Περίληψη:
Υπόθεση: Αγωγή εργαζομένων για καταβολή ενός επιπλέον μισθού κάθε μήνα, δικαίωμα κεκτημένο κατά το επίδικο χρονικό διάστημα, κατόπιν νομοθετικής πρόβλεψης για μείωση των αποδοχών τους (μέσω της λήψης αντί του ενός μηνιαίου μισθού κάθε μήνα, επιδόματος ποσοστού 30% επί του καταβαλλόμενου βασικού μισθού), χωρίς να συντρέχει λόγος γενικού συμφέροντος.
Πραγματικά περιστατικά: Οι εφεσίβλητοι προσλήφθηκαν από το εκκαλούν ΝΠΙΔ με συμβάσεις εργασίας ορισμένου χρόνου στο πλαίσιο προγράμματος για την υγειονομική κάλυψη προσφύγων και μεταναστών. Σύμφωνα με τη νομοθεσία (άρθρο 123 παρ. 4 του ν. 4549/2018 για τους ιατρούς και άρθρο 50 παρ. 9 του ν. 4633/2019 για το λοιπό προσωπικό), οι εργαζόμενοι δικαιούνταν, πέραν των λοιπών αποδοχών, έναν επιπλέον μηνιαίο μισθό. Η παροχή αυτή καταβαλλόταν ανελλιπώς κάθε μήνα μέχρι τον Οκτώβριο 2021, οπότε διακόπηκε η καταβολή της μετά από έγγραφο του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους που ερμήνευε ότι ο επιπλέον μισθός έπρεπε να καταβάλλεται άπαξ ετησίως και όχι μηνιαίως.
Ζητήματα: 1. Αν η διάταξη του άρθρου 162 του ν. 4972/2022, που χαρακτηρίστηκε ως “ερμηνευτική” και όριζε ότι ο επιπλέον μηνιαίος μισθός πρέπει να καταβάλλεται άπαξ σε δωδεκάμηνη βάση, είναι πράγματι ερμηνευτική και μπορεί να έχει αναδρομική ισχύ. 2. Αν οι ρυθμίσεις του άρθρου 162 του ν. 4972/2022 και των άρθρων 62, 74 παρ. 3 και 75 παρ. 2 περ. ζ του ν. 4999/2022 παραβιάζουν το προστατευόμενο από το άρθρο 1 του Πρώτου Πρόσθετου Πρωτοκόλλου της ΕΣΔΑ δικαίωμα στην περιουσία και την αρχή της αναλογικότητας κατ’ άρθρο 25 παρ. 1 του Συντάγματος. 3. Το δικαίωμα των εργαζομένων να λαμβάνουν τον επιπλέον μηνιαίο μισθό σε μηνιαία βάση για το επίδικο διάστημα (1.11.2021 έως 6.12.2022).
Κυριότερες διατάξεις που εφαρμόστηκαν: 1. Άρθρο 123 παρ. 4 του ν. 4549/2018 και άρθρο 50 παρ. 9 του ν. 4633/2019 περί καταβολής ενός επιπλέον μηνιαίου μισθού στους εργαζομένους των ΚΦΠΜ και ΚΥΤ. 2. Άρθρο 162 του ν. 4972/2022 περί “αληθούς έννοιας” των ανωτέρω διατάξεων 3. Άρθρα 62, 74 παρ. 3 και 75 παρ. 2 περ. ζ του ν. 4999/2022 περί κατάργησης των ανωτέρω διατάξεων και αντικατάστασής τους με νέες. 4. Άρθρο 77 του Συντάγματος περί αυθεντικής ερμηνείας των νόμων. 5. Άρθρο 1 του Πρώτου Πρόσθετου Πρωτοκόλλου της ΕΣΔΑ περί προστασίας της περιουσίας. 6. Άρθρο 25 παρ. 1 του Συντάγματος περί αρχής της αναλογικότητας
Η κρίση του δικαστηρίου: Το εφετείο έκρινε ότι η διάταξη του άρθρου 162 του ν. 4972/2022 δεν είναι πράγματι ερμηνευτική, καθώς οι αρχικές διατάξεις του ν. 4549/2018 και του ν. 4633/2019 ήταν σαφείς και δεν χρειάζονταν ερμηνεία. Οι αρχικές διατάξεις προέβλεπαν σαφώς την καταβολή ενός επιπλέον μηνιαίου μισθού σε μηνιαία βάση, όπως αποδεικνύεται και από την πρακτική εφαρμογή τους. Συνεπώς, η “ερμηνευτική” διάταξη δεν μπορεί να έχει αναδρομική ισχύ σύμφωνα με το άρθρο 77 παρ. 2 του Συντάγματος. Επιπλέον, έκρινε ότι οι μεταγενέστερες νομοθετικές ρυθμίσεις που προέβλεπαν τη μείωση των αποδοχών των εργαζομένων (μέσω της αντικατάστασης του μηνιαίου επιπλέον μισθού με επίδομα 30% επί του βασικού μισθού), χωρίς να συντρέχει λόγος γενικού συμφέροντος, παραβιάζουν το προστατευόμενο από το άρθρο 1 του ΠΠΠ της ΕΣΔΑ δικαίωμα στην περιουσία και την αρχή της αναλογικότητας. Ως εκ τούτου, το Εφετείο απέρριψε την έφεση του εναγομένου και επικύρωσε την πρωτόδικη απόφαση που είχε επιδικάσει συνολικά 369.763,41 Ευρώ για κίνητρο συμμετοχής και παραμονής στο πρόγραμμα.
Σημασία και Συνέπειες της Απόφασης: Η απόφαση έχει σημαντικές επιπτώσεις για την προστασία των κεκτημένων εργασιακών δικαιωμάτων και την ερμηνεία των νόμων που επηρεάζουν αναδρομικά τις αποδοχές των εργαζομένων. Επιβεβαιώνει ότι οι νόμοι που φέρονται ως ερμηνευτικοί αλλά στην πραγματικότητα τροποποιούν ουσιωδώς προηγούμενες διατάξεις, δεν μπορούν να έχουν αναδρομική ισχύ, σύμφωνα με το άρθρο 77 του Συντάγματος. Επιπλέον, η απόφαση ενισχύει την προστασία των περιουσιακών δικαιωμάτων των εργαζομένων, αναγνωρίζοντας ότι οι νομοθετικές παρεμβάσεις που μειώνουν αναδρομικά τις αποδοχές χωρίς επαρκή αιτιολόγηση γενικού συμφέροντος, παραβιάζουν το άρθρο 1 του Πρώτου Πρόσθετου Πρωτοκόλλου της ΕΣΔΑ και την αρχή της αναλογικότητας. Η απόφαση αποτελεί σημαντικό προηγούμενο για παρόμοιες υποθέσεις που αφορούν αναδρομικές μειώσεις αποδοχών εργαζομένων στον δημόσιο τομέα.
Δημοσιευμένη σε: Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών NOMOS
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
ΕΦΕΤΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ
ΑΡΙΘΜΟΣ 1000/2025
ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ
Τμήμα 5°
Αποτελούμενο από την Δικαστή Γεωργία Ασσυχίδου, Εφέτη, που όρισε το Τριμελές Συμβούλιο Διοικήσεως του Εφετείου Αθηνών, και από τη Γραμματέα Θεώνη Αναγνωστοπούλου.
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις 24-9-2024 για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:
ΤΟΥ ΕΚΚΑΛΟΥΝΤΟΣ : Νομικού Προσώπου Ιδιωτικού Δικαίου (ΝΠΙΔ) με την επωνυμία ……….., το οποίο εδρεύει στο …….. (οδός ……… αρ. ……….., με ΑΦΜ …………. ΔΟΥ …………., όπως νόμιμα εκπροσωπείται, ως καθολικός διάδοχος του Νομικού Προσώπου Δημοσίου Δικαίου με την επωνυμία «……………………» (…………….), σύμφωνα με το άρθρο 14 του Ν. 4633/2019 (ΦΕΚ A 161/16-10-2019), το οποίο είχε υπεισέλθει ως καθολικός διάδοχος στα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις του «…………………………..» (…………………..), σύμφωνα με το άρθρο 62 του Ν. 4600/2019 (ΦΕΚ A 43/09-03-2019), το οποίο εκπροσωπήθηκε με δήλωση του άρθρου 242 παρ. 2 του ΚΠολΔ από την πληρεξούσια δικηγόρο του Αριάνδη Κατσουλάκη με AM ΔΣΑ 037313.
ΤΩΝ ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΩΝ : 1) ………….., με όνομα πατρός …………….., κατοίκου …………….., οδός ………….., αρ. ………….., με ΑΦΜ ……………., 2) ……………………., με όνομα πατρός ………., κατοίκου ……………, οδός ………….. αρ. ……….. με ΑΦΜ …….., 3) ……………….., με όνομα πατρός ……………….., κατοίκου ……………….., οδός ………….., αρ. …….., με ΑΦΜ ………., 4) ………….., με όνομα πατρός …………….., κατοίκου …………….., οδός ………….., αρ. ………….., με ΑΦΜ ……………., 5) ………….., με όνομα πατρός …………….., κατοίκου …………….., οδός ………….., αρ. ………….., με ΑΦΜ ……………., 6) ………….., με όνομα πατρός …………….., κατοίκου …………….., οδός ………….., αρ. ………….., με ΑΦΜ …………….,7) ………….., με όνομα πατρός …………….., κατοίκου …………….., οδός ………….., αρ. ………….., με ΑΦΜ ……………., 8) ………….., με όνομα πατρός …………….., κατοίκου …………….., οδός ………….., αρ. ………….., με ΑΦΜ ……………., 9) ………….., με όνομα πατρός …………….., κατοίκου …………….., οδός ………….., αρ. ………….., με ΑΦΜ …………….,10) ………….., με όνομα πατρός …………….., κατοίκου …………….., οδός ………….., αρ. ………….., με ΑΦΜ …………….,11………….., με όνομα πατρός …………….., κατοίκου …………….., οδός ………….., αρ. ………….., με ΑΦΜ …………….,12) ………….., με όνομα πατρός …………….., κατοίκου …………….., οδός ………….., αρ. ………….., με ΑΦΜ …………….,13) ………….., με όνομα πατρός …………….., κατοίκου …………….., οδός ………….., αρ. ………….., με ΑΦΜ ……………., 14) ………….., με όνομα πατρός …………….., κατοίκου …………….., οδός ………….., αρ. ………….., με ΑΦΜ …………….,15) ………….., με όνομα πατρός …………….., κατοίκου …………….., οδός ………….., αρ. ………….., με ΑΦΜ ……………., 16) ………….., με όνομα πατρός …………….., κατοίκου …………….., οδός ………….., αρ. ………….., με ΑΦΜ ……………., 17………….., με όνομα πατρός …………….., κατοίκου …………….., οδός ………….., αρ. ………….., με ΑΦΜ ……………., 18) ………….., με όνομα πατρός …………….., κατοίκου …………….., οδός ………….., αρ. ………….., με ΑΦΜ ……………., 19………….., με όνομα πατρός …………….., κατοίκου …………….., οδός ………….., αρ. ………….., με ΑΦΜ ……………., 20) ………….., με όνομα πατρός …………….., κατοίκου …………….., οδός ………….., αρ. ………….., με ΑΦΜ ……………., 21) ………….., με όνομα πατρός …………….., κατοίκου …………….., οδός ………….., αρ. ………….., με ΑΦΜ ……………., 22) ………….., με όνομα πατρός …………….., κατοίκου …………….., οδός ………….., αρ. ………….., με ΑΦΜ ……………., 23)………….., με όνομα πατρός …………….., κατοίκου …………….., οδός ………….., αρ. ………….., με ΑΦΜ ……………., 24) ………….., με όνομα πατρός …………….., κατοίκου …………….., οδός ………….., αρ. ………….., με ΑΦΜ ……………., 25………….., με όνομα πατρός …………….., κατοίκου …………….., οδός ………….., αρ. ………….., με ΑΦΜ ……………., 26) ………….., με όνομα πατρός …………….., κατοίκου …………….., οδός ………….., αρ. ………….., με ΑΦΜ ……………., 27) ………….., με όνομα πατρός …………….., κατοίκου …………….., οδός ………….., αρ. ………….., με ΑΦΜ ……………., 28) ………….., με όνομα πατρός …………….., κατοίκου …………….., οδός ………….., αρ. ………….., με ΑΦΜ ……………., 29) ………….., με όνομα πατρός …………….., κατοίκου …………….., οδός ………….., αρ. ………….., με ΑΦΜ ……………., 30) ………….., με όνομα πατρός …………….., κατοίκου …………….., οδός ………….., αρ. ………….., με ΑΦΜ ……………., 31) ………….., με όνομα πατρός …………….., κατοίκου …………….., οδός ………….., αρ. ………….., με ΑΦΜ ……………., 32) ………….., με όνομα πατρός …………….., κατοίκου …………….., οδός ………….., αρ. ………….., με ΑΦΜ ……………., 33) ………….., με όνομα πατρός …………….., κατοίκου …………….., οδός ………….., αρ. ………….., με ΑΦΜ ……………., οι οποίοι εκπροσωπήθηκαν με δήλωση του άρθρου 242 παρ. 2 του ΚΠολΔ από τον πληρεξούσιο δικηγόρο τους Δημήτριο Βλαχόπουλο με AM ΔΣΑ 029922.
Οι ενάγοντες, ήδη εφεσίβλητοι, με την από 31-5-2023 αγωγή τους προς το Μονομελές Πρωτοδικείο Αθηνών, που έχει κατατεθεί με αριθμ. έκθ. κατ. ………….., ζήτησαν να γίνουν δεκτά τα όσα αναφέρονται σε αυτήν. Το Δικαστήριο εκείνο, αφού δίκασε κατά τη δικάσιμο της 13ης-11-2023 την ως άνω αγωγή, εξέδωσε την οριστική του απόφαση 148/2024, με την οποία έκανε εν μέρει δεκτή την αγωγή.
Την απόφαση αυτή προσέβαλε ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου το εναγόμενο, ήδη εκκαλούν, με την από 4-4-2024 έφεσή του, που έχει κατατεθεί με Γενικό και Ειδικό Αριθμό κατάθ. Πρωτ. ……/……/4-4-2024 και Εφετ. ……./……./8-4-2024, η οποία προσδιορίστηκε για τη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας.
Η υπόθεση εκφωνήθηκε από τη σειρά του οικείου πινακίου με αριθμό … και συζητήθηκε.
Οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων κατέθεσαν εμπρόθεσμα τις προτάσεις τους και παραστάθηκαν στο ακροατήριο του Δικαστηρίου τούτου όπως παραπάνω αναφέρεται.
ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
I. Η κρινόμενη από 4-4-2024 (με Γενικό και Ειδικό Αριθμό κατάθ. Πρωτ. ……/……/4-4-2024 και Εφετ. ……./……./8-4-2024) έφεση του πρωτοδίκως ηττηθέντος εναγομένου και ήδη εκκαλούντος κατά της οριστικής απόφασης 148/2024 του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, το οποίο δίκασε την από 31-5-2023 (αριθμ. έκθ. κατ. ……./……./2023) αγωγή των εναγόντων και ήδη εφεσιβλήτων, αντιμωλία των διαδίκων, κατά την ειδική διαδικασία των περιουσιακών (εργατικών) διαφορών, σύμφωνα με το άρθρο 614 παρ. 3 περ. α του ΚΠολΔ, έχει ασκηθεί νομότυπα και εμπρόθεσμα (άρθρα 495 επ., 511, 513, παρ. 1 εδ. Β, 516, 517, 518 παρ. 1, 520 ΚΠολΔ), δεδομένου ότι ασκήθηκε με την κατάθεσή της στη Γραμματεία του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών την 4-4-2024, δηλαδή ασκήθηκε εντός της γνήσιας προθεσμίας των τριάντα ημερών, η οποία άρχεται από την επομένη της επίδοσης της (εκκαλουμένης) απόφασης που περατώνει τη δίκη, ήτοι από 8-3-2024 (βλ. την από 8-3-2024 επισημείωση στην ως άνω απόφαση του δικαστικού επιμελητή του Εφετείου Αθηνών Κων/νου Αεράκη). Πρέπει, επομένως, να γίνει τυπικά δεκτή (άρθρο 532 του ΚΠολΔ) και να ερευνηθεί περαιτέρω, μέσα στα όρια που καθορίζονται από αυτήν, ως προς το παραδεκτό και βάσιμο των λόγων της, (άρθρα 522 και 533 παρ. 1 του ΚΠολΔ σε συνδυασμό με το άρθρο 591 του ιδίου κώδικα) κατά την παραπάνω ειδική διαδικασία των περιουσιακών (εργατικών) διαφορών.
II. Οι ενάγοντες με την κρινόμενη αγωγή τους ιστορούσαν ότι απασχολήθηκαν από το εναγόμενο, στα πλαίσια του προγράμματος PHILOS, που εκπονήθηκε δυνάμει των ρυθμίσεων της υπ’ αρ. ΓΠοικ64186/2018 ΚΥΑ, με διαδοχικές έγκυρες συμβάσεις εξαρτημένης εργασίας ορισμένου χρόνου πλήρους απασχόλησης, ο καθένας στο Κέντρο Φιλοξενίας Προσφύγων Μεταναστών (ΚΦΠΜ) ή Κέντρο Υποδοχής και Ταυτοποίησης (ΚΥΤ), με την ειδικότητα και για το χρονικό διάστημα, που αναφέρονται στο εισαγωγικό δικόγραφο. Ότι η αμοιβή τους καθορίστηκε για μεν τους ιατρούς από τις ρυθμίσεις του άρθρου 123 παρ. 4 του ν. 4549/2018, όπως αντικαταστάθηκε με το άρ¬θρο 5 παρ. 2 του ν. 4574/2018 και τροποποιήθηκε με το άρθρο 9 του ν. 4647/2019 και για τις λοιπές ειδικότητες από τις ρυθμίσεις του άρθρου 50 παρ. 9 του ν. 4633/2019, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 8 του ν.4647/2019. Ότι δυνάμει των ανωτέρω ρυθμίσεων προβλεπόταν η χορήγηση σε αυτούς, πέραν των λοιπών προβλεπόμενων αποδοχών, ενός επιπλέον μηνιαίου μισθού κάθε μήνα. Ότι η εν λόγω παροχή, που αποτελούσε γι’ αυτούς κίνητρο συμμετοχής στο πρόγραμμα του εναγομένου, τους κα¬ταβαλλόταν ανελλιπώς μέχρι και τον Οκτώβριο του 2021, πλην όμως από την 1η.11.2021 και εφεξής σταμάτησε να τους χορηγείται, κατόπιν έγγραφης ενημέρωσης του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους, ότι σύμφωνα με τη διατύπωση των νομοθετικών ρυθμίσεων, που την προβλέπουν, θα έπρεπε να χορηγείται άπαξ κάθε δωδεκάμηνο και όχι σε μηνιαία βάση. Ότι κατόπιν στις 23.9.2022 δημοσιεύθηκε ο ν. 4972/2022, με το άρθρο 162 του οποίου ορίστηκε ότι η αληθής έννοια των προαναφερθεισών ρυθμίσεων του άρθρου 123 παρ. 4 του ν. 4549/2018 και του άρθρου 50 παρ. 9 του ν. 4633/2019 είναι ότι καταβάλλεται ένας επιπλέον μηνιαίος μισθός άπαξ σε δωδεκάμηνη βάση. Ότι επίσης με τις ρυθμίσεις των άρθρων 62, 74 παρ. 3 και 75 παρ. 2ζ’ του ν. 4999/2022, που δημοσιεύθηκε στις 7.12.2022, προβλέφθηκε ότι από την 1η.1.2022 καταργούνται οι ρυθμίσεις των άρθρων 123 παρ. 4 του ν. 4549/2018 και 50 παρ. 9 του ν. 4633/2019 και ότι από την ίδια ημερομηνία θα τους καταβάλλεται μηνιαίο ειδικό οικονομικό κίνητρο προσέλκυσης και παραμονής σε ποσοστό 30% επί του καταβαλλόμενου μισθού τους. Ότι η ρύθμιση του άρθρου 162 του ν. 4972/2022 αποτελεί ψευδοερμηνευτική διάταξη, της οποίας δεν επιτρέπεται από το Σύνταγμα α-ναδρομική εφαρμογή. Ότι επίσης η ίδια ρύθμιση, όπως και οι ρυθμίσεις των άρθρων 62, 74 παρ. 3 και 75 παρ. 2ζ του ν. 4999/2022, κατά το μέρος που καταργούν ανα¬δρομικά τις ρυθμίσεις των άρθρων 123 παρ. 4 του ν. 4549/2018 και 50 παρ. 9 του ν. 4633/2019 και θίγουν αδικαιολόγητα κεκτημένα οικονομικά συμφέροντά τους, που τους απονεμήθηκαν με νόμο, αντίκεινται στις ρυθμίσεις των άρθρων 4, 5 και 17 του Συντάγματος, 6 της ΕΣΔΑ και 1 του Πρώτου Πρόσθετου Πρωτοκόλλου της ΕΣΔΑ, κα¬θώς επίσης και στις συνταγματικές αρχές της αναλογικότητας και της προστατευόμενης εμπιστοσύνης και συνιστούν μονομερή βλαπτική μεταβολή των όρων των συμβά¬σεων εργασίας τους. Με βάση δε το ιστορικό αυτό, επικαλούμενοι σωρευτικά τις περί αδικοπραξιών διατάξεις και επικουρικά, εάν ήθελε κριθεί ότι οι συμβάσεις τους είναι άκυρες, αυτές περί αδικαιολόγητου πλουτισμού, ζήτησαν, έπειτα από παραδεκτή με¬ρική τροπή του αγωγικού αιτήματος από καταψηφιστικό εν μέρει σε έντοκο αναγνωρι¬στικό (άρθρ. 223, 294, 295, 297 ΚΠολΔ): α) να υποχρεωθεί το εναγόμενο να τους καταβάλει, για το χρονικό διάστημα από τις 1.11.2021 μέχρι τις 6.12.2022 και ειδικά για τους δέκατο τέταρτο, δέκατη πέμπτη, εικοστή δεύτερη και τριακοστή πρώτη εξ αυ¬τών μέχρι τον προγενέστερο χρόνο λύσης της σύμβασής τους με το εναγόμενο (αντί¬στοιχα στις 24.5.2022, στις 28.2.2022, στις 7.10.2022 και στις 14.1.2022), τα κάτωθι ποσά, στα οποία έχουν συνυπολογιστεί οι ημέρες, κατά τις οποίες δεν τους οφείλετο μισθός για οποιονδήποτε λόγο, καθώς επίσης και το επίδομα του άρθρου 62 του ν. 4999/2022, που έλαβαν αναδρομικά για τους μήνες Ιανουάριο και Φεβρουάριο του 2022 και δη: στον 1° το ποσό των 10.810,80 ευρώ, στον 2ο το ποσό των 10.810,80 ευρώ, στον 3° το ποσό των 10.205,06 ευρώ, στον 4° το ποσό των 10.536,24 ευρώ, στον 5° το ποσό των 10.707,84 ευρώ, στον 6° το ποσό των 10.262,97 ευρώ, στον 7° το ποσό των 10.695,83 ευρώ, στον 8° το ποσό των 13.813,58 ευρώ, στον 9° το ποσό των 9.369,36 ευρώ, στον 10° το ποσό των 10.810,80 ευρώ, στον 11° το ποσό των 10.489,05 ευρώ, στον 12° το ποσό των 10.664,51 ευρώ, στην 13η το ποσό των 12.751,62 ευρώ, στον 14° το ποσό των 6.472,92 ευρώ, στην 15η το ποσό των 3.392,66 ευρώ, στην 16η το ποσό των 13.347,24 ευρώ, στον 17° το ποσό των 10.810,80 ευρώ, στην 18η το ποσό των 13.022,56 ευρώ, στην 19η το ποσό των 12.785,21 ευρώ, στην 20η το ποσό των 10.776,48 ευρώ, στην 21η το ποσό των 12.683,09, στην 22η το ποσό των 11.255,79 ευρώ, στην 23η το ποσό των 12.884,24 ευρώ, στην 24η το ποσό των 13.573,56 ευρώ, στην 25η το ποσό των 12.506,50 ευρώ, στην 26η το ποσό των 12.618,40 ευρώ, στον 27° το ποσό των 13.479,27 ευρώ, στην 28η το ποσό των 13.980,76 ευρώ, στην 29η το ποσό των 13 453,39 ευρώ, στην 30η το ποσό των 12.950,24 ευρώ, στην 31 η το ποσό των 2.397,62, στον 32° το ποσό των 12.882,57 ευρώ και στην 33η το ποσό των 12.561,65 ευρώ, με τον νόμιμο τόκο από την τελευταία ημέρα κάθε μήνα για τον αντίστοιχο μισθό, άλλως από την επίδοση της αγωγής μέχρι την εξόφληση, β) να αναγνωριστεί η υποχρέωση του εναγομένου να τους καταβάλει το χρηματικό ποσό των 20.000,00 ευρώ στον καθένα ως χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης, με τον νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής μέχρι την εξόφληση, γ) να κηρυχθεί προσωρινά εκτελεστή η απόφαση που θα εκδοθεί και τέλος δ) να καταδικαστεί το εναγόμενο στα δικαστικά τους έξοδα. Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, με την προσβαλλομένη απόφασή του, αφού δίκασε αντιμωλία των διαδίκων την ως άνω αγωγή, απέρριψε ως μη νόμιμο το αγωγικό αίτημα περί επιδίκασης χρηματικής ικανοποίησης λόγω ηθικής βλάβης και έκανε εν μέρει δεκτή την αγωγή και επιδίκασε στους ενάγοντες τα αιτούμενα με την αγωγή ποσά και συμψήφισε τα δικα¬στικά έξοδα μεταξύ των διαδίκων. Κατά της απόφασης αυτής του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου παραπονείται το εναγόμενο και ήδη εκκαλούν με την υπό κρίση έφεσή του, για τους αναφερόμενους σε αυτήν λόγους, που ανάγονται σε εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου και ζητεί την εξαφάνιση της εκκαλουμένης απόφασης, ώστε να απορριφθεί συνολικά η ως άνω αγωγή και να καταδικασθούν οι αντίδικοί του στα δι-καστικά του έξοδα και των δύο βαθμών δικαιοδοσίας.
III. Κατά το άρθρο 2 ΑΚ, ο νόμος ορίζει για το μέλλον, δεν έχει αναδρομική δύναμη και διατηρεί την ισχύ του, εφόσον άλλος κανόνας δικαίου δεν τον καταργήσει ρητά ή σιωπηρά. Η εν λόγω διάταξη εκφράζει τη γενικότερη αρχή του δικαίου περί μη αναδρομικότητας των νόμων, που αποβλέπει στην κατά το δυνατό βεβαιότητα των δικαιωμάτων ασφάλειας των συναλλαγών και σταθερότητας δικαίου, η οποία (αρχή), όμως, δεν κατοχυρώνεται από το Σύνταγμα και έτσι η διάταξη αυτή δεν έχει αυξημένη τυπική ισχύ. Περαιτέρω, σύμφωνα με το άρθρο 77 παρ. 1 του Συντάγματος, η αυθεντική ερμηνεία των νόμων ανήκει στη νομοθετική λειτουργία. Το δικαίωμα, που παρέχεται με την ως άνω συνταγματική διάταξη στη νομοθετική εξουσία για έκδοση ερμηνευτικών νόμων υφίσταται μόνο στην περίπτωση, κατά την οποία ο ερμηνευόμενος νόμος είναι ασαφής και, λόγω της ασάφειάς του, προέκυψαν ή μπορούσαν να προκύψουν διαφωνίες στη νομική επιστήμη ή στα δικαστήρια για την αληθινή έννοιά του. Την ύπαρξη της προϋπόθεσης αυτής, δηλαδή της ανάγκης ερμηνείας, οπότε η ισχύς του ερμηνευτικού νόμου ανατρέχει στο χρονικό σημείο έναρξης της ισχύος του ερμηνευόμενου νόμου, δικαιούνται να ελέγξουν τα δικαστήρια. Αν, όμως, ο νόμος δεν είναι πράγματι ερμηνευτικός, ισχύει μόνο από τη δημοσίευσή του, κατά τη ρητή επιταγή της δεύτερης παραγράφου του προαναφερθέντος άρθρου 77 του Συντάγματος (ΟλΑΠ 22/1997, ΑΠ 1006/2018, ΑΠ 1316/2006, ΑΠ 1311/2006, ΑΠ 1214/2000, ΑΠ 1191/2000 δημ/νες στην ΤΝΠ Νόμος). Η παραπάνω διάταξη του άρθρου 77 παρ. 2 του Συντάγματος αποκλείει την αναδρομικότητα του ψευδοερμηνευτικού νόμου, όχι όμως και τον αναδρομικό νόμο, που δεν απαγορεύεται. Επομένως, ο νομοθέτης δεν εμποδίζεται, κατ’ αρχήν, να προσδώσει στον νόμο αναδρομική ισχύ, με μόνο περιορισμό τη μη προσβολή συνταγματικά προστατευόμενων δικαιωμάτων (ΑΠ 1908/2005 ΤΝΠ Νόμος). Στον νόμο μπορεί να δοθεί αναδρομική δύναμη ρητά ή σιωπηρά (έμμεσα), όταν, δηλαδή, από την έννοια και τον σκοπό του συνάγεται νομοθετική βούληση περί αναδρομικής ισχύος του, ώστε να ρυθμιστούν και περασμένα γεγονότα ή σχέσεις του παρελθόντος. Εξαιρέσεις από το επιτρεπτό της αναδρομικής ισχύος του νόμου προβλέπονται στο Σύνταγμα από τις διατάξεις των άρθρων 7 παρ. 1 και 78 παρ. 2 του Συντάγματος. Από την απόλυτη απαγόρευση στο Σύνταγμα της αναδρομικότητας των νόμων, που ορίζουν οι συνταγματικές διατάξεις, συνάγεται, ότι στις άλλες περιπτώσεις η αναδρομική ισχύς είναι μεν επιτρεπτή, δεν μπορεί όμως να υπερβεί τα όρια, που θέτουν τα άρθρα 4 και 17 του Συντάγματος, καθώς και οι υπερνομοθετικής ισχύος (άρθρ. 28 παρ. 1 του Συντάγματος) διατάξεις των άρθρων 6 παρ. 1 της ΕΣΔΑ και 1 του Πρώτου Πρόσθετου Πρωτοκόλλου της ΕΣΔΑ. Ειδικότερα, κατά το άρθρο 1 παρ. 1 του Πρώτου Πρόσθετου Πρωτοκόλλου (ΠΠΠ) της ΕΣΔΑ, που κυρώθηκε (μαζί με τη Σύμβαση) με το ν.δ. 53/1974 και έχει, σύμφωνα με το άρθρο 28 παρ. 1 του Συντάγματος, αυξημένη τυπική ισχύ έναντι των κοινών νόμων, ορίζεται, κατ’ ακριβή αντιγραφή, ότι «παν φυσικόν ή νομικόν πρόσωπον δικαιούται σεβασμού της περιουσίας του. Ουδείς δύναται να στερηθεί της ιδιοκτησίας του, ει μη δια λόγους δημοσίας ωφελείας και υπό τους προβλεπομένους υπό του νόμου και των γενικών αρχών του διεθνούς δικαίου όρους. Αι προαναφερόμενοι διατάξεις δεν θίγουν το δικαίωμα παντός κράτους, όπως θέση εν ισχύι νόμους, ους ήθελε κρίνη αναγκαίους προς ρύθμισιν της χρήσεως αγαθών, συμφώνως προς το δημόσιον συμφέρον, ή προς εξασφάλισιν της καταβολής φόρων ή άλλων εισφορών ή προστίμων (…)». Στην κατά τα ανωτέρω προστατευόμενη περιουσία περιλαμβάνονται όχι μόνο τα από το άρθρο 17 του Συντάγματος προστατευόμενα εμπράγματα δικαιώματα, αλλά και όλα τα περιουσιακής φύσης δικαιώματα και τα νομίμως κεκτημένα οικονομικά συμφέροντα, άρα και τα περιουσιακά ενοχικά δικαιώματα και μάλιστα οι περιουσιακού χαρακτήρα απαιτήσεις, είτε αναγνωρισμένες με δικαστική ή διαιτητική απόφαση, είτε απλώς γεννημένες κατά το εθνικό δίκαιο, εφόσον υπάρχει νόμιμη προσδοκία με βάση το ισχύον πριν από την προσφυγή στο δικαστήριο νομοθετικό καθεστώς, ότι μπορούν να ικανοποιηθούν δικαστικά (ΟλΑΠ 6/2007, ΑΠ 1385/2018, ΑΠ 996/2008 δημ/νες στην ΤΝΠ Νόμος). Περαιτέρω, περιουσία, κατά την έννοια του άρθρου 1 του ΠΠΠ, αποτελεί και η αξίωση για καταβολή προβλεπόμενων από τη νομοθεσία του συμβαλλόμενου κράτους αποδοχών, εφόσον συντρέχουν οι προβλεπόμενες για την καταβολή τους προϋποθέσεις (ΑΠ 7/2023 ΤΝΠ Νόμος). Δεν περιλαμβάνονται, όμως, στην κατά τα ανωτέρω έννοια της περιουσίας οι απλές προσδοκίες, όταν, ιδίως, η ικανοποίησή τους εξαρτάται από μέλλοντα και αβέβαια γεγονότα, όπως η διατήρηση αμετάβλητων των συνθηκών, υπό τις οποίες κάποιο πρόσωπο πέτυχε να καταλάβει μια θέση εργασίας, της οποίας η διατήρηση είναι συνυφασμένη με την ύπαρξη ή την οικονομική πορεία του φορέα, στον οποίο ανήκει. Ως εκ τούτου, η απλή προσδοκία του εργαζόμενου να διατηρηθεί στο μέλλον η σύμβαση εργασίας δεν εμπίπτει στο πεδίο προστασίας του άρθρου 1 του ΠΠΠ της ΕΣΔΑ (ΑΠ 10/2022 ΤΝΠ Νόμος). Περαιτέρω, με την εκ του άρθρου 1 του ΠΠΠ της ΕΣΔΑ παρεχόμενη προστασία δεν κατοχυρώνεται δικαίωμα σε μισθό ή σύνταξη ορισμένου ύψους, με συνέπεια να μην αποκλείεται, καταρχήν, διαφοροποίηση του ύψους του μισθού, αναλόγως με τις επικρατούσες εκάστοτε συνθήκες, εκτός αν συντρέχει περίπτωση διακινδύνευσης της αξιοπρεπούς διαβίωσης (ΑΠ 7/2023, ΑΠ 10/2022 ό.π.). Εξ άλλου, για να είναι σύμφωνη με τις διατάξεις του άρθρου 1 του ΓΙΠΠ επέμβαση σε περιουσιακής φύσης αγαθό, υπό την ανωτέρω έννοια, πρέπει να προβλέπεται από νομοθετικές ή άλλου είδους κανονιστικές διατάξεις, καθώς και να δικαιολογείται από λόγους γενικού συμφέροντος (ΟλΑΠ 6/2007, ΑΠ 7/2023, ΑΠ 10/2022, ΑΠ 1385/2018, ΑΠ 996/2008 ό.π.). Περαιτέρω, πρέπει να τηρείται η αρχή της αναλογικότητας, ήτοι πρέπει η επέμβαση στην περιουσία να είναι πρόσφορη και αναγκαία για την επίτευξη του επιδιωκόμενου από τον νομοθέτη σκοπού γενικού συμφέροντος και να μην είναι δυσανάλογη σε σχέση προς αυτόν (ΑΠ 7/2023, ΑΠ 10/2022 ό.π.). Δυνάμει της υπ’ αρ. Γ.Π.οικ.64186 κοινής απόφασης των συναρμόδιων Υπουργών (ΦΕΚ Β’ 3877/06.09.2018) «Ανάθεση Προγράμματος για τη διασφάλιση της δημόσιας υγείας και την κάλυψη των υγειονομικών αναγκών των προσφύγων και μεταναστών, με φορέα υλοποίησης το ………..», που εκδόθηκε κατ’ εξουσιοδότηση του άρθρου 123 παρ. 1 του ν. 4549/2018, ανατέθηκε κατ’ αποκλειστικότητα στο ………. [στη θέση του οποίου υπεισήλθε ως καθολικός διάδοχος, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 62 του ν. 4600/2019, το ΝΠΔΔ με την επωνυμία «……….. ( ……)», το οποίο ακολούθως διαδέχθηκε ως καθολικός διάδοχος, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 14 του ν. 4633/2019, το εναγόμενο ΝΠΙΔ] η υλοποίηση έργου, με αντικείμενο τη διασφάλιση της δημόσιας υγείας και την κάλυψη των υγειονομικών αναγκών των προσφύγων και μεταναστών και με κάλυψη της σχετικής δαπάνης από το εθνικό ή συγχρηματοδοτούμενο σκέλος του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων. Ειδικότερα, το εν λόγω έργο ορίστηκε ότι θα περιλαμβάνει τις κάτωθι δράσεις: «α) Παρεμβάσεις δημόσιας υγείας, λειτουργία συστήματος επιδημιολογικής επιτήρησης, συντονισμός εμβολιασμών στον εν λόγω πληθυσμό και εκτίμηση των συνθηκών υγιεινής των χώρων διαμονής των προσφύγων. Ως παρεμβάσεις δημόσιας υγείας νοούνται οι δράσεις που κρίνονται απαραίτητες για την πρόληψη εμφάνισης λοιμωδών και μη νοσημάτων, β) Ενίσχυση των δομών του δημόσιου συστήματος υγείας, που περιλαμβάνει την ενίσχυση του ανθρώπινου δυναμικού δομών που ανήκουν στο δημόσιο σύστημα παροχής πρωτοβάθμιας, δευτεροβάθμιας και τριτοβάθμιας φροντίδας υγείας στους τομείς της παιδιατρικής, της γυναικολογίας – μαιευτικής, της νοσηλευτικής και της ψυχικής υγείας, τη σύσταση και λειτουργία γραφείου υποδοχής και ενημέρωσης προσφύγων και μεταναστών στις δομές υγείας, την πρόσληψη διασωστών για την ενίσχυση των τομέων του Εθνικού Κέντρου Άμεσης Βοήθειας (ΕΚΑΒ) που έχουν επιβαρυνθεί με διακομιδές λόγω της προσφυγικής κρίσης, γ) Επιστημονική επίβλεψη και συντονισμό των προγραμμάτων, που περιλαμβάνει την ανάπτυξη επιχειρησιακού σχεδίου του προγράμματος, την επιστημονική εποπτεία του, τον έλεγχο υλοποίησης του φυσικού και οικονομικού αντικειμένου, το συντονισμό και την αντιμετώπιση επειγόντων συμβάντων, την παρακολούθηση κάθε φάσης υλοποίησης, την υλοποίηση των διαδικασιών πρόσληψης προσωπικού, την εκτέλεση διαγωνισμών, την επίβλεψη συστήματος διαχείρισης και τεκμηρίωσης του οικονομικού αντικειμένου, την επικοινωνία με φορείς υγείας, την υλοποίηση ενημέρωσης και διάχυσης των αποτελεσμάτων του προγράμματος, δ) Εκπαίδευση του προσωπικού που θα προσληφθεί για τις ανωτέρω δράσεις, αξιολόγηση συνολικά της υλοποίησης του προγράμματος και δημοσιοποίηση των αποτελεσμάτων αξιολόγησης και των επιστημονικών ευρημάτων» (άρθρο 1 παρ. 1 ΚΥΑ). Το έργο αυτό ορίστηκε αρχικά με διάρκεια 24 μηνών και ακολούθως «μέχρι και την ολοκλήρωση του φυσικού και οικονομικού αντικειμένου του συγχρηματοδοτούμενου προγράμματος και σε κάθε περίπτωση μέχρι τη λήξη της τρέχουσας προγραμματικής περιόδου, κατά την οποία αυτό χρηματοδοτείται» (άρθρο 1 παρ. 2 ΚΥΑ, όπως αντικαταστάθηκε με την παρ. 2 του άρθρου μόνου της ΚΥΑ Γ.Π. οικ 78066, ΦΕΚ Β’ 6054/20.12.2021), ενώ η συνολική εποπτεία της υλοποίησής του ορίστηκε ότι ανήκει στο Υπουργείο Υγείας. Περαιτέρω, με την ίδια ως άνω ΚΥΑ προβλέφθηκε ότι για το αναγκαίο προσωπικό, προς υλοποίηση του έργου, συνάπτεται μεταξύ του …… και του κάθε προσώπου σύμβαση εργασίας ορισμένου χρόνου (οι εν λόγω συμβάσεις παρατάθηκαν από τη λήξη τους έως την 31η.12.2022, δυνάμει του άρθρου 98 του ν. 4915/2022, ακολούθως έως την 31η.5.2023, δυνάμει του άρθρου 56 του ν. 5007/2022, ακολούθως έως την 31η.8.2023, δυνάμει του άρθρου 91 παρ. 2β’ ν. 5041/2023 και ακολούθως έως την 15η.2.2024, δυνάμει του άρθρου 39 παρ.2 ν.5047/2023), που θα απασχολείται υπό καθεστώς πλήρους απασχόλησης (άρθρο 8 παρ. 1 και 5 ΚΥΑ). Περαιτέρω, με την παράγραφο 4 του άρθρου 123 του ν. 4549/2018, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 5 παρ. 2 του ν. 4574/2018 και τροποποιήθηκε με το άρθρο 9 του ν. 4647/2019, ορίστηκε ότι: «4. Οι ιατροί και οδοντίατροι, που συμμετέχουν στο ανωτέρω πρόγραμμα, λαμβάνουν τις αποδοχές των ιατρών υπηρεσίας υπαίθρου, όπως αυτές καθορίζονται από τις διατάξεις του Κεφαλαίου Ε’ του Μέρους Α’ του ν. 4472/2017 (Α’ 74). Πλέον των αποδοχών του προηγούμενου εδαφίου, στους ιατρούς και οδοντίατρους, που συμμετέχουν στο ανωτέρω πρόγραμμα, καταβάλλεται: α) ένας (1) επιπλέον μηνιαίος μισθός ιατρού υπηρεσίας υπαίθρου, όπως καθορίζεται στην παράγραφο 3 του άρθρου 138 του ν. 4472/2017, εφόσον εργάζονται στα Κέντρα Φιλοξενίας Προσφύγων και Μεταναστών (ΚΦΠΜ) και στα Κέντρα Υποδοχής και Ταυτοποίησης (ΚΥΤ) της Επικράτειας, β) το μηνιαίο επίδομα, που έχει καθοριστεί κατ’ εξουσιοδότηση της παραγράφου 5 του άρθρου 28 του ν. 2646/1998 (Α 236), εφόσον εργάζονται στα Κέντρα της προηγούμενης περίπτωσης και στις περιοχές της Χίου, Λέσβου, Σάμου, Κω, Λέρου και Έβρου γ) το επίδομα νοσοκομειακής απασχόλησης του Επιμελητή Β’, αν πρόκειται για ειδικευμένους ιατρούς και οδοντιάτρους σε νοσοκομεία και στις δημόσιες δομές του Εθνικού Συστήματος Υγείας (Ε.Σ.Υ.), δ) επίδομα επικίνδυνης και ανθυγιεινής εργασίας Α’ Κατηγορίας, οριζόμενο σε εκατόν πενήντα (150) ευρώ μηνιαίως, εφόσον εργάζονται στα Κέντρα Φιλοξενίας Προσφύγων και Μεταναστών (ΚΦΠΜ) κατά παρέκκλιση κάθε ειδικής και γενικής διάταξης. Οι ανωτέρω αποδοχές και επιδόματα χορηγούνται σωρευτικά, με την εξαίρεση του επιδόματος της περίπτωσης δ’ , που δεν χορηγείται σωρευτικά με το επίδομα της περίπτωσης γ’ (…) Το σύνολο των αποδοχών του λοιπού προσωπικού, πλην ιατρών, που θα προσληφθεί με σύμβαση εργασίας ιδιωτικού δικαίου, καθορίζεται σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 4354/2015 (Α’ 176) (…)». Ακολούθως, στο άρθρο 50 παρ. 9 του ν. 4633/2019, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 8 του ν. 4647/2019, προβλέφθηκαν τα εξής, αναφορικά με τις αποδοχές του λοιπού, πλην ιατρών, απασχολούμενου στα πλαίσια των προγραμμάτων της παραγράφου 1 του άρθρου 123 του ν. 4549/2018 προσωπικού: «9. Η δαπάνη για την αμοιβή του κατά τα ανωτέρω προσλαμβανόμενου προσωπικού βαρύνει τις πιστώσεις του προϋπολογισμού του ……. Το σύνολο των αποδοχών του προσωπικού καθορίζεται από τις διατάξεις του ν. 4354/2015 (Α’ 176). Πλέον των αποδοχών του προηγούμενου εδαφίου στους νοσηλευτές, μαίες, επισκέπτες υγείας, ψυχολόγους, κοινωνικούς λειτουργούς, γενικούς/υγειονομικούς συντονιστές, συντονιστές πεδίου, διασώστες, πληρώματα ασθενοφόρων, διαπολιτισμικούς μεσολαβητές/διερμηνείς και όποιου προσωπικού άλλου κλάδου, πλην ιατρών, με σχέση απασχόλησης των παραγράφων 7 και 8 του παρόντος άρθρου, με ενεργές συμβάσεις κατά τη δημοσίευση του παρόντος, που απασχολείται στα ανωτέρω προγράμματα καταβάλλεται: α) ένας (1) επιπλέον μηνιαίος μισθός εισαγωγικού κλιμακίου της κατηγορίας του, εφόσον εργάζονται στα Κέντρα Φιλοξενίας Προσφύγων και Μεταναστών (ΚΦΠΜ) και στα Κέντρα Υποδοχής και Ταυτοποίησης (ΚΥΤ) της Επικράτειας, β) επίδομα απομακρυσμένων – παραμεθόριων περιοχών οριζόμενο σε εκατό (100) ευρώ μηνιαίως, εφόσον εργάζονται στα Κέντρα της προηγούμενης περίπτωσης, και μόνο υπό την προϋπόθεση ότι αυτά εδρεύουν σε απομακρυσμένες – παραμεθόριες περιοχές, σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις, γ) επίδομα επικίνδυνης και ανθυγιεινής εργασίας Α’ Κατηγορίας, οριζόμενο σε εκατόν πενήντα (150) ευρώ μηνιαίως, κατά παρέκκλιση κάθε ειδικής και γενικής διάταξης. Το εν λόγω επίδομα χορηγείται μόνο στο προσωπικό που απασχολείται στα Κέντρα Φιλοξενίας Προσφύγων και Μεταναστών (ΚΦΠΜ) και στα Κέντρα Υποδοχής και Ταυτοποίησης (ΚΥΤ). Τα αναφερόμενα στην παρούσα παράγραφο ισχύουν από τη 16η Οκτωβρίου 2019». Επίσης, με τις παρ. 3 και 4 του άρθρου 99 του ν. 4486/2017, όπως προστέθηκαν με το άρθρο 8 ν. 4650/2019, ορίστηκε ότι: «3. Οι ιατροί και οδοντίατροι, που απασχολούνται στα Προαναχωρησιακά Κέντρα Κράτησης Αλλοδαπών, λαμβάνουν τις αποδοχές των ιατρών υπηρεσίας υπαίθρου, όπως αυτές καθορίζονται από τις διατάξεις του Κεφαλαίου Ε’ του Μέρους Α’ του ν. 4472/2017 (Α’ 74). Πλέον των αποδοχών του προηγούμενου εδαφίου, στους ιατρούς και οδοντίατρους που συμμετέχουν στο ανωτέρω πρόγραμμα καταβάλλεται: α) ένας (1) επιπλέον μηνιαίος μισθός ιατρού υπηρεσίας υπαίθρου, όπως καθορίζεται στην παράγραφο 3 του άρθρου 138 του ν. 4472/2017, β) το μηνιαίο επίδομα που έχει καθοριστεί κατ’ εξουσιοδότηση της παραγράφου 5 του άρθρου 28 του ν. 2646/1998 (Α’ 236), σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις, γ) επίδομα επικίνδυνης και ανθυγιεινής εργασίας Α’ Κατηγορίας, οριζόμενο σε εκατόν πενήντα (150) ευρώ μηνιαίως κατά παρέκκλιση κάθε γενικής ή ειδικής διάταξης. Τα ανωτέρω ποσά καταβάλλονται σωρευτικά υπό τους ανωτέρω προβλεπόμενους όρους καταβολής. 4. Όλο το λοιπό προσωπικό, ανεξαρτήτως κατηγορίας και κλάδου, πλην ιατρών και οδοντιάτρων, που απασχολείται στα Προαναχωρησιακά Κέντρα Κράτησης Αλλοδαπών, λαμβάνουν αποδοχές που καθορίζονται από τις διατάξεις του ν. 4354/2015 (Α’ 176). Πλέον των αποδοχών του προηγούμενου εδαφίου, στο ανωτέρω προσωπικό καταβάλλεται: α) ένας (1) επιπλέον μηνιαίος μισθός εισαγωγικού κλιμακίου της κατηγορίας του, β) επίδομα απομακρυσμένων – παραμεθόριων περιοχών οριζόμενο σε εκατό (100) ευρώ μηνιαίως και μόνο υπό την προϋπόθεση ότι εργάζονται σε Προαναχωρησιακά Κέντρα Κράτησης Αλλοδαπών, τα οποία εδρεύουν σε απομακρυσμένες – παραμεθόριες περιοχές, σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις και γ) επίδομα επικίνδυνης και ανθυγιεινής εργασίας Α’ Κατηγορίας, οριζόμενο σε εκατόν πενήντα (150) ευρώ μηνιαίως κατά παρέκκλιση κάθε γενικής ή ειδικής διάταξης. Τα ανωτέρω ποσά καταβάλλονται σωρευτικά υπό τους ανωτέρω προβλεπόμενους όρους καταβολής». Επισημαίνεται, ότι στην αιτιολογική έκθεση του παραπάνω ν. 4650/2019 αναφέρεται, ότι με την προτεινόμενη ρύθμιση (του άρθρου 8 του εν λόγω νόμου) επιχειρείται η μισθολογική εξίσωση των εργαζομένων στα Προαναχωρησιακά Κέντρα Κράτησης Αλλοδαπών (Προ.Κε.Κ.Α), όπου οι συνθήκες εργασίας για εξυπηρέτηση του διαρκώς αυξανόμενου όγκου προσφύγων/μεταναστών είναι ιδιαίτερα απαιτητικές, με τους εργαζόμενους στα ΚΦΜΠ και ΚΥΤ, με ρητή αναφορά περί καταβολής σε αυτούς, πέραν και πλέον των λοιπών προβλεπόμενων αποδοχών, «ενός (1) επιπλέον μηνιαίου μισθού (..) για κάθε μήνα απασχόλησής τους (….)». Ακολούθως δε, με το άρθρο 162 ν. 4972/2022 (ΦΕΚΆ 181/23.09.2022) ορίστηκε ότι: «1. Η αληθής έννοια: α) της περ. α’ της παρ. 3 του άρθρου 99 του ν. 4486/2017 (Α’ 115), όπως συμπληρώθηκε με το άρθρο 8 του ν. 4650/2019 (Α’ 207), περί των αποδοχών των ιατρών και οδοντιάτρων που απασχολούνται στα Προαναχωρησιακά Κέντρα Κράτησης Αλλοδαπών και β) της περ. α’ της παρ. 4 του άρθρου 123 του ν. 4549/2018 (Α’ 105), όπως αντικαταστάθηκε με την παρ. 2 του άρθρου 5 του ν. 4574/2018 (Α’ 191) και τροποποιήθηκε με το άρθρο 9 του ν. 4647/2019 (Α’ 204), περί των αποδοχών των ιατρών και οδοντιάτρων οι οποίοι εργάζονται σε πρόγραμμα με αντικείμενο τη διασφάλιση της δημόσιας υγείας και την κάλυψη των υγειονομικών αναγκών των προσφύγων και μεταναστών, είναι ότι καταβάλλεται ένας (1) επιπλέον μηνιαίος μισθός ιατρού υπηρεσίας υπαίθρου, όπως καθορίζεται στην παρ. 3 του άρθρου 138 του ν. 4472/2017 (Α’ 74), άπαξ σε δωδεκάμηνη βάση, σύμφωνα με τους όρους και τις προϋποθέσεις που τίθενται στις σχετικές διατάξεις. Ο εν λόγω επιπλέον μηνιαίος μισθός καταβάλλεται στην αρχή του ανωτέρω δωδεκάμηνου χρονικού διαστήματος. Σε περίπτωση πρόωρης αποχώρησης απασχολούμενου, το ποσό που αναλογεί στο χρονικό διάστημα που δεν παρείχε υπηρεσία αναζητείται ως αχρεωστήτως καταβληθέν. 2. Αποδοχές που καταβλήθηκαν αχρεωστήτως στο προσωπικό της παρ. 1 μέχρι και την 31η.8.2022 δεν αναζητούνται. 3. Η αληθής έννοια: α) της περ. α’ της παρ. 4 του άρθρου 99 του ν. 4486/2017, όπως συμπληρώθηκε με το άρθρο 8 του ν. 4650/2019, περί των αποδοχών του λοιπού προσωπικού ανεξαρτήτως κατηγορίας και κλάδου, πλην ιατρών και οδοντιάτρων, που απασχολείται στα Προαναχωρησιακά Κέντρα Κράτησης Αλλοδαπών και β) της περ. α’ της παρ. 9 του άρθρου 50 του ν. 4633/2019, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 8 του ν. 4647/2019, περί των αποδοχών των νοσηλευτών, μαιών, επισκεπτών υγείας, ψυχολόγων, κοινωνικών λειτουργών, γενικών/υγειονομικών συντονιστών, συντονιστών πεδίου, διασωστών, πληρωμάτων ασθενοφόρων, διαπολιτισμικών μεσολαβητών/διερμηνέων και όποιου προσωπικού άλλου κλάδου, πλην ιατρών, οι οποίοι εργάζονται στα Κέντρα Φιλοξενίας Προσφύγων και Μεταναστών (ΚΦΠΜ) και στα Κέντρα Υποδοχής και Ταυτοποίησης (ΚΥΤ) της Επικράτειας, είναι ότι καταβάλλεται ένας (1) επιπλέον μηνιαίος μισθός εισαγωγικού κλιμακίου της κατηγορίας στην οποία ανήκει το εν λόγω προσωπικό, άπαξ σε δωδεκάμηνη βάση, σύμφωνα με τους όρους και τις προϋποθέσεις που τίθενται στις σχετικές διατάξεις. Ο εν λόγω επιπλέον μηνιαίος μισθός καταβάλλεται στην αρχή του ανωτέρω δωδεκάμηνου χρονικού διαστήματος. Σε περίπτωση πρόωρης αποχώρησης απασχολούμενου, το ποσό που αναλογεί στο χρονικό διάστημα που δεν παρείχε υπηρεσία αναζητείται ως αχρεωστήτως καταβληθέν. 4. Αποδοχές που καταβλήθηκαν αχρεωστήτως στο προσωπικό της παρ. 3 μέχρι και την 31η.8.2022 δεν αναζητούνται». Τέλος, με τις διατάξεις των άρθρων 62, 74 παρ. 3 και 75 παρ. 2 περ. ζ του ν. 4999/2022 (ΦΕΚ Α 225/7.12.2022), οι επίμαχες ρυθμίσεις των παρ. 3 και 4 του άρθρου 99 του ν. 4486/2017, της παρ. 4 του άρθρου 123 του ν. 4549/2018 και της παρ. 9 του άρθρου 50 του ν. 4633/2019, όπως ίσχυαν, καταργήθηκαν αναδρομικά από την 1η.1.2022 και προβλέφθηκε ότι από την ίδια ημερομηνία (1η.1.2022) στο προσωπικό, που απασχολείται στα Κέντρα Φιλοξενίας Προσφύγων και Μεταναστών (ΚΦΠΜ) και στα Κέντρα Υποδοχής και Ταυτοποίησης (ΚΥΤ) της Επικράτειας καταβάλλεται, πλέον των αποδοχών των ν. 4472/2017 και ν. 4354/2015, «μηνιαίο ειδικό οικονομικό κίνητρο προσέλκυσης και παραμονής, σε ποσοστό τριάντα τοις εκατό (30%) επί του καταβαλλόμενου βασικού μισθού». Ωστόσο, οι προαναφερθείσες διατάξεις του άρθρου 162 του ν. 4972/2022, παρότι φέρονται ως ερμηνευτικές αυτών των περ. α’ των παρ. 3 και 4 του άρθρου 99 του ν. 4486/2017, όπως συμπληρώθηκαν με το άρθρο 8 του ν. 4650/2019, της περ. α’ της παρ. 4 του άρθρου 123 του ν. 4549/2018, όπως αντικαταστάθηκε με την παρ. του άρθρου 5 του ν. 4574/2018 και της περ. α’ της παρ. 9 του άρθρου 50 του ν. 4633/2019, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 8 του ν. 4647/2019, περί των αποδοχών του προσωπικού, που απασχολείται στα Κέντρα Φιλοξενίας Προσφύγων και Μεταναστών (ΚΦΠΜ), στα Κέντρα Υποδοχής και Ταυτοποίησης (ΚΥΤ) και στα Προαναχωρησιακά Κέντρα Κράτησης Αλλοδαπών (Προ.Κε.Κ.Α) της Επικράτειας, δεν είναι πράγματι τέτοιες, καθώς οι παραπάνω (φερόμενες ως ερμηνευόμενες) διατάξεις είναι σαφείς και δεν χρήζουν ερμηνείας, αφού, όπως προκύπτει από το περιεχόμενό τους, με αυτές καθορίζονται οι αποδοχές του αναφερόμενου προσωπικού με παραπομπή, αναφορικά μεν με τους ιατρούς και τους οδοντιάτρους, στις διατάξεις του Κεφαλαίου Ε’ του Μέρους Α’ του ν. 4472/2017 (άρθρα 138, 139), αναφορικά δε με το λοιπό προσωπικό, στις διατάξεις του ν. 4354/2015 (άρθρα 13 επ.), όπου περιέχονται ρυθμίσεις για μηνιαίως καταβαλλόμενες αποδοχές και προβλέπεται ότι, σωρευτικά με αυτές (τις μηνιαίως καταβαλλόμενες αποδοχές των ν. 4472/2017 και ν. 4354/2015), θα καταβάλλονται «ένας (1) επιπλέον μηνιαίος μισθός» (ιατρού υπηρεσίας υπαίθρου ή εισαγωγικού κλιμακίου κατηγορίας ΔΕ, ΤΕ ή ΠΕ, κατά περίπτωση), καθώς και τα αναφερόμενα μηνιαία επιδόματα. Προκύπτει, δηλαδή, με σαφήνεια από τις οικείες (φερόμενες ως ερμηνευόμενες) ρυθμίσεις, παρότι δεν αναφέρεται ρητά, ότι οι παροχές, που προβλέπεται σε αυτές, ότι χορηγούνται πλέον των αποδοχών των ν. 4472/2017 και ν. 4354/2015, μεταξύ των οποίων και ο «ένας (1) επιπλέον μηνιαίος μισθός», καταβάλλονται σωρευτικά σε μηνιαία βάση, γεγονός για το οποίο, εξάλλου, ουδεμία αμφιβολία είχε μέχρι τη δημοσίευση του ν. 4972/2022 ανακύψει. Τούτο δε λαμβανομένου υπόψη και του σκοπού, που επιδιώχθηκε με τις επίμαχες ρυθμίσεις και συνίστατο στην παροχή κινήτρων απασχόλησης στα ΚΦΜΠ, ΚΥΤ και Προ.Κε.ΚΑ της Επικράτειας, όπου οι συνθήκες εργασίας για εξυπηρέτηση του διαρκώς αυξανόμενου όγκου προσφύγων/μεταναστών ήταν ιδιαίτερα απαιτητικές. Συνεπώς, οι ρυθμίσεις του άρθρου 162 του ν. 4972/2022 περί άπαξ σε δωδεκάμηνη βάση καταβολής του επιπλέον μηνιαίου μισθού δεν μπορούν, σύμφωνα με το άρθρο του Συντάγματος, ως μη πράγματι ερμηνευτικές, να έχουν αναδρομική ισχύ. Περαιτέρω, κατά το μέρος που οι παραπάνω ρυθμίσεις του άρθρου 162 του ν. 4972/2022, όπως επίσης και αυτές των άρθρων 62, 74 παρ. 3 και 75 παρ. 2 περ. ζ του ν. 4999/2022, καταλαμβάνουν ήδη περατωθείσες ή ενεργείς κατά την έναρξη ισχύος τους έννομες σχέσεις και τις ρυθμίζουν κατά τρόπο δυσμενέστερο σε βάρος των εργαζομένων, θίγοντας το κεκτημένο δικαίωμά τους για την απόληψη ενός (1) επιπλέον μηνιαίου μισθού κάθε μήνα και προβλέποντας τη χορήγηση, αντ’ αυτού, επιδόματος ποσοστού 30% επί του καταβαλλόμενου βασικού μισθού, γεγονός, που συνιστά μείωση των αποδοχών τους, χωρίς να συντρέχει κάποιος λόγος κοινωνικού ή δημόσιου συμφέροντος ή ωφέλειας για την εν λόγω ρύθμιση, παραβιάζουν το προστατευόμενο από το άρθρο 1 του ΠΠΠ της ΕΣΔΔ δικαίωμα στην περιουσία και την κατ’ άρθρο 25 παρ. 1 του Συντάγματος αρχή της αναλογικότητας, που επιβάλει κάθε επέμβαση στην περιουσία να είναι πρόσφορη και αναγκαία για την επίτευξη του επιδιωκόμενου από τον νομοθέτη σκοπού (γενικού συμφέροντος) και να μην είναι δυσανάλογη σε σχέση προς αυτόν.
Στην προκειμένη περίπτωση από την ένορκη κατάθεση του μάρτυρα των εναγόντων, ………… …………., που περιέχεται στα ταυτάριθμα με την εκκαλουμένη από¬φαση πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου, από τις υπ’ αρ. ……/2023 και ……./2023 ένορκες βεβαιώσεις ενώπιον της δικηγόρου Αθηνών Λυδίας – Γεωργίας Παναρίτη, των μαρτύρων, αντίστοιχα, ……….. και ……………, τις οποίες επικαλούνται και προσκομίζουν με τις προτάσεις τους οι ενάγοντες, με επιμέλεια των οποίων δόθηκαν, έπειτα από νομότυπη και εμπρόθεσμη κλήτευση του αντιδίκων τους (βλ. την υπ’ αρ. ……/7.11.2023 έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή στο Εφετείο Αθηνών, με έδρα στο Πρωτοδικείο Αθηνών, Κων/νου Β. Λεράκη), από το σύνολο των εγγράφων, που νόμιμα επικαλού¬νται και προσκομίζουν οι διάδικοι με τις προτάσεις τους, από τα οποία άλλα λαμβάνονται υπόψη προς άμεση απόδειξη και άλλα για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων και για μερικά από τα οποία γίνεται ειδική μνεία κατωτέρω, χωρίς, ωστόσο, να παραλείπεται κάποιο για την ουσιαστική διάγνωση της διαφοράς, καθώς και από τις ομολο-γίες των διαδίκων, που περιέχονται ρητά ή συνάγονται σιωπηρά από τις προτάσεις τους (άρθ. 261, 352 παρ. 1 ΚΠολΔ), αποδεικνύονται, κατά την κρίση του Δικαστηρίου, τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Δυνάμει της υπ’ αρ. πρωτ. 3670/21.9.2018 (ΑΔΑ:ΩΛΤΞ469ΗΜΛ-70Α) πρόσκλησης εκδήλωσης ενδιαφέροντος του ……….- του οποίου το εναγόμενο αποτελεί καθολικό διάδοχο, κατά τα προλεχθέντα-, στο πλαίσιο υλοποίησης της δράσης του με τίτλο «Ολοκληρωμένη επείγουσα παρέμβαση υγείας για την προσφυγική κρίση PHILOS», η οποία (δράση) αναλήφθηκε σύμφωνα με τις ρυθμίσεις της υπ’ αρ. Γ.Π.οικ.64186 ΚΥΑ (ΦΕΚ Β’ 3877/06.09.2018), για την κάλυψη 1575 θέσεων διαφόρων ειδικοτήτων, με συμβάσεις εργασίας ορισμέ¬νου χρόνου πλήρους απασχόλησης, οι ενάγοντες προσλήφθηκαν από το ………. (και ήδη εναγόμενο), δυνάμει έγκυρων συμβάσεων ορισμένου χρόνου. Αναφορικά δε με τον χρόνο απασχόλησης των εναγόντων στο εναγόμενο, την ειδικότητα και τις μη¬νιαίες αποδοχές τους, όπως παρατίθενται και στο εισαγωγικό δικόγραφο, ουδόλως αμφισβητούνται από το τελευταίο (εναγόμενο) με τις προτάσεις του, ώστε να θεωρείται ότι τα συνομολογεί (άρθ. 261, 352 παρ. 1 ΚΠολΔ). Περαιτέρω, οι αποδοχές των εναγόντων ρυθμίζονταν για μεν τους ιατρούς από τις διατάξεις του άρθρου 123 παρ. 4 του ν. 4549/2018, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 5 παρ. 2 του ν. 4574/2018 και τροποποιήθηκε με το άρθρο 9 του ν. 4647/2019, που προέβλεπαν την καταβολή σε αυτούς, σωρευτικά με τις λοιπές μηνιαίες αποδοχές, ενός (1) επιπλέον μηνιαίου μι-σθού ιατρού υπηρεσίας υπαίθρου, για δε τις λοιπές ειδικότητες από τις διατάξεις του άρθρου 50 παρ. 9 του ν. 4633/2019, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 8 του ν.4647/2019, που προέβλεπαν την καταβολή σε αυτούς, σωρευτικά με τις λοιπές μη¬νιαίες αποδοχές, ενός (1) επιπλέον μηνιαίου μισθού εισαγωγικού κλιμακίου της κατη¬γορίας τους. Ο εν λόγω ένας επιπλέον μηνιαίος μισθός, του οποίου η καταβολή προβλέφθηκε στον νόμο ως κίνητρο συμμετοχής και παραμονής εργαζομένων στο πρόγραμμα ……, όπου οι συνθήκες εργασίας ήταν ιδιαίτερα απαιτητικές (βλ. τις κατα¬θέσεις των μαρτύρων των εναγόντων για τις δύσκολες συνθήκες απασχόλησης στα ΚΦΜΠ και ΚΥΤ, όπου διέμενε δυσανάλογα μεγάλος αριθμός αλλοδαπών, σε σχέση με τη χωρητικότητά τους και υπό ακατάλληλες συνθήκες διαβίωσης, βλ. επίσης και το από 26.9.2018 άρθρο της ιστοσελίδας www.government.gov.gr περί παροχής επι¬πλέον κινήτρων σε ιατρούς και οδοντιάτρους, που εργάζονται σε εγκαταστάσεις προ¬σφύγων, οι οποίοι, όπως αναφέρεται, θα λαμβάνουν “διπλάσιο μισθό”, πλέον επιδο¬μάτων), καταβαλλόταν ανελλιπώς από το εναγόμενο στους ενάγοντες κάθε μήνα μέχρι και τον Οκτώβριο του 2021, οπότε έπαυσε η καταβολή του, κατόπιν του υπ’ αρ. πρωτ. οικ.2/107496/ΔΕΠ από 15.11.2021 εγγράφου του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους προς το εναγόμενο, σύμφωνα με το οποίο οι προβλεπόμενες στον νόμο καταβολές ενός επιπλέον μηνιαίου μισθού αναφέρονται «σε έναν μισθό άπαξ σε δωδεκάμηνη βάση». Ακολούθησε το άρθρο 162 του ν. 4972/2022 (ΦΕΚ Α’ 181/23.09.2022), που όρισε ότι η «αληθής έννοια» της περ. α’ της παρ. 4 του άρθρου 123 του ν. 4549/2018 και της περ. α’ της παρ. 9 του άρθρου 50 του ν. 4633/2019, όπως ίσχυαν, είναι ότι ο προβλεπόμενος στις διατάξεις αυτές «ένας (1) επιπλέον μηνιαίος μισθός» χορηγείται άπαξ σε δωδεκάμηνη βάση, ενώ ακολούθως, με τις διατάξεις των άρθρων 62, 74 παρ. 3 και 75 παρ. 2 περ. ζ του ν. 4999/2022 (ΦΕΚ Α 225/7.12.2022), καταργήθηκαν οι παραπάνω ρυθμίσεις (της παρ. 4 του άρθρου 123 του ν. 4549/2018 και της παρ. 9 του άρθρου 50 του ν. 4633/2019, όπως ίσχυαν) αναδρομικά από την 1η.1.2022 και προβλέφθηκε ότι από την ίδια ημερομηνία (1η. 1.2022) στο προσωπικό, που απασχο¬λείται στα Κέντρα Φιλοξενίας Προσφύγων και Μεταναστών (ΚΦΠΜ) και στα Κέντρα Υποδοχής και Ταυτοποίησης (ΚΥΤ) της Επικράτειας καταβάλλεται, πλέον των αποδο¬χών των ν. 4472/2017 καιν. 4354/2015, «μηνιαίο ειδικό οικονομικό κίνητρο προσέλκυ¬σης και παραμονής, σε ποσοστό τριάντα τοις εκατό (30%) επί του καταβαλλόμενου βασικού μισθού». Όμως, η ρύθμιση αυτή του άρθρου 162 του ν. 4972/2022 δεν είναι πράγματι ερμηνευτική, καθώς οι φερόμενες ως ερμηνευόμενες διατάξεις είναι σαφείς ως προς το ότι αναφέρονται στην καταβολή ενός επιπλέον μηνιαίου μισθού κάθε μήνα και δεν χρήζουν ερμηνείας κατά τούτο, σύμφωνα με τα εκτιθέμενα στην ανωτέρω νο¬μική σκέψη και, ως εκ τούτου, δεν μπορεί, να έχει αναδρομική ισχύ, σύμφωνα με το άρθρο 77 του ισχύοντος Συντάγματος, όπως αναθεωρήθηκε με το ψήφισμα της 06.04.2001 της Ζ’ Αναθεωρητικής Βουλής των Ελλήνων, το οποίο ορίζει στην μεν πα¬ράγραφο 1 αυτού ότι η αυθεντική ερμηνεία των νόμων ανήκει στη νομοθετική λειτουρ¬γία, στη δε παράγραφό του 2 ότι νόμος που δεν είναι πράγματι ερμηνευτικός ισχύει μόνο από τη δημοσίευσή του (ΟλΑΠ 21/2007, ΑΠ 702/2015, ΑΠ 1780/2013 ΤΝΠ ΝΟ¬ΜΟΣ). Περαιτέρω δε, οι παραπάνω ρυθμίσεις του άρθρου 162 του ν. 4972/2022, ό-πως επίσης και αυτές των άρθρων 62, 74 παρ. 3 και 75 παρ. 2 περ. ζ του ν. 4999/2022, κατά το μέρος που θίγουν το δικαίωμα των εναγόντων να λαμβάνουν έναν επιπλέον μισθό κάθε μήνα, το οποίο (δικαίωμα) ήταν κεκτημένο κατά το επίδικο χρο¬νικό διάστημα (από 1.11.2021 μέχρι 6.12.2022), αφού κατά τον χρόνο δημοσίευσης του ν. 4972/2022 στις 23.9.2022 και του ν. 4999/2022 στις 7.12.2022 οι συμβάσεις εργασίας τους ορισμένου χρόνου ήταν σε ισχύ (ως ανανεωθείσες στις 5.4.2022 για το χρονικό διάστημα από 1.3.2022 μέχρι 31.12.2022) ή είχαν ήδη λήξει (των 14ου, 15ης, 22ης και 31ης), προβλέποντας μείωση των αποδοχών τους (μέσω της λήψης αντί του ενός μηνιαίου μισθού κάθε μήνα, επιδόματος ποσοστού 30% επί του καταβαλλόμενου βασικού μισθού), χωρίς να συντρέχει κάποιος λόγος γενικού συμφέροντος, παραβιάζουν το προστατευόμενο από το άρθρο 1 του ΠΠΠ της ΕΣΔΑ δικαίωμα στην περιουσία και την κατ’ άρθρο 25 παρ. 1 του Συντάγματος αρχή της αναλογικότητας, κατά τα αναφερόμενα στην προεκτεθείσα νομική σκέψη. Επομένως, το πρωτοβάθμιο Δικαστή¬ριο, το οποίο με την εκκαλούμενη απόφαση του, έκανε εν μέρει δεκτή την αγωγή/ως νόμιμη και κατ’ουσίαν βάσιμη και επιδίκασε στους ενάγοντες και ήδη εφεσίβλητους τα αιτούμενα χρηματικά ποσά για το χρονικό διάστημα από 1-11-2021 μέχρι τις 6-12-2022, δεν έσφαλε και πρέπει να απορριφθούν ως ουσία αβάσιμοι οι λόγοι (πρώτος και δεύτερος) της έφεσης.
IV. Σύμφωνα με τα παραπάνω, πρέπει να απορριφθεί η υπό κρίση έφεση ως αβάσιμη κατ’ουσίαν. Τέλος, τα δικαστικά έξοδα πρέπει να συμψηφισθούν μεταξύ των διαδίκων για τον παρόντα βαθμό δικαιοδοσίας, λόγω του δυσερμήνευτου των κανόνων δικαίου που εφαρμόσθηκαν, σύμφωνα με τα άρθρα 179 και 183 του ΚΠολΔ
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Δικάζει την από 4-4-2024 (με Γενικό και Ειδικό Αριθμό κατάθ. Πρωτ. ……/……/4-4-2024 και Εφετ. ……./……./8-4-2024) έφεση κατά της οριστικής απόφασης 148/2024 του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών 4-4-2024, αντιμωλία των διαδίκων.
Δέχεται τυπικά και απορρίπτει κατ’ουσίαν την ως άνω έφεση.
Συμψηφίζει τα δικαστικά έξοδα μεταξύ των διαδίκων για τον παρόντα βαθμό δικαιοδοσίας.
Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στην Αθήνα, σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, στις 25/2/2025, χωρίς να παρίστανται οι διάδικοι και οι πληρεξούσιοι δικηγόροι τους.