Τελευταία ενημέρωση: 13 Μαΐου 2022
Περίληψη: Μεταβίβαση επιχείρησης. Η εκμετάλλευση συνέχισε τη λειτουργία της ως οικονομική μονάδα και διατήρησε την ταυτότητά της, υπό τον νέο φορέα, ο οποίος είχε τη βούληση να είναι διάδοχος του προηγούμενου εταιρικού σχήματος. Ακυρότητα καταγγελίας σύμβασης εργασίας αορίστου χρόνου επειδή έγινε χωρίς καταβολή αποζημίωσης. Μισθοί υπερημερίας. Οφειλή δεδουλευμένων αποδοχών. Οφειλή επιδομάτων εορτών και αδείας. Δέχεται την αγωγή. Επιδικάζει στην εργαζόμενη το συνολικό ποσό των 24.728,13 Ευρώ.
ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ
ΤΜΗΜΑ ΕΡΓΑΤΙΚΩΝ ΔΙΑΦΟΡΩΝ
Αριθμός απόφασης 1010/2015
ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ
Συγκροτήθηκε από τον Δικαστή, Μιχαήλ-Άγγελο Γιαννακάκο, Πρόεδρο Πρωτοδικών, τον οποίο όρισε ο Πρόεδρος του Τριμελούς Συμβουλίου Διοίκησης του Πρωτοδικείου Αθηνών, και από τη Γραμματέα, Σοφία ΚΟΝΤΗ.
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις 15 Ιανουαρίου του έτους 2015 για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:
Της αιτούσας-καλούσας-ενάγουσας : 1) ………………, κατοίκου …………, η οποία παραστάθηκε δια του πληρεξούσιου Δικηγόρου του, Δημητρίου Βλαχόπουλου.
Της καθ’ης η αίτηση-κλήση-εναγομένης : Της ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία «………………………» και διακριτικό τίτλο «……………….», νομίμως εκπροσωπουμένης, η οποία δεν παραστάθηκε στο Δικαστήριο δια πληρεξούσιου Δικηγόρου.
Η ενάγουσα ζητεί να γίνει δεκτή η από 13 Ιανουαρίου 2014 αγωγή της, που κατατέθηκε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου αυτού με γενικό αριθμό κατάθεσης ……../2014 και αριθμό κατάθεσης δικογράφου ………/2014, προσδιορίσθηκε αρχικώς για τη δικάσιμο της 6-6-2014, οπότε και ματαιώθηκε. Στη συνέχεια με την από 10-6-2014 (αριθμ. ………/……../2014) αίτηση κλήση η ως άνω αγωγή επανήλθε προς συζήτηση και προσδιορίστηκε για τη δικάσιμο, που αναγράφεται στην αρχή της απόφασης αυτής και γράφτηκε στο πινάκιο. Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης, ο πληρεξούσιος Δικηγόρος της ενάγουσας αναφέρθηκε στις έγγραφες προτάσεις της και ζήτησε να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται σε αυτές και στα πρακτικά
ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Με την από 10-6-2014 (αριθμ. ……./……../2014) αίτηση κλήση νόμιμα φέρεται προς συζήτηση, με επιμέλεια της ενάγουσας, ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου, η από 13-1-2014 (αριθμ. …../…../2014) αγωγή της, κατόπιν ματαιώσεως της συζητήσεώς της κατά την αρχικώς προσδιορισθείσα δικάσιμο της 6-6-2014.
Από την υπ’αριθμ. ………. / 15-1-2014 και την υπ’αριθμ. …….. / 26-6-2014 εκθέσεις επιδόσεως των Δικαστικών Επιμελητών του Πρωτοδικείου Χαλκίδας, Ιωάννη ΚΑΡΑΠΑ και Βασιλείου ΚΑΡΑΠΑ αντίστοιχα, που προσκομίζει και επικαλείται η ενάγουσα, αποδεικνύεται ότι επιδόθηκαν νόμιμα και εμπρόθεσμα στην εναγομένη ακριβή αντίγραφα του δικογράφου της κρινόμενης αγωγής και της ως άνω κλήσης με πράξη ορισμού συζητήσεώς για την παρούσα δικάσιμο. Η εναγομένη, όμως, δεν παραστάθηκε στο ακροατήριο διά του νομίμου εκπροσώπου της, ούτε διά πληρεξούσιου Δικηγόρου, κατά την δικάσιμο αυτή, κατά την οποία η υπόθεση εκφωνήθηκε προσηκόντως από τη σειρά του πινακίου, και συνεπώς, πρέπει να δικαστεί ερήμην. Το Δικαστήριο, ωστόσο, πρέπει να προχωρήσει στη συζήτηση της υπόθεσης, σαν να ήταν όλοι οι διάδικοι παρόντες (άρθρο 672 του ΚΠολΔ).
Στην προκειμένη περίπτωση, η ενάγουσα εκθέτει στην υπό κρίση αγωγή της ότι προσλήφθηκε από την ανώνυμη εταιρεία με την επωνυμία «…………» με σύμβαση εξαρτημένης εργασίας αορίστου χρόνου στις 5-12-2001, ως υπάλληλος με την με την ειδικότητα της πωλήτριας σύμφωνα με τους όρους, το ωράριο και την αμοιβή που αναφέρονται στο αγωγικό δικόγραφο. Ότι η εκμετάλλευση της ως άνω εταιρείας μεταβιβάστηκε αρχικά στην εταιρεία «……………..» και στη συνέχεια στην εναγομένη εταιρεία. Ότι η εναγομένη της οφείλει δεδουλευμένες αποδοχές, επιδόματα εορτών και αδείας συνολικού ποσού 9.934,26 ευρώ. Ότι η εναγόμενη, στις 15-10-2013, κατήγγειλε τη σύμβασή εργασίας της, χωρίς όμως να της καταβάλει τη νόμιμη αποζημίωση απόλυσης και ως εκ τούτου η ως άνω καταγγελίας είναι άκυρη. Ότι ως εκ τούτου η εναγομένη κατέστη υπερήμερη εργοδότης και της οφείλει μισθούς υπερημερίας για το διάστημα από 16-10-2013 έως 15-10-2014 το συνολικό ποσό των 14.793,87 ευρώ. Ότι επικουρικώς και υπό την εκδοχή ότι δεν ήθελε απαγγελθεί ακυρότητα της καταγγελίας της ως άνω συμβάσεως, η εναγομένη της οφείλει ως αποζημίωση απόλυσης το ποσό των 8.571,65 ευρώ. Με βάση το ιστορικό αυτό η ενάγουσα ζητεί Α) να αναγνωρισθεί η ακυρότητα της από 15-10-2013 καταγγελίας της συμβάσεως εργασίας της από πλευράς εναγομένης, Β) να υποχρεωθεί η εναγομένη να της καταβάλει το συνολικό ποσό των 24.728,13 ευρώ, ήτοι α) 9.934,26 ευρώ για δεδουλευμένες αποδοχές, επιδόματα εορτών και αδείας και β) 14.793,87 ευρώ για αποδοχές υπερημερίας και άπαντα τα άνω ποσά νομίμως εντόκως αφ’ης εκάστη αξίωση κατέστη απαιτητή, άλλως από της επιδόσεως της αγωγής μέχρι την εξόφληση, Γ) να υποχρεωθεί η εναγομένη να αποδέχεται τις συμφωνημένες υπηρεσίες της ως πωλήτριας, κατά τους όρους της εργασιακής σύμβασης, από την επίδοση της εκδοθησομένης αποφάσεως και να απειληθεί σε βάρος της χρηματική ποινή ύψους τουλάχιστον 500 ευρώ για κάθε ημέρα αρνήσεώς της να συμμορφωθεί με την ως άνω διαγνωθησομένη υποχρέωσή της. Επικουρικώς, στην περίπτωση που ήθελε κριθεί ότι η σύμβαση εργασίας της έχει λυθεί, η ενάγουσα ζητεί να υποχρεωθεί η εναγομένη α) να της καταβάλει τη νόμιμη αποζημίωση εκ 8.571,65 ευρώ νομίμως εντόκως από της ημεροχρονολογίας της καταγγελίας (15-10-2013), άλλως από της επιδόσεως της αγωγής μέχρι την εξόφληση και β) να της χορηγήσει, κατ’άρθρο 678 παρ. 1 και 2 ΑΚ, πιστοποιητικό εργασίας στο οποίο να βεβαιώνεται το είδος, η διάρκεια και η ποιότητα της εργασία της, καθώς και η διαγωγή της και να απειληθεί σε βάρος τη χρηματική ποινή ύψους 5.900 ευρώ για την περίπτωση αρνήσεώς της να συμμορφωθεί με την ως άνω διαγνωσθησομένη υποχρέωσή της. Τέλος, ζητεί να κηρυχθεί η εκδοθησομένη απόφαση προσωρινώς εκτελεστή και να καταδικασθεί η εναγομένη στα εν γένει δικαστικά της έξοδα. Με αυτό το περιεχόμενο και αιτήματα η κρινόμενη αγωγή – για το καταψηφιστικό αντικείμενο της οποίας δεν απαιτείται· η καταβολή δικαστικού ενσήμου καθόσον στις εργατικές διαφορές δεν απαιτείται δικαστικό ένσημο για το μέχρι του ποσού της εκάστοτε αρμοδιότητας του Ειρηνοδικείου αίτημα της αγωγής βλ. άρθρο 14 παρ. 1 εδ. α ΚΠολΔ σε συνδυασμό με το άρθρο 71 του ΕισΝΚΠολΔ – παραδεκτά και αρμοδίως καθ’ύλην και κατά τόπον εισάγεται προκειμένου συζητηθεί ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου [άρθρα 7, 9, 14 παρ.2, 16 αρ.2 και 664 του ΚΠολΔ], κατά την ειδική διαδικασία των εργατικών διαφορών [άρθρα 663 έως 676 ΚΠολΔ]. Περαιτέρω η αγωγή είναι ορισμένη και νόμιμη, στηριζόμενη στις διατάξεις των άρθρων 648, 649, 652, 653, 655, 669, 70, 174, 180, 325, 329, 340, 341, 345, 346, του ΑΚ, 1, 3 παρ. 1 του α.ν. 539/1945 και 3 § 16 του ν. 4505/1966, όπως ισχύουν μετά το ν. 1346/1983 και το ν. 3302/2004 (για την αποζημίωση αδείας και το επίδομα αδείας), 1 παρ. 2 του ν. 1082/1980 και του άρθρου 2 των εκδοθεισών κατά καιρούς Υπουργικών Αποφάσεων «περί χορηγήσεως δώρων για τις εορτές του Πάσχα και των Χριστουγέννων» (για τα επιδόματα εορτών), 1,3,6 παρ. 1 του Ν. 2112/1920.2,4,5 και 6 του Ν. 3198/1955,1,3 παρ. 1,5 και 9 παρ. 1 του Β.Δ της 16/18-7-1920, και των άρθρων 68,69 αρ. 1 εδ. α’, 70 (αναφορικά με το αναγνωριστικό αίτημα),947, 907 και 908,910 αρ. 4, 176 και 191 αρ.2, ΚΠολΔ, , Κατόπιν τούτων, η κρινόμενη αγωγή πρέπει να εξετασθεί εάν είναι βάσιμη και από ουσιαστική άποψη, καθόσον έχει καταβληθεί για τα καταψηφιστικά της αιτήματα το προσήκον τέλος δικαστικού ενσήμου, (βλ. τα υπ’αριθμ. 407311, 327415, 327414, 328270 δικαστικά ένσημα με τα επικολληθέντα ένσημα Ε.Τ.Α.Α-Τ.Π.Δ.Α και Τ.Ν ).
Από την ένορκη κατάθεση στο ακροατήριο της μάρτυρος απόδειξης, η οποία περιέχεται στα ταυτάριθμα με την παρούσα πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης και από το σύνολο των εγγράφων, που προσκομίζει μετ’επικλήσεως η ενάγουσα, στα οποία περιλαμβάνεται και η υπ’αριθμ. ,,,,,,,,,,,/2-4-2014 ένορκη βεβαίωση ενώπιον της Ειρηνοδίκου Αθηνών, που προσκομίζει η ενάγουσα, η οποία ελήφθη κατόπιν νομοτύπου κλητεύσεως της αντίδικης πλευράς, αποδεικνύονται τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά : Η καλούσα-ενάγουσα προσλήφθηκε στις 5-12-2001 από την ανώνυμη εταιρεία με την επωνυμία «………………………», με σύμβαση εξαρτημένης εργασίας αορίστου χρόνου, ως υπάλληλος με την ειδικότητα της πωλήτριας και τοποθετήθηκε σε κατάστημά ης κείμενο επί της οδού …………………. στην Ελευσίνα Αττικής. Στη συνέχεια, στις 19-6-2003, η εκμετάλλευση αυτή της ως άνω εταιρίας μεταβιβάστηκε, κατά την έννοια του Π.Δ 178/2002, χωρίς να διακοπεί η λειτουργία της, στην ανώνυμη εταιρεία με την επωνυμία «…………………..» και συνέχισε να προσφέρει τις υπηρεσίες της σε αυτήν υπό την ίδια ειδικότητα και στο ίδιο κατάστημα, μεταβιβασθείσης ipso jure της εργασιακής συμβάσεως στο διάδοχο αυτού εργοδότη. Στις 15 Μαρτίου 2012 η άνω εκμετάλλευση μεταβιβάστηκε περαιτέρω στην εναγομένη, κατά την έννοια του Π.Δ 178/2002 και πάλι χωρίς να διακοπεί η λειτουργία της και συνέχισε να προσφέρει τις υπηρεσίες της σε αυτήν υπό την ίδια ειδικότητα και στο ίδιο κατάστημα. Η κατάσταση που είχε διαμορφωθεί στο χρονικό σημείο που ανέλαβε πλέον τη λειτουργία της εκμετάλλευσης η εναγομένη, είχε ως ακολούθως : Η ίδια κατ’αντικείμενο δραστηριότητα ασκείτο στο ίδιο κατάστημα και ο διακριτικός τίτλος της επιχείρησης («………………..»), καθώς και ο εξοπλισμός του καταστήματος παρέμειναν ο ίδιοι. Το κατάστημα συνέχισε να βρίσκεται στον ίδιο χώρο, χρησιμοποιώντας τον ίδιο διακριτικό τίτλο και τον ίδιο τηλεφωνικό αριθμό. Επίσης, το σύνολο των εργαζομένων, ήτοι η ενάγουσα και άλλη μία συνάδελφός της, που συνέχισε να εργάζεται στο κατάστημα, ήταν προηγουμένως υπάλληλοι της προηγούμενης εταιρείας. Με άλλα λόγια, η εκμετάλλευση συνέχισε τη λειτουργία της ως οικονομική μονάδα και διατήρησε την ταυτότητά της, υπό το νέο φορέα, ο οποίος είχε τη βούληση να είναι διάδοχος του προηγούμενου εταιρικού σχήματος. Η ενάγουσα συνέχισε να εργάζεται στην εναγομένη υπό την ίδια ειδικότητα και στο ίδιο κατάστημα, μεταβιβασθείσης και πάλι ipso jure της εργασιακής συμβάσεως σε αυτή μέχρι τις 15 Οκτωβρίου 2013, οπότε καταγγέλθηκε η σύμβαση εργασίας της χωρίς την καταβολή της νόμιμης αποζημίωσης απόλυσης.
Για την εργασία της ενάγουσας είχε αρχικά συμφωνηθεί με την εναγομένη (και με τα προηγούμενα εταιρικά σχήματα) να αμείβεται με μηνιαίο μισθό, ύψους (από το έτος 2010 και εφεξής) 1.049,59 ευρώ. Κατά τη συμφωνία της ενάγουσας με την εναγομένη και με τα προηγούμενα εταιρικά σχήματα, η εργασία της ενάγουσας θα παρείχετο επί πενθήμερο εβδομαδιαίως κατά πλήρες ωράριο. Πλην όμως, κατά τη διάρκεια λειτουργίας της συμβάσεως εργασίας της, παρά τα συμφωνηθέντα, επιβλήθηκε στην ενάγουσα βεβαρημένο καθεστώς απασχόλησης, που υπερέβαινε το συμβατικό και το νόμιμο ωράριο, χωρίς να της καταβληθεί η προβλεπόμενη αμοιβή και αποζημίωση. Ειδικότερα, η εναγόμενη ουδέν ποσό κατέβαλλε στην ενάγουσα για την εργασία της τελευταίας κατά τους μήνες Σεπτέμβριο και Οκτώβριο 2013, παρά το γεγονός ότι αυτή παρείχε ανελλιπώς την εργασία της σύμφωνα με τους συμβατικούς όρους. Επιπλέον, τόσο η εναγομένη, όσο και το προηγούμενο αυτής εταιρικό σχήμα παρέλειψαν να καταβάλουν επιδόματα εορτών και αδείας ετών 2010 έως 2013. Επομένως, η εναγόμενη οφείλει στην ενάγουσα α) για το μήνα Σεπτέμβριο 2013 το ποσό των 1.049,59 ευρώ, β) για το μήνα Οκτώβριο 2013 το ποσό των 575,74 ευρώ (13 ημερομίσθια X 41,98 ευρώ έκαστο), γ) για επίδομα Πάσχα 2010 : 546.66 ευρώ (ήμισυς μηνιαίος μισθός προσαυξημένο με την αναλογία του επιδόματος αδείας : 1.049,59 / 2 X 1,04166), δ) για επίδομα Πάσχα 2011 : 546,66 ευρώ, ε) για επίδομα Πάσχα 2012 : 546.66 ευρώ, στ) για επίδομα Πάσχα 2013 : 546,66 ευρώ, ζ) για επίδομα Χριστουγέννων 2010 : 1.093,32 ευρώ (ένας μηνιαίος μισθός προσαυξημένος με την αναλογία του επιδόματος αδείας : 1.049,59 X 1,04166 = 1.375,85, η) για επίδομα Χριστουγέννων 2011 : 1.093,32 ευρώ, θ) για επίδομα Χριστουγέννων 2012 : 1.093,32 ευρώ, ι) για αναλογία επιδόματος Χριστουγέννων 2013 : 773,13 ευρώ (2 ημερομίσθια για κάθε δεκαεννιαήμερο εργασίας από 1-5-2013 έως 15-10-2013, εκ 41,98 ευρώ έκαστο : 2 X 41,98 X 8,84 δεκαεννιαήμερα και το γινόμενο προσαυξημένο κατά την αναλογία του επιδόματος αδείας [1,04166], ια) για επίδομα αδείας 2010 : 524,80 ευρώ (ήμισυς μηνιαίος μισθός : 1.049,59 / 2), ιβ) για επίδομα αδείας 2011 : 524,80 ευρώ, ιγ)για επίδομα αδείας 2012 : 524,80 ευρώ, ήτοι συνολικά το ποσό των 9.934,26 ευρώ.
Πέραν αυτών, η εναγομένη, στις 15-10-2013 κατήγγειλε τη σύμβαση εργασίας της ενάγουσας, χωρίς να της καταβάλει τη νόμιμη αποζημίωση απόλυσης. Συνεπώς η ως άνω καταγγελία είναι άκυρη και η εναγομένη έχει καταστεί υπερήμερη εργοδότης, διότι κατέστη υπερήμερη ως προς την αποδοχή των, νόμιμα και με τον προσήκοντα τρόπο, υπηρεσιών της ενάγουσας. Οι καταβαλλόμενες αποδοχές στην ενάγουσα ανέρχονταν κατά το χρόνο της άκυρης καταγγελίας σε 1.049,59 ευρώ και το ποσό αυτό θα ελάμβανε η ενάγουσα κατά τη συνήθη πορεία των πραγμάτων, αν δηλαδή δεν εμφιλοχωρούσε η ως άνω άκυρη καταγγελία και η άρνηση αποδοχής των υπηρεσιών της ενάγουσας για το χρονικό διάστημα από 16 Οκτωβρίου 2013 έως την 15 Οκτωβρίου 2014. Επομένως η εναγόμενη οφείλει στην ενάγουσα για μισθούς υπερημερίας το συνολικό ποσό των (12 μηνιαίοι μισθοί X 1.049,59 ευρώ έκαστος =) 12.595,08 ευρώ. Επίσης, η εναγομένη οφείλει στην ενάγουσα τις συναφείς παροχές, που κατά τη συνήθη πορεία των πραγμάτων θα ελάμβανε αυτή για επιδόματα εορτών και επίδομα αδείας, ήτοι : α) για αναλόγια επιδόματος Χριστουγέννων 2013 : 354,20 ευρώ ( 2 ημερομίσθια για κάθε δεκαεννιαήμερο εργασίας από 16/10/2013 έως 31/12/2013, εκ 41,98 ευρώ έκαστο [1.049,59 ευρώ /25 ] : 2 X 41,98 X 4,05 δεκαεννιαήμερα και το γινόμενο προσαυξημένο κατά την αναλογία του επιδόματος αδείας [1,04166], β) για επίδομα Πάσχα 2014 : 546,66 ευρώ (ήμισυς μηνιαίος μισθός προσαυξημένος με την αναλογία επιδόματος αδείας : 1.049,59/2 X 1,04166,γ) για επίδομα αδείας 2014 : 524,80 ευρώ (ήμισυς μηνιαίος μισθός), δ) για αναλογία επιδόματος Χριστουγέννων 2014 : 773,13 ευρώ (2 ημερομίσθια για κάθε δεκαεννιαήμερο εργασίας από 1-5-2014 έως 15-10-2014 εκ 41,98 έκαστα : 2 X 41,98 X 8,84 δεκαεννιαήμερα και το γινόμενο προσαυξημένο κατά την αναλογία του επιδόματος αδείας [1,04166] και συνολικά δηλαδή το ποσό των( 12.595,08 + 354,20 +546,66 + 524,80 + 773,13 =) 14.793,87 ευρώ
Κατ’ακολουθίαν όλων των ανωτέρω πρέπει η αγωγή να γίνει δεκτή (ως προς την κύρια βάση της) ως κατ’ουσίαν βάσιμη και να αναγνωρισθεί η ακυρότητα της από 15 Οκτωβρίου 2013 καταγγελίας, εκ μέρους της καθ’ης η αίτηση-κλήση εναγομένης, τής συμβάσεως εξαρτημένης εργασίας αορίστου χρόνου της αιτούσας-καλούσας-ενάγουσας, να υποχρεωθεί η καθ’ης η αίτηση- κλήση εναγομένη να αποδέχεται τις προσφερόμενες υπηρεσίες της αιτούσας-καλούσας ενάγουσας, στην ίδια θέση και με τους ίδιους όρους εργασίας που ίσχυαν πριν τις 15-10-2013 (ημερομηνία καταγγελίας της σύμβασης εργασίας) με την απειλή σε βάρος της καθ’ης η αίτηση-κλήση εναγομένης χρηματικής ποινής ποσού εκατόν πενήντα (150) ευρώ, για κάθε ημέρα αρνήσεώς της να συμμορφωθεί με την ως άνω υποχρέωσή της, να κηρυχθεί η απόφαση μερικά προσωρινά εκτελεστή ως προς την αμέσως ανωτέρω καταψηφιστική της διάταξη, ήτοι ως προς την υποχρέωση της καθ’ης η αίτηση-κλήση-εναγομένης να αποδέχεται τις προσφερόμενες υπηρεσίες της αιτούσας-καλούσας-ενάγουσας, στην ίδια θέση και με τους ίδιους όρους που η ενάγουσα κατείχε πριν τις 15-10-2013 και να υποχρεωθεί η καθ’ης η αίτηση-κλήση εναγομένη να καταβάλει στην αιτούσα-καλούσα-ενάγουσα το συνολικό ποσό των 24.728,13 ευρώ, ήτοι α) το επιμέρους ποσό των 9.934,26 ευρώ για δεδουλευμένες αποδοχές επιδόματα εορτών και αδείας και β) το ποσό των 14.793,87 ευρώ , με το νόμιμο τόκο υπερημερίας από την επομένη της δήλης ημέρας καταβολής εκάστου αγωγικού κονδυλίου (ΟλΑΠ 39-40/2002), ως ακολούθως, ήτοι τις δεδουλευμένες αποδοχές της από το τέλος εκάστου μηνός εντός του οποίου αυτές, σύμφωνα με τα εκτιθέμενα στο ιστορικό της παρούσας, κατέστησαν ληξιπρόθεσμες και απαιτητές και μέχρι την πλήρη εξόφληση, το επίδομα εορτών (δώρο) Χριστουγέννων και το επίδομα αδείας, από τις 31 Δεκεμβρίου εκάστου έτους το οποίο αφορούν, για το επίδομα Πάσχα από τις 30 Απριλίου εκάστου έτους το οποίο αφορούν και μέχρι την πλήρη εξόφληση, για την αποζημίωση απόλυσης από την επομένη της λύσεως της επίδικης συμβάσεως εξαρτημένης εργασίας της αορίστου χρόνου, ήτοι από τις 15-10-2013 [ΑΠ 81/2010 ΔΕΝ 66(2010).442=ΕλΔ 51(2010).730=ΕΕργΔ 69(2010).1248, ΑΠ 97/2009 ΔΕΝ 65(2009).766]. Το Δικαστήριο κρίνει ότι είναι δυνατόν από την καθυστέρηση της εκτέλεσης της απόφασης να προξενηθεί σημαντική ζημιά στον ενάγουσα, εφόσον αποδείχτηκε ότι είναι μισθοσυντήρητη και εξαρτώμενη αποκλειστικώς από τα εισοδήματα της εξαρτημένης εργασίας της παρείχε δε με ευσυνειδησία την εργασία του στην εναγόμενη εταιρεία μέχρι το χρόνο απολύσεώς του και η σύμβαση εξαρτημένης εργασίας της καταγγέλθηκε για λόγο που δεν αφορούσε στον ίδια (ενάγοντα). Γι’ αυτό, πρέπει η παρούσα να κηρυχθεί, αναφορικά με την καταψηφιστική της διάταξη, μερικώς προσωρινά εκτελεστή, λόγω και της φύσεως των επιδικαζόμενων κονδυλίων, ως εργατικών απαιτήσεων [άρθρα 908 παρ. 1 εδ. α’ και περ. ε’ και 910 αρ. 4 ΚΠολΔ βλ. Κεραμεύς/Κονδύλης/Νίκας (-Νικολόπουλος), ΚΠολΔ II, εκδ. 2000, άρθρο 910, αριθμ. 2], σύμφωνα με τα ειδικότερα οριζόμενα στο διατακτικό. Τέλος, τα δικαστικά έξοδα της ενάγουσας πρέπει να επιβληθούν, κατόπιν αιτήματος της [ΑΠ 100/2002 ΕλΔ 43(2002).1033] και χωρίς κατάλογο εξόδων της ενάγουσας, σε βάρος της εναγομένης, λόγω της ήττας, αλλά της ερημοδικίας της εναγόμενης (άρθρα 176 και 184 ΚΠολΔ) σύμφωνα με τα ειδικότερα οριζόμενα στο διατακτικό.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Δικάζει ερήμην της καθ’ης η αίτηση-κλήση- εναγομένης.
Ορίζει το παράβολο ερημοδικίας στο ποσό των διακοσίων πενήντα (250) ευρώ για την ερήμην δικασθείσα καθ’ης η αίτηση-κλήση-εναγομένη, σε περίπτωση ασκήσεως ανακοπής ερημοδικίας από αυτήν κατά της παρούσας απόφασης
Δέχεται την αγωγή.
Αναγνωρίζει την ακυρότητα της από 15 Οκτωβρίου 2013 καταγγελίας, εκ μέρους της καθ’ης η αίτηση-κλήση εναγομένης, της συμβάσεως εξαρτημένης εργασίας αορίστου χρόνου της αιτούσας-καλούσας-ενάγουσας.
Υποχρεώνει την καθ’ης η αίτηση-κλήση εναγομένη να αποδέχεται τις προσφερόμενες υπηρεσίες της αιτούσας-καλούσας ενάγουσας, στην ίδια θέση και με τους ίδιους όρους εργασίας που ίσχυαν πριν τις 15-10-2013 (ημερομηνία καταγγελίας της σύμβασης εργασίας) με την απειλή σε βάρος της καθ’ης η αίτηση-κλήση εναγομένης χρηματικής ποινής ποσού εκατόν πενήντα (150) ευρώ, για κάθε ημέρα αρνήσεώς της να συμμορφωθεί με την ως άνω υποχρέωσή της.
Κηρύσσει την απόφαση μερικά προσωρινά εκτελεστή ως προς την αμέσως ανωτέρω καταψηφιστική της διάταξη, ήτοι ως προς την υποχρέωση της καθ’ης η αίτηση-κλήση-εναγομένης να αποδέχεται τις προσφερόμενες υπηρεσίες της αιτούσας-καλούσας-ενάγουσας, στην ίδια θέση και με τους ίδιους όρους που η ενάγουσα κατείχε πριν τις 15-10-2013.
Υποχρεώνει την καθ’ης η αίτηση-κλήση-εναγομένη να καταβάλει στον αιτούσα-καλούσα-ενάγουσα το συνολικό ποσό των εικοσιτεσσάρων χιλιάδων επτακοσίων είκοσι οκτώ ευρώ και δεκατριών λεπτών (24.728,13 ευρώ), ήτοι α) το (επιμέρους) ποσό των εννέα χιλιάδων εννιακοσίων τριάντα τεσσάρων ευρώ και είκοσι έξι λεπτών ( 9.934,26 ευρώ) για δεδουλευμένες αποδοχές, επιδόματα εορτών και αδείας με το νόμιμο τόκο υπερημερίας από την επομένη της δήλης ημέρας καταβολής εκάστου αγωγικού κονδυλίου ως ακολούθως, ήτοι για τις δεδουλευμένες αποδοχές της από το τέλος εκάστου μηνός εντός του οποίου αυτές, σύμφωνα με τα εκτιθέμενα στο ιστορικό της παρούσας, κατέστησαν ληξιπρόθεσμες και απαιτητές και μέχρι την πλήρη εξόφληση, τα επιδόματα εορτών (δώρα) Χριστουγέννων και τα επιδόματα αδείας, από τις 31 Δεκεμβρίου εκάστου έτους στο οποίο αφορούν, για τα επιδόματα Πάσχα από τις 30 Απριλίου εκάστου έτους, στο οποίο αφορούν και μέχρι την πλήρη εξόφληση και β) το (επιμέρους) ποσό των δεκατεσσάρων χιλιάδων επτακοσίων ενενήντα τριών ευρώ και ογδόντα επτά λεπτών (14.793,87 ευρώ), με το νόμιμο τόκο υπερημερίας από τις 15-10-2013 και μέχρι την πλήρη εξόφληση.
Κηρύσσει την απόφαση ως προς την ως άνω καταψηφιστική της διάταξη εν μέρει προσωρινώς εκτελεστή και δη κατά το ποσό των εννέα χιλιάδων (9.000) ευρώ.
Καταδικάζει την καθ’ης η αίτηση-κλήση-εναγομένη να πληρώσει τα δικαστικά έξοδα της αιτούσας-καλούσας- ενάγουσας το ύψος των οποίων ορίζει σε εννιακόσια πενήντα (950) ευρώ.
Κρίθηκε, αποφασίστηκε και δημοσιεύθηκε σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, στην Αθήνα στις 30/4/2015, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων δικηγόρων τους.