Περίληψη: Διάκριση υπαλλήλου από εργάτη. Τεχνίτης τροχών. Κρίση ότι έχει την υπαλληλική ιδιότητα. Αναγνώριση ακυρότητας της καταγγελίας σύμβασης εργασίας. Ακυρότητα καταγγελίας σύμβασης εργασίας αορίστου χρόνου επειδή έγινε με καταβολή αποζημίωσης εργάτη και όχι υπαλλήλου. Μισθοί υπερημερίας. Μεταβίβαση επιχείρησης. Η μεταβολή του προσώπου του εργοδότη, εφόσον διατηρείται η ταυτότητα της επιχείρησης και η οικονομική της δραστηριότητα, συνεπάγεται, ανεξάρτητα από τη νομική αιτία και τη μορφή της μεταβιβάσεως, αυτοδίκαιη υποκατάσταση του νέου εργοδότη στις υφιστάμενες εργασιακές σχέσεις. Κριτήρια. Επιδικάζει στον εργαζόμενο το συνολικό ποσό των 19.987,19 Ευρώ.

Δημοσιευμένη σε: Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών NOMOS

ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ

ΤΜΗΜΑ ΕΡΓΑΤΙΚΩΝ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

Αριθμός απόφασης 5/2023

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ

Συγκροτήθηκε από το Δικαστή Γεώργιο Βώττη, Πρόεδρο Πρωτοδι­κών, τον οποίο όρισε ο Πρόεδρος του Τριμελούς Συμβουλίου Διοίκησης του Πρωτοδικείου Αθηνών, και από τη Γραμματέα Χρύσα Μπόβη.

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις 15 Νοεμβρίου του έτους 2022 για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:

Του ενάγοντος: ………… του ……, κατοίκου Αθη­νών ……., ο οποίος εμφανίσθηκε στο Δικαστήριο με τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Δημήτριο Βλαχόπουλο.

Των εναγόμενων: (1) ………… του ……, κα­τοίκου …… Αττικής ………, η οποία εκπροσωπήθη­κε στο Δικαστήριο από τον πληρεξούσιο δικηγόρο της Αριστοτέλη Μερεκούλια, και (2) ………… του ……, κατοίκου …….. Αττικής …………, ο οποίος εκπροσωπή­θηκε στο Δικαστήριο από την πληρεξούσια δικηγόρο του Ελένη Γκεσίδη.

Ο ενάγων ζητά να γίνει δεκτή η από 21.12.2020 αγωγή του που κα­τατέθηκε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου με αριθμό κατάθεσης δικογρά­φου ……/……/2020, προσδιορίσθηκε κατόπιν αναβολής για τη δικάσι­μο που αναγράφεται στην αρχή της απόφασης, και γράφτηκε στο πινάκιο. Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων αναφέρθηκαν στις έγγραφες προτάσεις τους και ζήτησαν να γίνουν δεκτά όσα μνημονεύονται σε αυτές και στα πρακτικά.

ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Α.Ι. Κατά τη διάταξη του άρθρου 6 παρ.1 του Ν.2112/1920 «η μεταβο­λή του προσώπου του εργοδότου, οπωσδήποτε επερχομένη, ουδαμώς επηρεάζει την εφαρμογή των υπέρ του υπαλλήλου διατάξεων του παρόντος». Ο ίδιος κανόνας περιέχεται και στο άρθρο 9 παρ.1 του Β.Δ.16/18.7.1920. Περαιτέρω με τις διατάξεις του Π.Δ.178/2002 λήφθηκαν «μέτρα σχετικά με την προστασία των δικαιωμάτων των εργαζομένων σε περίπτωση μεταβιβάσεως επιχειρήσεων, εγκαταστάσεων ή τμημάτων εγκαταστάσεων ή ε­πιχειρήσεων, σε συμμόρφωση προς την Οδηγία 98/50/ΕΚ του Συμβουλί­ου». Κατόπιν αυτού με το άρθρο 11 του Π.Δ. 178/2002 καταργήθηκε το προϊσχύσαν Π.Δ.572/1988 με το οποίο είχε εναρμονισθεί η ελληνική νομο­θεσία προς τις ρυθμίσεις της προηγούμενης με αριθμό 77/187/ΕΟΚ Οδηγί­ας [η οποία τροποποιήθηκε με την Οδηγία 2001/23/ΕΚ]. Σύμφωνα με το άρθρο 1 του Π.Δ.178/2002 η συμμόρφωση προς την Οδηγία αποβλέπει στη διατήρηση των δικαιωμάτων των εργαζομένων σε περίπτωση μεταβίβασης επιχειρήσεων, εγκαταστάσεων ή τμημάτων επιχειρήσεων ή εγκαταστάσε­ων. Επομένως οι διατάξεις του ως άνω Π.Δ. εφαρμόζονται σε κάθε συμβα­τική ή εκ του νόμου μεταβίβαση ή συγχώνευση επιχειρήσεων, εγκαταστά­σεων ή τμημάτων επιχειρήσεων ή εγκαταστάσεων, η οποία συνιστά μετα­βολή του προσώπου του εργοδότη και δύναται να αφορά είτε σε δημόσιους είτε σε ιδιωτικούς φορείς, οι οποίοι ασκούν οικονομικές δραστηριότητες που ενδέχεται να είναι είτε κερδοσκοπικές είτε μη κερδοσκοπικές [άρθρο 2 παρ.1 στοιχεία α και γ]. Κατά το άρθρο 4 του ως άνω Π.Δ.178/2002, δια της μεταβιβάσεως και από την ημερομηνία αυτής, όλα τα υφιστάμενα δι­καιώματα και υποχρεώσεις που έχει ο μεταβιβάζων από σύμβαση ή σχέση εργασίας μεταβιβάζονται στο διάδοχο. Ο μεταβιβάζων και μετά τη μεταβί­βαση ευθύνεται αλληλεγγύως και εις ολόκληρον με το διάδοχο για τις υπο­χρεώσεις που προέκυψαν από τη σύμβαση ή σχέση εργασίας μέχρι το χρό­νο που αναλαμβάνει ο διάδοχος [παρ. 1]. Με την επιφύλαξη της επόμενης παραγράφου, μετά τη μεταβίβαση, ο διάδοχος εξακολουθεί να τηρεί τους όρους εργασίας που προβλέπονται από συλλογική σύμβαση εργασίας, α­πόφαση διαιτησίας, κανονισμό ή ατομική σύμβαση εργασίας [παρ. 2]. Ε­ξάλλου, κατά το άρθρο 5 του ίδιου Π.Δ., η μεταβίβαση μιας επιχείρησης, εγκατάστασης ή τμήματος επιχείρησης ή εγκατάστασης δεν συνιστά αυτή καθ’ εαυτή λόγο απόλυσης εργαζομένων. Η διάταξη του προηγουμένου ε­δαφίου δεν εμποδίζει, τηρουμένων των σχετικών περί απολύσεων διατάξε­ων, απολύσεις που είναι δυνατόν να επέλθουν για λόγους οικονομικούς, τεχνικούς ή οργάνωσης, που συνεπάγονται μεταβολές εργατικού δυναμι­κού [παρ. 1]. Αν η σύμβαση εξαρτημένης εργασίας ή η εργασιακή σχέση καταγγελθεί λόγω του ότι η μεταβίβαση συνεπάγεται ουσιαστική μεταβολή των όρων εργασίας σε βάρος του εργαζομένου, η καταγγελία της συμβάσεως εργασίας ή της εργασιακής σχέσης θεωρείται ότι επήλθε εξαιτίας του εργοδότη [παρ. 2]. Συνεπώς, μεταβίβαση επιχείρησης ή εκμετάλλευσης, κα­τά την έννοια των πιο πάνω διατάξεων, είναι η κάθε είδους ανάληψη και συνέχιση της επιχειρησιακής δραστηριότητας από τρίτον, εφόσον δεν με­ταβάλλεται η ταυτότητα της επιχείρησης ή εκμετάλλευσης, εφόσον δηλαδή συνεχίζεται ως οικονομική μονάδα η ίδια επιχείρηση ή εκμετάλλευση και διατηρεί αυτή, υπό το νέο φορέα, την ταυτότητά της με τον ίδιο ή διάφορο τίτλο ή μορφή. Ο τρόπος της μεταβίβασης δεν ενδιαφέρει. Αρκεί το πραγ­ματικό γεγονός ότι ο παλαιός εργοδότης χάνει την ιδιότητα του φορέα της επιχείρησης ή εκμετάλλευσης και ο διάδοχός του αποκτά αυτή την ιδιότητα έστω και προσωρινά. Ως «μεταβιβάζων» νοείται κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο, το οποίο, λόγω μεταβίβασης, χάνει την ιδιότητα του εργοδότη στην επιχείρηση, την εγκατάσταση ή το τμήμα επιχείρησης ή εγκατάστα­σης, ενώ ως «διάδοχος» νοείται κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο, το οποίο, λόγω μεταβίβασης, αποκτά την ιδιότητα του εργοδότη στην επιχείρηση, την εγκατάσταση ή το τμήμα επιχείρησης ή εγκατάστασης. Για να υπάρ­χει μεταβίβαση επιχείρησης ή εκμετάλλευσης ή τμήματος αυτών πρέπει να μεταβιβάζονται τόσα επί μέρους στοιχεία της επιχείρησης και κατά τέτοιο τρόπο, ώστε τα μεταβιβαζόμενα στοιχεία να διατηρούν την οργανική τους ενότητα και υπό το νέο φορέα [εργοδότη], ικανά να πραγματοποιήσουν τον επιδιωκόμενο κερδοσκοπικό, οικονομικό ή τεχνικό σκοπό, γεγονός που συμβαίνει όταν η κάθε είδους ανάληψη και συνέχιση της επιχειρηματικής δραστηριότητας από τρίτον δεν μεταβάλλει την ταυτότητα της επιχείρησης ή εκμετάλλευσης, δηλαδή συνεχίζεται η ίδια επιχείρηση ή εκμετάλλευση. Η μεταβολή του προσώπου του εργοδότη, στην ως άνω περίπτωση, συνε­πάγεται, ανεξάρτητα από τη νομική αιτία και τη μορφή της μεταβίβασης, αυτοδίκαιη υποκατάσταση του νέου εργοδότη στις υφιστάμενες εργασια­κές σχέσεις και απαλλαγή του προηγούμενου εργοδότη για το μετά τη με­ταβολή χρονικό διάστημα. Το αποτέλεσμα αυτό επέρχεται ανεξάρτητα από οποιαδήποτε συναίνεση των εργαζομένων. Ως εκ τούτου, ο νέος εργοδότης υπεισέρχεται σε όλες τις υποχρεώσεις που απορρέουν από τις προϋφιστάμενες εργασιακές σχέσεις, χωρίς αυτές και τα εν γένει δικαιώματα των μι­σθωτών να επηρεάζονται από τη μεταβίβαση, είτε τα δικαιώματα αυτά προέρχονται από Σ.Σ.Ε., από ατομική σύμβαση εργασίας ή από διαιτητική απόφαση, αρκεί η επιχείρηση να συνεχίζεται ως οικονομική μονάδα και να διατηρεί την ταυτότητά της με το νέο φορέα επιδιώκοντας τον ίδιο κερδο­σκοπικό ή οικονομικό σκοπό. Η κρίση για τη διατήρηση ή μη της ταυτότη­τας της οικονομικής μονάδας και επομένως για το αν συντρέχει μεταβίβα­ση επιχείρησης, εκμετάλλευσης ή τμημάτων τους εξαρτάται από τη συνο­λική εκτίμηση των συνθηκών της συγκεκριμένης περίπτωσης. Στο πλαίσιο της συνολικής αυτής εκτίμησης κρίσιμα είναι τα εξής στοιχεία: (1) Η με­ταβίβαση ή μη υλικών στοιχείων [κτήρια, μηχανήματα, εξοπλισμός κ.λπ.], (2) η μεταβίβαση ή μη άυλων αγαθών [διακριτικοί τίτλοι, διπλώματα ευρε­σιτεχνίας, σήματα και η αξία τους], (3) η απασχόληση [πρόσληψη] ή μη σημαντικού μέρους του εργατικού δυναμικού της μεταβιβαζόμενης επιχεί­ρησης από το νέο επιχειρηματία, (4) η μεταβίβαση ή μη της πελατείας, (5) ο βαθμός ομοιότητας των δραστηριοτήτων που ασκούνται πριν και μετά τη μεταβίβαση και (6) η διάρκεια της ενδεχόμενης διακοπής των δραστηριο­τήτων αυτών. Η σημασία, λοιπόν, αυτών, ως καθοριστικών στοιχείων προσδιοριστικών της ταυτότητας της επιχείρησης, εκμετάλλευσης κλπ, δεν είναι εκ των προτέρων καθορισμένη. Η βαρύτητα που θα αποδοθεί στο κα­θένα από τα κριτήρια αυτά, στο πλαίσιο της συνολικής εκτίμησης και α­ξιολόγησης, εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από το είδος της επιχείρησης ή της εκμετάλλευσης και από τη μορφή των εφαρμοζόμενων μεθόδων παρα­γωγής ή υπηρεσιών. Η κατά τα άνω συνδρομή όλων ή ορισμένων εκ των ως άνω καθοριστικών κριτηρίων δεν αποκλείει, όμως, στο πλαίσιο της συ­νολικής εκτίμησης και αξιολόγησης, τη λήψη υπόψη και άλλων στοιχείων, όπως είναι η διατήρηση της αυτής οργανωτικής δομής της επιχείρησης ή εκμετάλλευσης από το νέο εργοδότη ή η άσκηση της αυτής ή παραπλήσιας δραστηριότητας στη συγκεκριμένη μονάδα από πρόσωπα στενά συνδεόμε­να με τον προηγούμενο εργοδότη, που ασκούν πλέον εργοδοτικά καθήκο­ντα ή η γειτνίαση των νέων εγκαταστάσεων της επιχείρησης με τις προη­γούμενες εγκαταστάσεις της μεταβιβαζόμενης επιχείρησης, καθότι ναι μεν τα στοιχεία αυτά δεν συνιστούν καθοριστικά στοιχεία, συνιστούν όμως επί πλέον ενδείξεις της διατήρησης της ταυτότητας της μεταβιβαζόμενης επι­χείρησης ή εκμετάλλευσης. Συνεπεία της μεταβίβασης της επιχείρησης με­ταβιβάζεται το σύνολο των δικαιωμάτων και υποχρεώσεων, ενοχικών και διαπλαστικών, καθώς και των προσδοκιών από τον παλαιό στο νέο εργοδό­τη. Ακόμη ο προηγούμενος εργοδότης και μετά τη μεταβίβαση ευθύνεται αλληλεγγύως και εις ολόκληρο με το νέο εργοδότη για τις υποχρεώσεις που προέκυψαν από τη σύμβαση ή σχέση εργασίας μέχρι το χρόνο που α­ναλαμβάνει ο διάδοχος, σύμφωνα με το άρθρο 4 παρ.1 του Π.Δ. 178/2002.

II. Στην προκείμενη περίπτωση ο ενάγων αναφέρει ότι προσλήφθηκε στις 16.2.2001 από τον ……………..…… [ο οποίος εκμεταλλευόταν κατάστημα πώλησης ελαστικών και ζαντών αυτοκινήτων και μοτοσικλε­τών στον ……….. Αττικής] με σύμβαση εξαρτημένης εργασίας αορίστου χρόνου για να εργασθεί ως τεχνίτης τροχών αυτοκινήτων και μοτοσικλε­τών. Ιστορεί, επίσης, ότι στις 20.12.2012 ο ως άνω εργοδότης του μεταβί­βασε την επιχείρηση στη θυγατέρα του ………………………., ήτοι στην πρώτη εναγομένη. Παράλληλα, εκθέτει ότι ο μηνιαίος μισθός του ανερχό­ταν από την 1.1.2015 στο ποσό των χιλίων τριάντα επτά ευρώ και πενήντα λεπτών [1.037,50€]. Καταθέτει, επιπλέον, ότι ήταν επιφορτισμένος με τη ζυγοστάθμιση και ευθυγράμμιση ελαστικών οχημάτων με χρήση ειδικών ηλεκτρονικών μηχανημάτων, και ότι οι ως άνω εργασίες απαιτούν για την εκτέλεσή τους τη βασική γνώση φυσικής, χημείας, μαθηματικών, αγγλικής ορολογίας, μηχανολογικών σχεδίων τροχοφόρων οχημάτων, αντοχής υλι­κών συστημάτων οχημάτων, τεχνολογίας και δομής υλικών τροχών, εφαρ­μογών υπολογιστών, και των μέτρων πρόληψης και ασφάλειας εργασίας οχημάτων, τις οποίες [γνώσεις] είχε καθόσον κατείχε πτυχίο ειδικότητας μηχανικού αυτοκινήτων από το ΕΠΑΛ …………….. Αττικής, ενώ επιπροσθέτως ανέπτυσσε προσωπική πρωτοβουλία και αναλάμβανε ευθύνες κατά την ε­κτέλεση της εργασίας του. Ταυτόχρονα, παραθέτει ότι από την 1.10.2014 είχε οριστεί τεχνικός ασφαλείας της επιχείρησης στην οποία εργαζόταν. Κατόπιν τούτων τονίζει ότι παρείχε εργασία υπαλλήλου και όχι εργάτη. Υποστηρίζει επιπροσθέτως ότι από την 1.1.2015 εργαζόταν από τη Δευτέ­ρα έως την Παρασκευή σε καθημερινή βάση επί ένδεκα [11] ώρες, και συ­γκεκριμένα από ώρα 08:00π.μ. έως ώρα 19:00μ.μ. χωρίς να λαμβάνει α­μοιβή για την υπερωριακή του εργασία, καθώς και κάθε Σάββατο από ώρα 08:00π.μ. έως ώρα 14:30μ.μ. χωρίς επίσης να λαμβάνει αμοιβή για την έ­κτακτη αυτή εργασία του. Σημειώνει, ακόμη, ότι στις 5.10.2020 η πρώτη εναγόμενη εργοδότριά του κατήγγειλε τη σύμβαση εργασίας του καταβάλλοντας σε αυτόν αποζημίωση απόλυσης εργάτη και όχι υπαλλήλου και ως εκ τούτου η καταγγελία της σύμβασης εργασίας του καθίσταται άκυρη και δικαιούται μισθούς υπερημερίας. Πέραν τούτων ισχυρίζεται ότι η απόλυσή του είναι άκυρη καθόσον έλαβε χώρα ενόψει της επερχόμενης την επόμενη ημέρα [στις 6.10.2020] μεταβίβασης της επιχείρησης από την πρώτη ενα­γόμενη εργοδότριά του στο δεύτερο εναγόμενο, ο οποίος έκτοτε ασκεί την ίδια δραστηριότητα στο ίδιο κατάστημα, χρησιμοποιώντας τον ίδιο υλικοτεχνικό εξοπλισμό και τον ίδιο διακριτικό τίτλο. Τονίζει, περαιτέρω, ότι η επιχείρηση της πρώτης εναγόμενης εργοδότριάς του μεταβιβάστηκε ως οι­κονομική οντότητα στο δεύτερο εναγόμενο. Με βάση το ιστορικό αυτό ο ενάγων ζητά [Α] να αναγνωρισθεί η ακυρότητα της από 5.10.2020 καταγ­γελίας της σύμβασης εξαρτημένης εργασίας του εκ μέρους της πρώτης ε­ναγόμενης εργοδότριάς του, [Β] να αναγνωρισθεί ότι στις 6.10.2020 πραγ­ματοποιήθηκε μεταβίβαση της επιχείρησης από την πρώτη εναγόμενη εργοδότριά του στο δεύτερο εναγόμενο, [Γ] να υποχρεωθεί ο δεύτερος ενα­γόμενος να αποδέχεται τις υπηρεσίες του και να καταδικασθεί [ο δεύτερος εναγόμενος] σε προσωπική κράτηση ενός [1] έτους και χρηματική ποινή πενήντα χιλιάδων ευρώ [50.000€] εφόσον δεν συμμορφωθεί στην απόφαση που θα εκδοθεί, και [Δ] να υποχρεωθούν αμφότεροι οι εναγόμενοι ευθυνόμενοι σε ολόκληρο να του καταβάλουν [με απόφαση προσωρινά εκτελεστή] (i) για μισθούς υπερημερίας του χρονικού διαστήματος που εκτείνεται από τις 6.10.2020 έως την 31.12.2022 το ποσό των δεκαεννέα χιλιάδων εννιακοσίων ογδόντα έξι ευρώ και ενενήντα εννέα λεπτών [19.986,99€], (ii) για αμοιβή για την υπερωριακή του εργασία το ποσό των σαράντα ενός χι­λιάδων εκατόν δεκαοκτώ ευρώ [41.118€], (iii) για αποδοχές μη ληφθείσας αδείας ετών 2015, 2016, 2017, 2018 και 2019 το ποσό των τεσσάρων χι­λιάδων εκατόν πενήντα ευρώ [4.150€], και (iv) για αμοιβή για την απα­σχόληση του κατά τις ημέρες του Σαββάτου το ποσό των δεκαπέντε χιλιά­δων εκατόν εξήντα ενός ευρώ και τριάντα τριών λεπτών [15.161,33€], ενώ παράλληλα ζητά να του επιδικασθούν όλα τα προαναφερόμενα ποσά με το νόμιμο τόκο υπερημερίας από τότε που κάθε επιμέρους κονδύλιο κατέστη απαιτητό και ληξιπρόθεσμο. Με αυτό το περιεχόμενο και αιτήματα η αγω­γή παραδεκτά και αρμόδια εισάγεται για να συζητηθεί ενώπιον του Δικα­στηρίου τούτου, κατά την ειδική διαδικασία των εργατικών διαφορών, και είναι ορισμένη και νόμιμη, στηριζόμενη στις διατάξεις των άρθρων που αναφέρονται στην προεκτεθείσα μείζονα σκέψη καθώς και στις διατάξεις των άρθρων 648, 649, 653, 655, 656, 669 & 904 ΑΚ, 5 παρ.3 εδ. α του Ν.3198/1955, 1 και 3 του Ν.2112/1920 [για τους μισθούς υπερημερίας και την εργασία κατά τις ημέρες του Σαββάτου], των άρθρων 1 παρ.1 & 2 του Ν.1082/1980 και 1 παρ.1 & 2, 3 παρ.1 και 6 της 19.040/1981 Κ.Υ.Α. Οικονομικών και Εργασίας [για τα επιδόματα εορτών], 2 παρ.1 & 5 παρ.5 Α.Ν.539/1945 και 3 παρ. 16 Ν.4504/1966 [για τις αποδοχές αδείας], και των Ν.3385/2005 & Ν.3863/2010 [για την υπερωριακή εργασία], και 946 ΚΠολΔ. Κατόπιν τούτων η αγωγή πρέπει να εξετασθεί εάν είναι ουσιαστι­κά βάσιμη.

Β. Από την εκτίμηση (i) των [ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου] έ­νορκων καταθέσεων του μάρτυρα απόδειξης ………… του …… και των μαρτύρων ανταπόδειξης, ήτοι των ……………… του …… και ………… του ….., (ii) των …………………/15.11.2022, ………………./15.11.2022, …………………/15.11.2022 & ………………../15.11.2022 ένορκων βεβαιώσεων των ………… του ……, ……………… του ……, ……….. του …… και ………… του …… αντί­στοιχα [μαρτύρων της ………… του ……], οι οποίες δόθηκαν νομότυπα ενώπιον της δικηγόρου Αθηνών Λυδίας-Γεωργίας Παναρίτη του Ιωάννη, και (iii) του συνόλου των εγγράφων που προσκομίζουν και επικαλούνται οι διάδικοι αποδείχτηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περι­στατικά: Ο ενάγων προσλήφθηκε στις 16.2.2001 από τον ………… [ο οποίος εκμεταλλευόταν κατάστημα πώλησης ελαστικών και ζαντών οχημάτων στον …… Αττικής] με σύμβαση εξαρτημένης εργασί­ας αορίστου χρόνου για να εργασθεί ως τεχνίτης τροχών. Ακολούθως και δη στις 20.12.2012 ο ………… μεταβίβασε την επιχεί­ρηση στη θυγατέρα του …………, ήτοι στην πρώτη εναγομένη. Στο σημείο αυτό πρέπει να τονισθεί ότι η διάκριση του μισθωτού ως εργά­τη ή υπαλλήλου εξαρτάται από το είδος της παρεχόμενης εργασίας και όχι από τον περιεχόμενο στη σύμβαση χαρακτηρισμό αυτού ή τον τρόπο αμοι­βής του. Εργασία δε εργάτη θεωρείται εκείνη που προέρχεται αποκλειστικά ή κατά κύριο λόγο από την καταβολή σωματικής ενέργειας, ενώ όταν η ερ­γασία είναι προϊόν πνευματικής ενέργειας, τότε και εφόσον ο εργαζόμενος έχει την κατάρτιση και εμπειρία που απαιτείται για την εργασία αυτή και την εκτελεί με υπευθυνότητα θεωρείται εργασία υπαλλήλου και εκείνοι που την ασκούν ανήκουν στην κατηγορία των ιδιωτικών υπαλλήλων. Επο­μένως για το χαρακτηρισμό προσώπου ως υπαλλήλου απαιτείται εξειδικευμένη εμπειρία, θεωρητική μόρφωση και ιδίως η ανάπτυξη πρωτοβουλί­ας και ανάληψη ευθύνης κατά την εκτέλεση της εργασίας, διότι μόνο όταν συντρέχουν αυτά τα στοιχεία [κατά την εκτέλεση της εργασίας] το πνευμα­τικό στοιχείο υπερτερεί του σωματικού. Στην προκείμενη περίπτωση απο­δείχτηκε ότι η εργασία του ενάγοντος συνίστατο, μεταξύ άλλων, (i) στην αφαίρεση, την επιδιόρθωση και τοποθέτηση των ελαστικών οχημάτων και (ii) στην επισκευή και βαφή των ζαντών, ενέργειες οι οποίες δεν απαιτούν εξειδικευμένη εμπειρία και θεωρητική μόρφωση. Παράλληλα, όμως, απο­δείχτηκε ότι ο ενάγων, ο οποίος διέθετε άδεια άσκησης επαγγέλματος τε­χνίτη τροχών [Ν.1575/1985] από το ΕΠΑΛ ………., προέβαινε και σε ε­νέργειες οι οποίες απαιτούσαν εξειδικευμένη εμπειρία και ιδιαίτερες τεχνι­κές και θεωρητικές γνώσεις, όπως είναι η ζυγοστάθμιση και ευθυγράμμιση των ελαστικών με χρήση ειδικών ηλεκτρονικών μηχανημάτων καθώς και οι ρυθμίσεις των προηγμένων συστημάτων γωνιών σύγκλισης, ώθησης [Thrust angles], και κάμπερ [Camper angles], κατά τρόπο ώστε να διορθώ­νει το σύστημα διεύθυνσης των αυτοκινήτων, ενώ επιπροσθέτως προέκυψε αφενός ότι ανέπτυσσε προσωπική πρωτοβουλία και αναλάμβανε ευθύνες κατά την εκτέλεση της εργασίας του και αφετέρου ότι η εναγόμενη εργοδότριά του τον εμπιστευόταν απόλυτα καθόσον τον είχε ορίσει τεχνικό α­σφαλείας της επιχείρησής της [ad hoc ΑΠ 661/2019 & ΑΠ 1391/2018]. Συνεπώς η παρεχόμενη από τον ενάγοντα εργασία είχε ως προέχον το πνευματικό στοιχείο που προσδίδει σε αυτόν την ιδιότητα του υπαλλήλου. Παράλληλα αποδείχτηκε ότι ο ενάγων από την 1.1.2015 εργαζόταν επί πέ­ντε [5] ημέρες την εβδομάδα, και συγκεκριμένα από τη Δευτέρα έως την Παρασκευή, με ωράριο εργασίας από ώρα 08:00π.μ. έως ώρα 16:00μ.μ. Ο ισχυρισμός ταυ ενάγοντος ότι εργαζόταν από την 1.1.2015 έως και τις 5.10.2020 κάθε εβδομάδα από τη Δευτέρα έως την Παρασκευή τρεις [3] επιπλέον ώρες σε καθημερινή βάση, ήτοι από ώρα 16:00μ.μ. έως ώρα 19:00μ.μ, καθώς και κάθε Σάββατο με ωράριο εργασίας από ώρα 08:00π.μ έως ώρα 14:30μ.μ. χωρίς να λαμβάνει αμοιβή για την υπερωριακή και έ­κτακτη εργασία του δεν αποδείχτηκε από κάποιο ασφαλές και κρίσιμο α­ποδεικτικό στοιχείο της δικογραφίας, όπως λ.χ. εξώδικη διαμαρτυρία του ενάγοντος προς την εναγόμενη εργοδότριά του για την ως άνω αιτία ή από έγγραφο που να αποδεικνύει την προσφυγή του στην Επιθεώρηση Εργασί­ας, κατά το επίδικο χρονικό διάστημα διάρκειας πέντε [5] ετών, στοιχείο που συνεκτιμάται από το Δικαστήριο για την ουσιαστική βασιμότητα των ένδικων απαιτήσεών του ή από ενυπόγραφα προγράμματα υπηρεσιών της εναγόμενης εργοδότριάς του. Εξάλλου, σύμφωνα με το άρθρο 5 παρ.3 του Ν.3198/1955 η καταγγελία της σύμβασης εργασίας αορίστου χρόνου θεω­ρείται έγκυρη εφόσον γίνει εγγράφως και καταβληθεί η οφειλόμενη απο­ζημίωση. Από τη διάταξη αυτή προκύπτει ότι δεν είναι έγκυρη η καταγγε­λία αν δεν καταβληθεί ολόκληρη η οφειλόμενη αποζημίωση στον απολυό­μενο μισθωτό [ΑΠ 801/2022]. Στην προκείμενη περίπτωση η πρώτη ενα­γόμενη εργοδότρια κατήγγειλε στις 5.10.2020 τη σύμβαση εργασίας του ενάγοντος καταβάλλοντας σε αυτόν αποζημίωση απόλυσης εργάτη, η ο­ποία όμως δεν ήταν η προσήκουσα [καθόσον ο ενάγων ήταν υπάλληλος] και ως εκ τούτου η καταγγελία της σύμβασης εργασίας του ενάγοντος κα­θίσταται άκυρη λόγω μη καταβολής της νόμιμης αποζημίωσης απόλυσης [ΑΠ 244/2022 & ΑΠ 355/2021]. Την επόμενη ημέρα, ήτοι στις 6.10.2020, η πρώτη εναγομένη μεταβίβασε την επιχείρησή της στο δεύτερο εναγόμε­νο, ο οποίος έκτοτε ασκεί την ίδια δραστηριότητα στο ίδιο κατάστημα χρη­σιμοποιώντας τον ίδιο ακριβώς υλικοτεχνικό εξοπλισμό. Στην συγκεκριμέ­νη περίπτωση πραγματοποιήθηκε, κατά την έννοια του άρθρου 4 παρ.1 του Π.Δ.178/2002, μεταβίβαση επιχείρησης από την πρώτη εναγομένη προς το δεύτερο εναγόμενο δεδομένου ότι (i) η ίδια κατ’ αντικείμενο δραστηριότη­τα ασκείται στον ίδιο επαγγελματικό χώρο στον ………… Αττικής επί της ο­δού …………… αρ. ………, (ii) μεταβιβάστηκε από την πρώτη εναγομένη στο δεύτερο εναγόμενο ο μηχανολογικός και ηλεκτρολογικός εξοπλισμός της επιχείρησης [χωρίς να ασκεί κάποια επιρροή η μη μεταβίβαση του …….. αυτοκινήτου εργοστασίου κατασκευής ……], καθώς και η πελατεί­α, ενώ (iii) η δραστηριότητα της επιχείρησης δεν διακόπηκε. Συνακόλουθα καθίσταται σαφές ότι κύρια αιτία της καταγγελίας της σύμβασης εξαρτη­μένης εργασίας του ενάγοντος από την πρώτη εναγόμενη εργοδότριά του είναι ακριβώς το γεγονός της μεταβίβασης της επιχείρησης στο δεύτερο εναγόμενο. Κατόπιν τούτων η από 5.10.2020 καταγγελία της σύμβασης ερ­γασίας του ενάγοντος είναι άκυρη και η πρώτη εναγόμενη εργοδότρια πε­ριήλθε σε κατάσταση υπερημερίας ως προς την αποδοχή των υπηρεσιών του ενάγοντος με συνέπεια ο τελευταίος να δικαιούται μισθούς υπερημερί­ας για το χρονικό διάστημα που εκτείνεται από τις 6.10.2020 έως την 31.10.2022, και συγκεκριμένα το ποσό των δεκαεπτά χιλιάδων εννιακοσίων δώδεκα ευρώ και δεκαεννέα λεπτών [17.912,19€ (658,81€ αποδοχές υπερημερίας Φεβρουαρίου 2021 + 1037,50€ αποδοχές υπερημερίας Μαρ­τίου 2021 + 1.004,51€ αποδοχές Απριλίου 2021 + 536,78€ επίδομα εορτών Πάσχα 2021 + 689,02€ αποδοχές Μαΐου 2021 + 950,38€ αποδοχές Ιουνίου + 1.037,50€ αποδοχές Ιουλίου 2021 + 1.037,50€ αποδοχές Αυγούστου 2021 + 1.037,50€ αποδοχές Σεπτεμβρίου 2021 + 863,50€ αποδοχές Οκτωβρίου 2021 + 584,58€ αποδοχές Νοεμβρίου 2021 + 584,58€ αποδο­χές Δεκεμβρίου 2021 + 887,15€ επίδομα εορτών Χριστουγέννων 2021 + 397,04€ επίδομα αδείας 2021 + 525,30€ αποδοχές Ιανουαρίου 2022 + 525,30€ αποδοχές Φεβρουαρίου 2022 + 525,30€ αποδοχές Μαρτίου 2022 + 525,30€ αποδοχές Απριλίου 2022 + 232,55€ επίδομα εορτών Πάσχα + 490,98€ αποδοχές Μαΐου 2022 + 490,98€ αποδοχές Ιουνίου 2022 + 490,98€ αποδοχές Ιουλίου 2022 + 490,98€ αποδοχές Αυγούστου 2022 + 490,98€ αποδοχές Σεπτεμβρίου 2022 + 490,98€ αποδοχές Οκτωβρίου 2022 + 1.080,72€ επίδομα εορτών Χριστουγέννων 2022 + 245,49€ επίδομα α­δείας 2022]. Επιπλέον αποδείχθηκε ότι ο ενάγων δεν έλαβε (i) κατά το έτος 2015 δέκα [10] ημέρες αδείας, (ii) κατά το έτος 2016 δέκα [10] ημέρες α­δείας, (iii) κατά το έτος 2017 δέκα [10] ημέρες αδείας, (iv) κατά το έτος 2018 δέκα [10] ημέρες αδείας και (v) κατά το έτος 2019 δέκα [10] ημέρες αδείας, και ως εκ τούτου η πρώτη εναγόμενη εργοδότρια οφείλει σε αυτόν [ενάγοντα] για αποδοχές αδείας των ως άνω ετών το ποσό των δύο χιλιά­δων εβδομήντα πέντε ευρώ [2.075€]. Ας σημειωθεί, ακόμη, ότι δεν αποδεί­χτηκε από κάποιο αποδεικτικό μέσο της δικογραφίας ότι ο ενάγων είχε αιτηθεί την άδειά του από την πρώτη εναγόμενη εργοδότριά του κατά τα έτη 2015, 2016, 2017, 2018 και 2019 και η τελευταία αρνήθηκε υπαιτίως να του τη χορηγήσει, και ως εκ τούτου το κονδύλιο επιδίκασης προσαύξησης 100% επί των αποδοχών αδείας του ενάγοντος, ως αστική ποινή, πρέπει να απορριφθεί ως ουσιαστικά αβάσιμο. Πρέπει, ακόμη, να επισημανθεί ότι συνεπεία της μεταβίβασης της επιχείρησης μεταβιβάζεται το σύνολο των δικαιωμάτων και υποχρεώσεων, ενοχικών και διαπλαστικών, καθώς και των προσδοκιών από τον παλαιό στο νέο εργοδότη, ενώ παράλληλα ο προ­ηγούμενος εργοδότης και μετά τη μεταβίβαση ευθύνεται αλληλεγγύως και εις ολόκληρο με το νέο εργοδότη για τις υποχρεώσεις που προέκυψαν από τη σύμβαση ή σχέση εργασίας μέχρι το χρόνο που αναλαμβάνει ο διάδο­χος, σύμφωνα με το άρθρο 4 παρ.1 του Π.Δ.178/2002. Με βάση τις ως άνω παραδοχές πρέπει (i) η αγωγή να γίνει μερικά δεκτή ως ουσιαστικά βάσιμη, (ii) να αναγνωρισθεί η ακυρότητα της από 5.10.2020 καταγγελίας της σύμ­βασης εξαρτημένης εργασίας του ενάγοντος ………… εκ μέρους της πρώτης εναγόμενης …………, (iii) να υποχρεωθεί ο δεύτερος εναγόμενος ………… να αποδέχεται τις προσηκόντως προσφερόμενες υπηρεσίες του ενάγοντος ………… και να καταδικασθεί [ο δεύτερος εναγόμενος …………] σε χρηματική ποι­νή εκατό ευρώ [100€] και προσωπική κράτηση διάρκειας δέκα [10] ημε­ρών για κάθε ημέρα άρνησης συμμόρφωσης προς την υποχρέωσή του, και (iv) να υποχρεωθούν αμφότεροι οι εναγόμενοι [………… και ………….] να καταβάλουν ευθυνόμενοι σε ολόκληρο και αλληλεγγύως στον ………… το ποσό των δεκαεννέα χιλιάδων εννιακοσίων ογδόντα επτά ευρώ και δεκαεννέα λεπτών [19.987,19€] με το νόμιμο τόκο υπερημερίας από τότε που κάθε επιμέρους κονδύλιο κατέστη απαιτητό και ληξιπρόθεσμο, και συγκεκριμένα οι μισθοί υπερημερίας από το τέλος κάθε μήνα κατά τον οποίο κατέστησαν ληξιπρόθεσμοι, τα επιδόματα εορτών Πάσχα από τις 30 Απριλίου του αντίστοιχου έτους, τα επιδόματα εορτών Χριστουγέννων και αδείας και οι αποδοχές αδείας από την 31η Δεκεμβρίου του αντίστοιχου έτους. Η απόφαση πρέπει να κηρυχθεί μερικά προσωρινά εκτελεστή και συγκεκριμένα για το ποσό των δύο χιλιάδων εβδομήντα πέντε ευρώ [2.075€] που αφορά αποδοχές αδείας ετών 2015, 2016, 2017, 2018 και 2019. Τέλος αμφότεροι οι εναγόμενοι πρέπει να καταδικασθούν να πλη­ρώσουν μέρος των δικαστικών εξόδων του ενάγοντος κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στο διατακτικό.

ΠΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

-Δικάζει με παρόντες τους διαδίκους.

-Δέχεται μερικά την αγωγή.

-Αναγνωρίζει την ακυρότητα της από 5.10.2020 καταγγελίας της σύμβασης εξαρτημένης εργασίας του ενάγοντος ………… εκ μέρους της εναγόμενης …………

-Υποχρεώνει τον εναγόμενο ………… να αποδέχεται τις προσηκόντως προσφερόμενες υπηρεσίες του ενάγοντος ………… και καταδικάζει τον εναγόμενο ………… σε χρηματική ποινή εκατό ευρώ [100€] και προσωπική κράτηση διάρκειας δέκα [10] ημερών για κάθε ημέρα άρνησης συμμόρφωσης προς την υποχρέωσή του.

-Υποχρεώνει τους εναγόμενους [……………… και …………………] να καταβάλουν ευθυνόμενοι σε ολόκληρο και αλληλεγγύως στον ………… το ποσό των δεκαεννέα χιλιάδων εννιακοσίων ογδόντα επτά ευρώ και δεκαεν­νέα λεπτών [19.987,19€] με το νόμιμο τόκο υπερημερίας κατά τα οριζόμε­να στο ιστορικό της απόφασης.

-Καταδικάζει τους εναγόμενους […………και …………] να πληρώσουν τα δικαστικά έξοδα του ενάγοντος ………… τα οποία ανέρχο­νται στο ποσό των εξακοσίων ευρώ [600€].

-Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στην Αθήνα στις 9 Ιανουαρίου 2023 χω­ρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξούσιων δικηγόρων τους.

Χρησιμοποιούμε cookies για να κάνουμε ακόμα καλύτερη την εμπειρία σας στο site μας και για να διασφαλιστεί η αποτελεσματική λειτουργία της ιστοσελίδας μας. Επιλέγοντας «Αποδοχή» παρέχετε τη συγκατάθεση σας για τη χρήση των cookies, σύμφωνα με την πολιτική μας. View more
Αποδοχή Cookies