Περίληψη: Διάκριση υπαλλήλου από εργάτη. Τεχνίτης τροχών. Κρίση ότι έχει την υπαλληλική ιδιότητα. Αναγνώριση ακυρότητας της καταγγελίας σύμβασης εργασίας. Ακυρότητα καταγγελίας σύμβασης εργασίας αορίστου χρόνου επειδή έγινε με καταβολή αποζημίωσης εργάτη και όχι υπαλλήλου. Μισθοί υπερημερίας. Μεταβίβαση επιχείρησης. Η μεταβολή του προσώπου του εργοδότη, εφόσον διατηρείται η ταυτότητα της επιχείρησης και η οικονομική της δραστηριότητα, συνεπάγεται, ανεξάρτητα από τη νομική αιτία και τη μορφή της μεταβιβάσεως, αυτοδίκαιη υποκατάσταση του νέου εργοδότη στις υφιστάμενες εργασιακές σχέσεις. Κριτήρια. Επιδικάζει στον εργαζόμενο το συνολικό ποσό των 19.987,19 Ευρώ.
Δημοσιευμένη σε: Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών NOMOS
ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ
ΤΜΗΜΑ ΕΡΓΑΤΙΚΩΝ ΔΙΑΦΟΡΩΝ
Αριθμός απόφασης 5/2023
ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ
Συγκροτήθηκε από το Δικαστή Γεώργιο Βώττη, Πρόεδρο Πρωτοδικών, τον οποίο όρισε ο Πρόεδρος του Τριμελούς Συμβουλίου Διοίκησης του Πρωτοδικείου Αθηνών, και από τη Γραμματέα Χρύσα Μπόβη.
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις 15 Νοεμβρίου του έτους 2022 για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:
Του ενάγοντος: ………… του ……, κατοίκου Αθηνών ……., ο οποίος εμφανίσθηκε στο Δικαστήριο με τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Δημήτριο Βλαχόπουλο.
Των εναγόμενων: (1) ………… του ……, κατοίκου …… Αττικής ………, η οποία εκπροσωπήθηκε στο Δικαστήριο από τον πληρεξούσιο δικηγόρο της Αριστοτέλη Μερεκούλια, και (2) ………… του ……, κατοίκου …….. Αττικής …………, ο οποίος εκπροσωπήθηκε στο Δικαστήριο από την πληρεξούσια δικηγόρο του Ελένη Γκεσίδη.
Ο ενάγων ζητά να γίνει δεκτή η από 21.12.2020 αγωγή του που κατατέθηκε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου με αριθμό κατάθεσης δικογράφου ……/……/2020, προσδιορίσθηκε κατόπιν αναβολής για τη δικάσιμο που αναγράφεται στην αρχή της απόφασης, και γράφτηκε στο πινάκιο. Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων αναφέρθηκαν στις έγγραφες προτάσεις τους και ζήτησαν να γίνουν δεκτά όσα μνημονεύονται σε αυτές και στα πρακτικά.
ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Α.Ι. Κατά τη διάταξη του άρθρου 6 παρ.1 του Ν.2112/1920 «η μεταβολή του προσώπου του εργοδότου, οπωσδήποτε επερχομένη, ουδαμώς επηρεάζει την εφαρμογή των υπέρ του υπαλλήλου διατάξεων του παρόντος». Ο ίδιος κανόνας περιέχεται και στο άρθρο 9 παρ.1 του Β.Δ.16/18.7.1920. Περαιτέρω με τις διατάξεις του Π.Δ.178/2002 λήφθηκαν «μέτρα σχετικά με την προστασία των δικαιωμάτων των εργαζομένων σε περίπτωση μεταβιβάσεως επιχειρήσεων, εγκαταστάσεων ή τμημάτων εγκαταστάσεων ή επιχειρήσεων, σε συμμόρφωση προς την Οδηγία 98/50/ΕΚ του Συμβουλίου». Κατόπιν αυτού με το άρθρο 11 του Π.Δ. 178/2002 καταργήθηκε το προϊσχύσαν Π.Δ.572/1988 με το οποίο είχε εναρμονισθεί η ελληνική νομοθεσία προς τις ρυθμίσεις της προηγούμενης με αριθμό 77/187/ΕΟΚ Οδηγίας [η οποία τροποποιήθηκε με την Οδηγία 2001/23/ΕΚ]. Σύμφωνα με το άρθρο 1 του Π.Δ.178/2002 η συμμόρφωση προς την Οδηγία αποβλέπει στη διατήρηση των δικαιωμάτων των εργαζομένων σε περίπτωση μεταβίβασης επιχειρήσεων, εγκαταστάσεων ή τμημάτων επιχειρήσεων ή εγκαταστάσεων. Επομένως οι διατάξεις του ως άνω Π.Δ. εφαρμόζονται σε κάθε συμβατική ή εκ του νόμου μεταβίβαση ή συγχώνευση επιχειρήσεων, εγκαταστάσεων ή τμημάτων επιχειρήσεων ή εγκαταστάσεων, η οποία συνιστά μεταβολή του προσώπου του εργοδότη και δύναται να αφορά είτε σε δημόσιους είτε σε ιδιωτικούς φορείς, οι οποίοι ασκούν οικονομικές δραστηριότητες που ενδέχεται να είναι είτε κερδοσκοπικές είτε μη κερδοσκοπικές [άρθρο 2 παρ.1 στοιχεία α και γ]. Κατά το άρθρο 4 του ως άνω Π.Δ.178/2002, δια της μεταβιβάσεως και από την ημερομηνία αυτής, όλα τα υφιστάμενα δικαιώματα και υποχρεώσεις που έχει ο μεταβιβάζων από σύμβαση ή σχέση εργασίας μεταβιβάζονται στο διάδοχο. Ο μεταβιβάζων και μετά τη μεταβίβαση ευθύνεται αλληλεγγύως και εις ολόκληρον με το διάδοχο για τις υποχρεώσεις που προέκυψαν από τη σύμβαση ή σχέση εργασίας μέχρι το χρόνο που αναλαμβάνει ο διάδοχος [παρ. 1]. Με την επιφύλαξη της επόμενης παραγράφου, μετά τη μεταβίβαση, ο διάδοχος εξακολουθεί να τηρεί τους όρους εργασίας που προβλέπονται από συλλογική σύμβαση εργασίας, απόφαση διαιτησίας, κανονισμό ή ατομική σύμβαση εργασίας [παρ. 2]. Εξάλλου, κατά το άρθρο 5 του ίδιου Π.Δ., η μεταβίβαση μιας επιχείρησης, εγκατάστασης ή τμήματος επιχείρησης ή εγκατάστασης δεν συνιστά αυτή καθ’ εαυτή λόγο απόλυσης εργαζομένων. Η διάταξη του προηγουμένου εδαφίου δεν εμποδίζει, τηρουμένων των σχετικών περί απολύσεων διατάξεων, απολύσεις που είναι δυνατόν να επέλθουν για λόγους οικονομικούς, τεχνικούς ή οργάνωσης, που συνεπάγονται μεταβολές εργατικού δυναμικού [παρ. 1]. Αν η σύμβαση εξαρτημένης εργασίας ή η εργασιακή σχέση καταγγελθεί λόγω του ότι η μεταβίβαση συνεπάγεται ουσιαστική μεταβολή των όρων εργασίας σε βάρος του εργαζομένου, η καταγγελία της συμβάσεως εργασίας ή της εργασιακής σχέσης θεωρείται ότι επήλθε εξαιτίας του εργοδότη [παρ. 2]. Συνεπώς, μεταβίβαση επιχείρησης ή εκμετάλλευσης, κατά την έννοια των πιο πάνω διατάξεων, είναι η κάθε είδους ανάληψη και συνέχιση της επιχειρησιακής δραστηριότητας από τρίτον, εφόσον δεν μεταβάλλεται η ταυτότητα της επιχείρησης ή εκμετάλλευσης, εφόσον δηλαδή συνεχίζεται ως οικονομική μονάδα η ίδια επιχείρηση ή εκμετάλλευση και διατηρεί αυτή, υπό το νέο φορέα, την ταυτότητά της με τον ίδιο ή διάφορο τίτλο ή μορφή. Ο τρόπος της μεταβίβασης δεν ενδιαφέρει. Αρκεί το πραγματικό γεγονός ότι ο παλαιός εργοδότης χάνει την ιδιότητα του φορέα της επιχείρησης ή εκμετάλλευσης και ο διάδοχός του αποκτά αυτή την ιδιότητα έστω και προσωρινά. Ως «μεταβιβάζων» νοείται κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο, το οποίο, λόγω μεταβίβασης, χάνει την ιδιότητα του εργοδότη στην επιχείρηση, την εγκατάσταση ή το τμήμα επιχείρησης ή εγκατάστασης, ενώ ως «διάδοχος» νοείται κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο, το οποίο, λόγω μεταβίβασης, αποκτά την ιδιότητα του εργοδότη στην επιχείρηση, την εγκατάσταση ή το τμήμα επιχείρησης ή εγκατάστασης. Για να υπάρχει μεταβίβαση επιχείρησης ή εκμετάλλευσης ή τμήματος αυτών πρέπει να μεταβιβάζονται τόσα επί μέρους στοιχεία της επιχείρησης και κατά τέτοιο τρόπο, ώστε τα μεταβιβαζόμενα στοιχεία να διατηρούν την οργανική τους ενότητα και υπό το νέο φορέα [εργοδότη], ικανά να πραγματοποιήσουν τον επιδιωκόμενο κερδοσκοπικό, οικονομικό ή τεχνικό σκοπό, γεγονός που συμβαίνει όταν η κάθε είδους ανάληψη και συνέχιση της επιχειρηματικής δραστηριότητας από τρίτον δεν μεταβάλλει την ταυτότητα της επιχείρησης ή εκμετάλλευσης, δηλαδή συνεχίζεται η ίδια επιχείρηση ή εκμετάλλευση. Η μεταβολή του προσώπου του εργοδότη, στην ως άνω περίπτωση, συνεπάγεται, ανεξάρτητα από τη νομική αιτία και τη μορφή της μεταβίβασης, αυτοδίκαιη υποκατάσταση του νέου εργοδότη στις υφιστάμενες εργασιακές σχέσεις και απαλλαγή του προηγούμενου εργοδότη για το μετά τη μεταβολή χρονικό διάστημα. Το αποτέλεσμα αυτό επέρχεται ανεξάρτητα από οποιαδήποτε συναίνεση των εργαζομένων. Ως εκ τούτου, ο νέος εργοδότης υπεισέρχεται σε όλες τις υποχρεώσεις που απορρέουν από τις προϋφιστάμενες εργασιακές σχέσεις, χωρίς αυτές και τα εν γένει δικαιώματα των μισθωτών να επηρεάζονται από τη μεταβίβαση, είτε τα δικαιώματα αυτά προέρχονται από Σ.Σ.Ε., από ατομική σύμβαση εργασίας ή από διαιτητική απόφαση, αρκεί η επιχείρηση να συνεχίζεται ως οικονομική μονάδα και να διατηρεί την ταυτότητά της με το νέο φορέα επιδιώκοντας τον ίδιο κερδοσκοπικό ή οικονομικό σκοπό. Η κρίση για τη διατήρηση ή μη της ταυτότητας της οικονομικής μονάδας και επομένως για το αν συντρέχει μεταβίβαση επιχείρησης, εκμετάλλευσης ή τμημάτων τους εξαρτάται από τη συνολική εκτίμηση των συνθηκών της συγκεκριμένης περίπτωσης. Στο πλαίσιο της συνολικής αυτής εκτίμησης κρίσιμα είναι τα εξής στοιχεία: (1) Η μεταβίβαση ή μη υλικών στοιχείων [κτήρια, μηχανήματα, εξοπλισμός κ.λπ.], (2) η μεταβίβαση ή μη άυλων αγαθών [διακριτικοί τίτλοι, διπλώματα ευρεσιτεχνίας, σήματα και η αξία τους], (3) η απασχόληση [πρόσληψη] ή μη σημαντικού μέρους του εργατικού δυναμικού της μεταβιβαζόμενης επιχείρησης από το νέο επιχειρηματία, (4) η μεταβίβαση ή μη της πελατείας, (5) ο βαθμός ομοιότητας των δραστηριοτήτων που ασκούνται πριν και μετά τη μεταβίβαση και (6) η διάρκεια της ενδεχόμενης διακοπής των δραστηριοτήτων αυτών. Η σημασία, λοιπόν, αυτών, ως καθοριστικών στοιχείων προσδιοριστικών της ταυτότητας της επιχείρησης, εκμετάλλευσης κλπ, δεν είναι εκ των προτέρων καθορισμένη. Η βαρύτητα που θα αποδοθεί στο καθένα από τα κριτήρια αυτά, στο πλαίσιο της συνολικής εκτίμησης και αξιολόγησης, εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από το είδος της επιχείρησης ή της εκμετάλλευσης και από τη μορφή των εφαρμοζόμενων μεθόδων παραγωγής ή υπηρεσιών. Η κατά τα άνω συνδρομή όλων ή ορισμένων εκ των ως άνω καθοριστικών κριτηρίων δεν αποκλείει, όμως, στο πλαίσιο της συνολικής εκτίμησης και αξιολόγησης, τη λήψη υπόψη και άλλων στοιχείων, όπως είναι η διατήρηση της αυτής οργανωτικής δομής της επιχείρησης ή εκμετάλλευσης από το νέο εργοδότη ή η άσκηση της αυτής ή παραπλήσιας δραστηριότητας στη συγκεκριμένη μονάδα από πρόσωπα στενά συνδεόμενα με τον προηγούμενο εργοδότη, που ασκούν πλέον εργοδοτικά καθήκοντα ή η γειτνίαση των νέων εγκαταστάσεων της επιχείρησης με τις προηγούμενες εγκαταστάσεις της μεταβιβαζόμενης επιχείρησης, καθότι ναι μεν τα στοιχεία αυτά δεν συνιστούν καθοριστικά στοιχεία, συνιστούν όμως επί πλέον ενδείξεις της διατήρησης της ταυτότητας της μεταβιβαζόμενης επιχείρησης ή εκμετάλλευσης. Συνεπεία της μεταβίβασης της επιχείρησης μεταβιβάζεται το σύνολο των δικαιωμάτων και υποχρεώσεων, ενοχικών και διαπλαστικών, καθώς και των προσδοκιών από τον παλαιό στο νέο εργοδότη. Ακόμη ο προηγούμενος εργοδότης και μετά τη μεταβίβαση ευθύνεται αλληλεγγύως και εις ολόκληρο με το νέο εργοδότη για τις υποχρεώσεις που προέκυψαν από τη σύμβαση ή σχέση εργασίας μέχρι το χρόνο που αναλαμβάνει ο διάδοχος, σύμφωνα με το άρθρο 4 παρ.1 του Π.Δ. 178/2002.
II. Στην προκείμενη περίπτωση ο ενάγων αναφέρει ότι προσλήφθηκε στις 16.2.2001 από τον ……………..…… [ο οποίος εκμεταλλευόταν κατάστημα πώλησης ελαστικών και ζαντών αυτοκινήτων και μοτοσικλετών στον ……….. Αττικής] με σύμβαση εξαρτημένης εργασίας αορίστου χρόνου για να εργασθεί ως τεχνίτης τροχών αυτοκινήτων και μοτοσικλετών. Ιστορεί, επίσης, ότι στις 20.12.2012 ο ως άνω εργοδότης του μεταβίβασε την επιχείρηση στη θυγατέρα του ………………………., ήτοι στην πρώτη εναγομένη. Παράλληλα, εκθέτει ότι ο μηνιαίος μισθός του ανερχόταν από την 1.1.2015 στο ποσό των χιλίων τριάντα επτά ευρώ και πενήντα λεπτών [1.037,50€]. Καταθέτει, επιπλέον, ότι ήταν επιφορτισμένος με τη ζυγοστάθμιση και ευθυγράμμιση ελαστικών οχημάτων με χρήση ειδικών ηλεκτρονικών μηχανημάτων, και ότι οι ως άνω εργασίες απαιτούν για την εκτέλεσή τους τη βασική γνώση φυσικής, χημείας, μαθηματικών, αγγλικής ορολογίας, μηχανολογικών σχεδίων τροχοφόρων οχημάτων, αντοχής υλικών συστημάτων οχημάτων, τεχνολογίας και δομής υλικών τροχών, εφαρμογών υπολογιστών, και των μέτρων πρόληψης και ασφάλειας εργασίας οχημάτων, τις οποίες [γνώσεις] είχε καθόσον κατείχε πτυχίο ειδικότητας μηχανικού αυτοκινήτων από το ΕΠΑΛ …………….. Αττικής, ενώ επιπροσθέτως ανέπτυσσε προσωπική πρωτοβουλία και αναλάμβανε ευθύνες κατά την εκτέλεση της εργασίας του. Ταυτόχρονα, παραθέτει ότι από την 1.10.2014 είχε οριστεί τεχνικός ασφαλείας της επιχείρησης στην οποία εργαζόταν. Κατόπιν τούτων τονίζει ότι παρείχε εργασία υπαλλήλου και όχι εργάτη. Υποστηρίζει επιπροσθέτως ότι από την 1.1.2015 εργαζόταν από τη Δευτέρα έως την Παρασκευή σε καθημερινή βάση επί ένδεκα [11] ώρες, και συγκεκριμένα από ώρα 08:00π.μ. έως ώρα 19:00μ.μ. χωρίς να λαμβάνει αμοιβή για την υπερωριακή του εργασία, καθώς και κάθε Σάββατο από ώρα 08:00π.μ. έως ώρα 14:30μ.μ. χωρίς επίσης να λαμβάνει αμοιβή για την έκτακτη αυτή εργασία του. Σημειώνει, ακόμη, ότι στις 5.10.2020 η πρώτη εναγόμενη εργοδότριά του κατήγγειλε τη σύμβαση εργασίας του καταβάλλοντας σε αυτόν αποζημίωση απόλυσης εργάτη και όχι υπαλλήλου και ως εκ τούτου η καταγγελία της σύμβασης εργασίας του καθίσταται άκυρη και δικαιούται μισθούς υπερημερίας. Πέραν τούτων ισχυρίζεται ότι η απόλυσή του είναι άκυρη καθόσον έλαβε χώρα ενόψει της επερχόμενης την επόμενη ημέρα [στις 6.10.2020] μεταβίβασης της επιχείρησης από την πρώτη εναγόμενη εργοδότριά του στο δεύτερο εναγόμενο, ο οποίος έκτοτε ασκεί την ίδια δραστηριότητα στο ίδιο κατάστημα, χρησιμοποιώντας τον ίδιο υλικοτεχνικό εξοπλισμό και τον ίδιο διακριτικό τίτλο. Τονίζει, περαιτέρω, ότι η επιχείρηση της πρώτης εναγόμενης εργοδότριάς του μεταβιβάστηκε ως οικονομική οντότητα στο δεύτερο εναγόμενο. Με βάση το ιστορικό αυτό ο ενάγων ζητά [Α] να αναγνωρισθεί η ακυρότητα της από 5.10.2020 καταγγελίας της σύμβασης εξαρτημένης εργασίας του εκ μέρους της πρώτης εναγόμενης εργοδότριάς του, [Β] να αναγνωρισθεί ότι στις 6.10.2020 πραγματοποιήθηκε μεταβίβαση της επιχείρησης από την πρώτη εναγόμενη εργοδότριά του στο δεύτερο εναγόμενο, [Γ] να υποχρεωθεί ο δεύτερος εναγόμενος να αποδέχεται τις υπηρεσίες του και να καταδικασθεί [ο δεύτερος εναγόμενος] σε προσωπική κράτηση ενός [1] έτους και χρηματική ποινή πενήντα χιλιάδων ευρώ [50.000€] εφόσον δεν συμμορφωθεί στην απόφαση που θα εκδοθεί, και [Δ] να υποχρεωθούν αμφότεροι οι εναγόμενοι ευθυνόμενοι σε ολόκληρο να του καταβάλουν [με απόφαση προσωρινά εκτελεστή] (i) για μισθούς υπερημερίας του χρονικού διαστήματος που εκτείνεται από τις 6.10.2020 έως την 31.12.2022 το ποσό των δεκαεννέα χιλιάδων εννιακοσίων ογδόντα έξι ευρώ και ενενήντα εννέα λεπτών [19.986,99€], (ii) για αμοιβή για την υπερωριακή του εργασία το ποσό των σαράντα ενός χιλιάδων εκατόν δεκαοκτώ ευρώ [41.118€], (iii) για αποδοχές μη ληφθείσας αδείας ετών 2015, 2016, 2017, 2018 και 2019 το ποσό των τεσσάρων χιλιάδων εκατόν πενήντα ευρώ [4.150€], και (iv) για αμοιβή για την απασχόληση του κατά τις ημέρες του Σαββάτου το ποσό των δεκαπέντε χιλιάδων εκατόν εξήντα ενός ευρώ και τριάντα τριών λεπτών [15.161,33€], ενώ παράλληλα ζητά να του επιδικασθούν όλα τα προαναφερόμενα ποσά με το νόμιμο τόκο υπερημερίας από τότε που κάθε επιμέρους κονδύλιο κατέστη απαιτητό και ληξιπρόθεσμο. Με αυτό το περιεχόμενο και αιτήματα η αγωγή παραδεκτά και αρμόδια εισάγεται για να συζητηθεί ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου, κατά την ειδική διαδικασία των εργατικών διαφορών, και είναι ορισμένη και νόμιμη, στηριζόμενη στις διατάξεις των άρθρων που αναφέρονται στην προεκτεθείσα μείζονα σκέψη καθώς και στις διατάξεις των άρθρων 648, 649, 653, 655, 656, 669 & 904 ΑΚ, 5 παρ.3 εδ. α του Ν.3198/1955, 1 και 3 του Ν.2112/1920 [για τους μισθούς υπερημερίας και την εργασία κατά τις ημέρες του Σαββάτου], των άρθρων 1 παρ.1 & 2 του Ν.1082/1980 και 1 παρ.1 & 2, 3 παρ.1 και 6 της 19.040/1981 Κ.Υ.Α. Οικονομικών και Εργασίας [για τα επιδόματα εορτών], 2 παρ.1 & 5 παρ.5 Α.Ν.539/1945 και 3 παρ. 16 Ν.4504/1966 [για τις αποδοχές αδείας], και των Ν.3385/2005 & Ν.3863/2010 [για την υπερωριακή εργασία], και 946 ΚΠολΔ. Κατόπιν τούτων η αγωγή πρέπει να εξετασθεί εάν είναι ουσιαστικά βάσιμη.
Β. Από την εκτίμηση (i) των [ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου] ένορκων καταθέσεων του μάρτυρα απόδειξης ………… του …… και των μαρτύρων ανταπόδειξης, ήτοι των ……………… του …… και ………… του ….., (ii) των …………………/15.11.2022, ………………./15.11.2022, …………………/15.11.2022 & ………………../15.11.2022 ένορκων βεβαιώσεων των ………… του ……, ……………… του ……, ……….. του …… και ………… του …… αντίστοιχα [μαρτύρων της ………… του ……], οι οποίες δόθηκαν νομότυπα ενώπιον της δικηγόρου Αθηνών Λυδίας-Γεωργίας Παναρίτη του Ιωάννη, και (iii) του συνόλου των εγγράφων που προσκομίζουν και επικαλούνται οι διάδικοι αποδείχτηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Ο ενάγων προσλήφθηκε στις 16.2.2001 από τον ………… [ο οποίος εκμεταλλευόταν κατάστημα πώλησης ελαστικών και ζαντών οχημάτων στον …… Αττικής] με σύμβαση εξαρτημένης εργασίας αορίστου χρόνου για να εργασθεί ως τεχνίτης τροχών. Ακολούθως και δη στις 20.12.2012 ο ………… μεταβίβασε την επιχείρηση στη θυγατέρα του …………, ήτοι στην πρώτη εναγομένη. Στο σημείο αυτό πρέπει να τονισθεί ότι η διάκριση του μισθωτού ως εργάτη ή υπαλλήλου εξαρτάται από το είδος της παρεχόμενης εργασίας και όχι από τον περιεχόμενο στη σύμβαση χαρακτηρισμό αυτού ή τον τρόπο αμοιβής του. Εργασία δε εργάτη θεωρείται εκείνη που προέρχεται αποκλειστικά ή κατά κύριο λόγο από την καταβολή σωματικής ενέργειας, ενώ όταν η εργασία είναι προϊόν πνευματικής ενέργειας, τότε και εφόσον ο εργαζόμενος έχει την κατάρτιση και εμπειρία που απαιτείται για την εργασία αυτή και την εκτελεί με υπευθυνότητα θεωρείται εργασία υπαλλήλου και εκείνοι που την ασκούν ανήκουν στην κατηγορία των ιδιωτικών υπαλλήλων. Επομένως για το χαρακτηρισμό προσώπου ως υπαλλήλου απαιτείται εξειδικευμένη εμπειρία, θεωρητική μόρφωση και ιδίως η ανάπτυξη πρωτοβουλίας και ανάληψη ευθύνης κατά την εκτέλεση της εργασίας, διότι μόνο όταν συντρέχουν αυτά τα στοιχεία [κατά την εκτέλεση της εργασίας] το πνευματικό στοιχείο υπερτερεί του σωματικού. Στην προκείμενη περίπτωση αποδείχτηκε ότι η εργασία του ενάγοντος συνίστατο, μεταξύ άλλων, (i) στην αφαίρεση, την επιδιόρθωση και τοποθέτηση των ελαστικών οχημάτων και (ii) στην επισκευή και βαφή των ζαντών, ενέργειες οι οποίες δεν απαιτούν εξειδικευμένη εμπειρία και θεωρητική μόρφωση. Παράλληλα, όμως, αποδείχτηκε ότι ο ενάγων, ο οποίος διέθετε άδεια άσκησης επαγγέλματος τεχνίτη τροχών [Ν.1575/1985] από το ΕΠΑΛ ………., προέβαινε και σε ενέργειες οι οποίες απαιτούσαν εξειδικευμένη εμπειρία και ιδιαίτερες τεχνικές και θεωρητικές γνώσεις, όπως είναι η ζυγοστάθμιση και ευθυγράμμιση των ελαστικών με χρήση ειδικών ηλεκτρονικών μηχανημάτων καθώς και οι ρυθμίσεις των προηγμένων συστημάτων γωνιών σύγκλισης, ώθησης [Thrust angles], και κάμπερ [Camper angles], κατά τρόπο ώστε να διορθώνει το σύστημα διεύθυνσης των αυτοκινήτων, ενώ επιπροσθέτως προέκυψε αφενός ότι ανέπτυσσε προσωπική πρωτοβουλία και αναλάμβανε ευθύνες κατά την εκτέλεση της εργασίας του και αφετέρου ότι η εναγόμενη εργοδότριά του τον εμπιστευόταν απόλυτα καθόσον τον είχε ορίσει τεχνικό ασφαλείας της επιχείρησής της [ad hoc ΑΠ 661/2019 & ΑΠ 1391/2018]. Συνεπώς η παρεχόμενη από τον ενάγοντα εργασία είχε ως προέχον το πνευματικό στοιχείο που προσδίδει σε αυτόν την ιδιότητα του υπαλλήλου. Παράλληλα αποδείχτηκε ότι ο ενάγων από την 1.1.2015 εργαζόταν επί πέντε [5] ημέρες την εβδομάδα, και συγκεκριμένα από τη Δευτέρα έως την Παρασκευή, με ωράριο εργασίας από ώρα 08:00π.μ. έως ώρα 16:00μ.μ. Ο ισχυρισμός ταυ ενάγοντος ότι εργαζόταν από την 1.1.2015 έως και τις 5.10.2020 κάθε εβδομάδα από τη Δευτέρα έως την Παρασκευή τρεις [3] επιπλέον ώρες σε καθημερινή βάση, ήτοι από ώρα 16:00μ.μ. έως ώρα 19:00μ.μ, καθώς και κάθε Σάββατο με ωράριο εργασίας από ώρα 08:00π.μ έως ώρα 14:30μ.μ. χωρίς να λαμβάνει αμοιβή για την υπερωριακή και έκτακτη εργασία του δεν αποδείχτηκε από κάποιο ασφαλές και κρίσιμο αποδεικτικό στοιχείο της δικογραφίας, όπως λ.χ. εξώδικη διαμαρτυρία του ενάγοντος προς την εναγόμενη εργοδότριά του για την ως άνω αιτία ή από έγγραφο που να αποδεικνύει την προσφυγή του στην Επιθεώρηση Εργασίας, κατά το επίδικο χρονικό διάστημα διάρκειας πέντε [5] ετών, στοιχείο που συνεκτιμάται από το Δικαστήριο για την ουσιαστική βασιμότητα των ένδικων απαιτήσεών του ή από ενυπόγραφα προγράμματα υπηρεσιών της εναγόμενης εργοδότριάς του. Εξάλλου, σύμφωνα με το άρθρο 5 παρ.3 του Ν.3198/1955 η καταγγελία της σύμβασης εργασίας αορίστου χρόνου θεωρείται έγκυρη εφόσον γίνει εγγράφως και καταβληθεί η οφειλόμενη αποζημίωση. Από τη διάταξη αυτή προκύπτει ότι δεν είναι έγκυρη η καταγγελία αν δεν καταβληθεί ολόκληρη η οφειλόμενη αποζημίωση στον απολυόμενο μισθωτό [ΑΠ 801/2022]. Στην προκείμενη περίπτωση η πρώτη εναγόμενη εργοδότρια κατήγγειλε στις 5.10.2020 τη σύμβαση εργασίας του ενάγοντος καταβάλλοντας σε αυτόν αποζημίωση απόλυσης εργάτη, η οποία όμως δεν ήταν η προσήκουσα [καθόσον ο ενάγων ήταν υπάλληλος] και ως εκ τούτου η καταγγελία της σύμβασης εργασίας του ενάγοντος καθίσταται άκυρη λόγω μη καταβολής της νόμιμης αποζημίωσης απόλυσης [ΑΠ 244/2022 & ΑΠ 355/2021]. Την επόμενη ημέρα, ήτοι στις 6.10.2020, η πρώτη εναγομένη μεταβίβασε την επιχείρησή της στο δεύτερο εναγόμενο, ο οποίος έκτοτε ασκεί την ίδια δραστηριότητα στο ίδιο κατάστημα χρησιμοποιώντας τον ίδιο ακριβώς υλικοτεχνικό εξοπλισμό. Στην συγκεκριμένη περίπτωση πραγματοποιήθηκε, κατά την έννοια του άρθρου 4 παρ.1 του Π.Δ.178/2002, μεταβίβαση επιχείρησης από την πρώτη εναγομένη προς το δεύτερο εναγόμενο δεδομένου ότι (i) η ίδια κατ’ αντικείμενο δραστηριότητα ασκείται στον ίδιο επαγγελματικό χώρο στον ………… Αττικής επί της οδού …………… αρ. ………, (ii) μεταβιβάστηκε από την πρώτη εναγομένη στο δεύτερο εναγόμενο ο μηχανολογικός και ηλεκτρολογικός εξοπλισμός της επιχείρησης [χωρίς να ασκεί κάποια επιρροή η μη μεταβίβαση του …….. αυτοκινήτου εργοστασίου κατασκευής ……], καθώς και η πελατεία, ενώ (iii) η δραστηριότητα της επιχείρησης δεν διακόπηκε. Συνακόλουθα καθίσταται σαφές ότι κύρια αιτία της καταγγελίας της σύμβασης εξαρτημένης εργασίας του ενάγοντος από την πρώτη εναγόμενη εργοδότριά του είναι ακριβώς το γεγονός της μεταβίβασης της επιχείρησης στο δεύτερο εναγόμενο. Κατόπιν τούτων η από 5.10.2020 καταγγελία της σύμβασης εργασίας του ενάγοντος είναι άκυρη και η πρώτη εναγόμενη εργοδότρια περιήλθε σε κατάσταση υπερημερίας ως προς την αποδοχή των υπηρεσιών του ενάγοντος με συνέπεια ο τελευταίος να δικαιούται μισθούς υπερημερίας για το χρονικό διάστημα που εκτείνεται από τις 6.10.2020 έως την 31.10.2022, και συγκεκριμένα το ποσό των δεκαεπτά χιλιάδων εννιακοσίων δώδεκα ευρώ και δεκαεννέα λεπτών [17.912,19€ (658,81€ αποδοχές υπερημερίας Φεβρουαρίου 2021 + 1037,50€ αποδοχές υπερημερίας Μαρτίου 2021 + 1.004,51€ αποδοχές Απριλίου 2021 + 536,78€ επίδομα εορτών Πάσχα 2021 + 689,02€ αποδοχές Μαΐου 2021 + 950,38€ αποδοχές Ιουνίου + 1.037,50€ αποδοχές Ιουλίου 2021 + 1.037,50€ αποδοχές Αυγούστου 2021 + 1.037,50€ αποδοχές Σεπτεμβρίου 2021 + 863,50€ αποδοχές Οκτωβρίου 2021 + 584,58€ αποδοχές Νοεμβρίου 2021 + 584,58€ αποδοχές Δεκεμβρίου 2021 + 887,15€ επίδομα εορτών Χριστουγέννων 2021 + 397,04€ επίδομα αδείας 2021 + 525,30€ αποδοχές Ιανουαρίου 2022 + 525,30€ αποδοχές Φεβρουαρίου 2022 + 525,30€ αποδοχές Μαρτίου 2022 + 525,30€ αποδοχές Απριλίου 2022 + 232,55€ επίδομα εορτών Πάσχα + 490,98€ αποδοχές Μαΐου 2022 + 490,98€ αποδοχές Ιουνίου 2022 + 490,98€ αποδοχές Ιουλίου 2022 + 490,98€ αποδοχές Αυγούστου 2022 + 490,98€ αποδοχές Σεπτεμβρίου 2022 + 490,98€ αποδοχές Οκτωβρίου 2022 + 1.080,72€ επίδομα εορτών Χριστουγέννων 2022 + 245,49€ επίδομα αδείας 2022]. Επιπλέον αποδείχθηκε ότι ο ενάγων δεν έλαβε (i) κατά το έτος 2015 δέκα [10] ημέρες αδείας, (ii) κατά το έτος 2016 δέκα [10] ημέρες αδείας, (iii) κατά το έτος 2017 δέκα [10] ημέρες αδείας, (iv) κατά το έτος 2018 δέκα [10] ημέρες αδείας και (v) κατά το έτος 2019 δέκα [10] ημέρες αδείας, και ως εκ τούτου η πρώτη εναγόμενη εργοδότρια οφείλει σε αυτόν [ενάγοντα] για αποδοχές αδείας των ως άνω ετών το ποσό των δύο χιλιάδων εβδομήντα πέντε ευρώ [2.075€]. Ας σημειωθεί, ακόμη, ότι δεν αποδείχτηκε από κάποιο αποδεικτικό μέσο της δικογραφίας ότι ο ενάγων είχε αιτηθεί την άδειά του από την πρώτη εναγόμενη εργοδότριά του κατά τα έτη 2015, 2016, 2017, 2018 και 2019 και η τελευταία αρνήθηκε υπαιτίως να του τη χορηγήσει, και ως εκ τούτου το κονδύλιο επιδίκασης προσαύξησης 100% επί των αποδοχών αδείας του ενάγοντος, ως αστική ποινή, πρέπει να απορριφθεί ως ουσιαστικά αβάσιμο. Πρέπει, ακόμη, να επισημανθεί ότι συνεπεία της μεταβίβασης της επιχείρησης μεταβιβάζεται το σύνολο των δικαιωμάτων και υποχρεώσεων, ενοχικών και διαπλαστικών, καθώς και των προσδοκιών από τον παλαιό στο νέο εργοδότη, ενώ παράλληλα ο προηγούμενος εργοδότης και μετά τη μεταβίβαση ευθύνεται αλληλεγγύως και εις ολόκληρο με το νέο εργοδότη για τις υποχρεώσεις που προέκυψαν από τη σύμβαση ή σχέση εργασίας μέχρι το χρόνο που αναλαμβάνει ο διάδοχος, σύμφωνα με το άρθρο 4 παρ.1 του Π.Δ.178/2002. Με βάση τις ως άνω παραδοχές πρέπει (i) η αγωγή να γίνει μερικά δεκτή ως ουσιαστικά βάσιμη, (ii) να αναγνωρισθεί η ακυρότητα της από 5.10.2020 καταγγελίας της σύμβασης εξαρτημένης εργασίας του ενάγοντος ………… εκ μέρους της πρώτης εναγόμενης …………, (iii) να υποχρεωθεί ο δεύτερος εναγόμενος ………… να αποδέχεται τις προσηκόντως προσφερόμενες υπηρεσίες του ενάγοντος ………… και να καταδικασθεί [ο δεύτερος εναγόμενος …………] σε χρηματική ποινή εκατό ευρώ [100€] και προσωπική κράτηση διάρκειας δέκα [10] ημερών για κάθε ημέρα άρνησης συμμόρφωσης προς την υποχρέωσή του, και (iv) να υποχρεωθούν αμφότεροι οι εναγόμενοι [………… και ………….] να καταβάλουν ευθυνόμενοι σε ολόκληρο και αλληλεγγύως στον ………… το ποσό των δεκαεννέα χιλιάδων εννιακοσίων ογδόντα επτά ευρώ και δεκαεννέα λεπτών [19.987,19€] με το νόμιμο τόκο υπερημερίας από τότε που κάθε επιμέρους κονδύλιο κατέστη απαιτητό και ληξιπρόθεσμο, και συγκεκριμένα οι μισθοί υπερημερίας από το τέλος κάθε μήνα κατά τον οποίο κατέστησαν ληξιπρόθεσμοι, τα επιδόματα εορτών Πάσχα από τις 30 Απριλίου του αντίστοιχου έτους, τα επιδόματα εορτών Χριστουγέννων και αδείας και οι αποδοχές αδείας από την 31η Δεκεμβρίου του αντίστοιχου έτους. Η απόφαση πρέπει να κηρυχθεί μερικά προσωρινά εκτελεστή και συγκεκριμένα για το ποσό των δύο χιλιάδων εβδομήντα πέντε ευρώ [2.075€] που αφορά αποδοχές αδείας ετών 2015, 2016, 2017, 2018 και 2019. Τέλος αμφότεροι οι εναγόμενοι πρέπει να καταδικασθούν να πληρώσουν μέρος των δικαστικών εξόδων του ενάγοντος κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στο διατακτικό.
ΠΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
-Δικάζει με παρόντες τους διαδίκους.
-Δέχεται μερικά την αγωγή.
-Αναγνωρίζει την ακυρότητα της από 5.10.2020 καταγγελίας της σύμβασης εξαρτημένης εργασίας του ενάγοντος ………… εκ μέρους της εναγόμενης …………
-Υποχρεώνει τον εναγόμενο ………… να αποδέχεται τις προσηκόντως προσφερόμενες υπηρεσίες του ενάγοντος ………… και καταδικάζει τον εναγόμενο ………… σε χρηματική ποινή εκατό ευρώ [100€] και προσωπική κράτηση διάρκειας δέκα [10] ημερών για κάθε ημέρα άρνησης συμμόρφωσης προς την υποχρέωσή του.
-Υποχρεώνει τους εναγόμενους [……………… και …………………] να καταβάλουν ευθυνόμενοι σε ολόκληρο και αλληλεγγύως στον ………… το ποσό των δεκαεννέα χιλιάδων εννιακοσίων ογδόντα επτά ευρώ και δεκαεννέα λεπτών [19.987,19€] με το νόμιμο τόκο υπερημερίας κατά τα οριζόμενα στο ιστορικό της απόφασης.
-Καταδικάζει τους εναγόμενους […………και …………] να πληρώσουν τα δικαστικά έξοδα του ενάγοντος ………… τα οποία ανέρχονται στο ποσό των εξακοσίων ευρώ [600€].
-Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στην Αθήνα στις 9 Ιανουαρίου 2023 χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξούσιων δικηγόρων τους.