013 το ποσό των 219,20 ευρώ [από 1-1-2012 έως 17-2-2013= 48 ημέρες/8=6 X το 1/15 του μισού μηνιαίου μισθού (1052,24/2=526,12/15=)35,07=210,44 X 0,04166(=8,76)], ήτοι συνολικά το ποσό των 14.792,30 ευρώ (12626,88+324,03+1096,07+526,12+219,20). Περαιτέρω, η εναγομένη δια των εκπροσώπων της, προσέβαλε την προσωπικότητα του ενάγοντος ως ατόμου και ως εργαζομένου με αποτέλεσμα να προξενηθεί σε αυτόν ηθική βλάβη. Έτσι, η εναγομένη έχει υποχρέωση να αποκαταστήσει τη ζημία, που έχει προκληθεί στον ενάγοντα από την άδικη αυτή πράξη, περιλαμβανόμενης και της χρηματικής ικανοποίησης, η οποία πρέπει να καθορισθεί στο ποσό των 3.000 ευρώ, το οποίο το Δικαστήριο κρίνει εύλογο σταθμίζοντας τη σοβαρότητα της άνω προσβολής, τις περιστάσεις κάτω από τις οποίες τελέσθηκε, τον βαθμό πταίσματος της εναγομένης, το είδος της προσβολής, την προσωπικότητα του ενάγοντος και την οικονομική κατάσταση των διαδίκων. Πρέπει, συνεπώς, η κρινόμενη αγωγή να γίνει εν μέρει δεκτή ως βάσιμη και κατ’ ουσία και α) να αναγνωρισθεί η ακυρότητα της από 17-2-2012 καταγγελίας της εργασιακής σύμβασης του ενάγοντος, β) να υποχρεωθεί η εναγομένη να αποδέχεται τις υπηρεσίες του ενάγοντος με τους ίδιους όρους και συνθήκες εργασίας ως και προ της άνω καταγγελίας, επ’ απειλή χρηματικής ποινής σε βάρος της ποσού 100 ευρώ για κάθε ημέρα άρνησής της να τον απασχολεί κατά τα ανωτέρω, γ) να υποχρεωθεί η εναγομένη να καταβάλει στον ενάγοντα το ποσό των 28.548,67 ευρώ (4896,47 + 2055,35 +1702,73 +648 + 1453,82 +14792,30+3000), με το νόμιμο τόκο από τότε που κάθε επιμέρους κονδύλι κατέστη ληξιπρόθεσμο και απαιτητό το δε κονδύλιο των 3.000 ευρώ από την επίδοση της αγωγής. Όσον αφορά το αίτημα για την κήρυξη της απόφασης προσωρινά εκτελεστής ως προς τις καταψηφιστικές της διατάξεις το Δικαστήριο κρίνει ότι η καθυστέρηση στην εκτέλεση μπορεί να προκαλέσει σημαντική ζημία στον ενάγοντα και επιπλέον υποχρεωτικά κατ’ άρθρο 910 περ. 4 για τις οφειλόμενες αποδοχές και τους οφειλόμενους μισθούς υπερημερίας, και ως εκ τούτου πρέπει να γίνει μερικά δεκτό και το σχετικό αίτημά του, κατά τα ειδικότερα στο διατακτικό της παρούσας οριζόμενα. Επιπλέον, μέρος των δικαστικών εξόδων του ενάγοντος, πρέπει να επιβληθεί στην εναγομένη λόγω της μερικής της ήττας (176, 178 παρ.1 ΚΠολΔ), όπως ειδικότερα ορίζεται στο διατακτικό. Τέλος, πρέπει να οριστεί το νόμιμο παράβολο, για την περίπτωση κατά την οποία η εναγομένη θα ασκήσει κατά της παρούσας απόφασης ανακοπή ερημοδικίας (άρθρα 501, 502 παρ. 1, 505 παρ. 2 ΚΠολΔ).

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

ΔΙΚΑΖΕΙ ερήμην της εναγομένης.

ΟΡΙΖΕΙ το παράβολο ερημοδικίας για την εναγομένη στο ποσό των διακοσίων ευρώ (200 ευρώ) για την περίπτωση ασκήσεως ανακοπής ερημοδικίας κατά της παρούσας.

ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ ό,τι κρίθηκε απορριπτέο.

ΔΕΧΕΤΑΙ εν μέρει την αγωγή.

ΑΝΑΓΝΩΡΙΖΕΙ ότι η από 17-2-2012 καταγγελία της σύμβασης εργασίας του ενάγοντος εκ μέρους της εναγομένης είναι άκυρη.

ΥΠΟΧΡΕΩΝΕΙ την εναγομένη να αποδέχεται τις υπηρεσίες του ενάγοντος με τους ίδιους όρους και συνθήκες εργασίας ως και προ της άνω καταγγελίας, επ’ απειλή χρηματικής ποινής σε βάρος της ποσού 100 ευρώ για κάθε εργάσιμη ημέρα άρνησής της να τον απασχολεί κατά τα ανωτέρω.

ΥΠΟΧΡΕΩΝΕΙ την εναγόμενη να καταβάλει στον ενάγοντα το ποσό των είκοσι οκτώ χιλιάδων πεντακοσίων σαράντα οκτώ ευρώ και εξήντα επτά λεπτών (28.548,67), νομιμοτόκως από τότε που κάθε επιμέρους κονδύλι κατέστη ληξιπρόθεσμο και απαιτητό, όπως ειδικότερα ορίζεται στο σκεπτικό της παρούσας.

ΚΗΡΥΣΣΕΙ την απόφαση προσωρινά εκτελεστή ως προς τις παραπάνω καταψηφιστικές της διατάξεις και για το ποσό των δεκαπέντε χιλιάδων ευρώ (15.000).

ΚΑΤΑΔΙΚΑΖΕΙ την εναγομένη στην καταβολή μέρους των δικαστικών εξόδων του ενάγοντος, το ύψος του οποίου ορίζει στο ποσό των χιλίων τετρακοσίων (1.400) ευρώ.

Κρίθηκε, αποφασίστηκε και δημοσιεύτηκε σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στην Αθήνα στις 22 ΑΥΓ 2012

Χρησιμοποιούμε cookies για να κάνουμε ακόμα καλύτερη την εμπειρία σας στο site μας και για να διασφαλιστεί η αποτελεσματική λειτουργία της ιστοσελίδας μας. Επιλέγοντας «Αποδοχή» παρέχετε τη συγκατάθεση σας για τη χρήση των cookies, σύμφωνα με την πολιτική μας. View more
Αποδοχή Cookies