Τελευταία ενημέρωση: 14 Οκτωβρίου 2022
Περίληψη: Ιατροί. Ακυρότητα καταγγελίας σύμβασης εργασίας αορίστου χρόνου επειδή έγινε προφορικά και χωρίς καταβολή αποζημίωσης. Ακυρότητα καταγγελίας σύμβασης εργασίας επειδή έγινε ενόσω ο εργαζόμενος βρισκόταν σε άδεια αναψυχής. Μισθοί υπερημερίας. Απορρίπτει ισχυρισμό εναγόμενου ότι ο εργαζόμενος αποχώρησε οικειοθελώς από την εργασία του. Προσβολή προσωπικότητας εργαζόμενου. Οφειλή δεδουλευμένων αποδοχών. Επιδικάζει στον εργαζόμενο το συνολικό ποσό των 99.067,99 Ευρώ.
ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ
ΤΜΗΜΑ ΕΡΓΑΤΙΚΩΝ ΔΙΑΦΟΡΩΝ
Αριθμός απόφασης: 1102/2015
Αρ. καταθ. αγωγής: ……/……/2014
ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ
Συγκροτήθηκε από τη Δικαστή Καλλιόπη – Αντιγόνη Αδάμ, Πρωτοδίκη, την οποία όρισε η Πρόεδρος του Τριμελούς Συμβουλίου Διεύθυνσης του Πρωτοδικείου και από τη Γραμματέα Φωτεινή Μαρίνου.
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του, στις 16 Οκτωβρίου 2014, προκειμένου να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:
ΤΟΥ ΕΝΑΓΟΝΤΟΣ: …… …… του ……, κατοίκου …… Αττικής (οδός …… αρ. ….), ο οποίος παραστάθηκε μετά των πληρεξούσιων Δικηγόρων Δημητρίου Βλαχόπουλου και ……….. ……….
ΤΟΥ ΕΝΑΓΟΜΕΝΟΥ: Κοινωφελούς Ιδρύματος με την επωνυμία «……», που εδρεύει στην Αθήνα (…… αρ. ….), νομίμως εκπροσωπούμενου, το οποίο παραστάθηκε δια της πληρεξούσιας Δικηγόρου Γεωργίας – Ευτυχίας Μπαλιτσάρη.
Ο ενάγων ζητεί να γίνει δεκτή η, από 12.02.2014, αγωγή του, η οποία κατατέθηκε στη γραμματεία του Δικαστηρίου με γενικό αριθμό κατάθεσης ……/2014 και αριθμό κατάθεσης δικογράφου ……/2014, προσδιορίστηκε για την αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας δικάσιμο και γράφτηκε στο πινάκιο.
Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης, οι πληρεξούσιοι Δικηγόροι των διαδίκων ανέπτυξαν τους ισχυρισμούς τους και ζήτησαν να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται στα πρακτικά συνεδρίασης και στις έγγραφες προτάσεις τους.
ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Με την κρινόμενη αγωγή, ο ενάγων εκθέτει ότι την 01.11.2000 προσλήφθηκε από το εναγόμενο, το οποίο εκμεταλλεύεται γενικό νοσοκομείο επί της …… αρ. …., στην Αθήνα, με σύμβαση εξαρτημένης εργασίας αορίστου χρόνου, προκειμένου να παρέχει σε αυτό τις υπηρεσίες του, ως ιατρός, αντί μηνιαίου μισθού, ο οποίος, κατά το έτος 2012, είχε ανέλθει στο ποσό των 2.724,87€ (μικτά). Όχι την 08.01.2014, ενώ βρισκόταν σε άδεια αναψυχής, το εναγόμενο κατήγγειλε, προφορικά, τη μεταξύ τους σύμβαση εργασίας, χωρίς να του καταβάλει τη νόμιμη αποζημίωση για την αιτία αυτή, ενώ παράλληλα όφειλε σε αυτόν, έως τότε, δεδουλευμένες αποδοχές συνολικού ποσού 40.635,98€. Ότι, συγχρόνως, το εναγόμενο απέστειλε στους κατονομαζόμενους στην αγωγή υπαλλήλους του μια ηλεκτρονική επιστολή, δια της οποίας τους ενημέρωνε ότι από τον ανωτέρω χρόνο το νοσοκομείο δεν θα εξυπηρετεί περιστατικά του ενάγοντος και ότι ο τελευταίος δεν θα ανήκει στο έμμισθο προσωπικό αυτού, αποδίδοντας τη λύση της συνεργασίας τους σε αντισυμβατική συμπεριφορά του ενάγοντος. Ότι ο ισχυρισμός περί αντισυμβατικής συμπεριφοράς του ήταν ψευδής, το δε εναγόμενο διέδωσε την ανωτέρω επιστολή τελώντας εν γνώσει του ψεύδους αυτού, θίγοντας με τον τρόπο αυτό την τιμή και υπόληψή του. Με βάση το ανωτέρω ιστορικό ο ενάγων ζητεί να αναγνωριστεί η ακυρότητα της από 08.01.2014 καταγγελίας της σύμβασης εργασίας του από το εναγόμενο, λόγω μη τήρησης των νομίμων διατυπώσεων (έγγραφος τύπος, αποζημίωση απόλυσης), αλλά και για τον πρόσθετο λόγο ότι αυτή έλαβε χώρα ενόσω ο ίδιος βρισκόταν σε άδεια αναψυχής, να υποχρεωθεί το εναγόμενο, κύρια με βάση την κατά τα ανωτέρω έγκυρη και ισχυρή σύμβαση εξαρτημένης εργασίας του και επικουρικά, ήτοι για την περίπτωση που αυτή για οιονδήποτε λόγο ήθελε κριθεί άκυρη, κατά τις διατάξεις του αδικαιολόγητου πλουτισμού, να του καταβάλει, για δεδουλευμένους μισθούς το ποσό των 40.635,98€, για μισθούς υπερημερίας χρονικού διαστήματος από 09.01.2014 έως 08.01.2015, ως πιθανού χρόνου συζήτησης της αγωγής, καθώς και τα αναλογούντα στο διάστημα αυτό επιδόματα εορτών και αδείας, το συνολικό ποσό των 38.431,99€, κατά τις επιμέρους διαλαμβανόμενες στην αγωγή διακρίσεις, εντόκως από τη δήλη ημέρα καταβολής εκάστης παροχής, άλλως από την επίδοση της αγωγής, έως την εξόφληση. Επικουρικά δε, για την περίπτωση που δεν απαγγελθεί η ακυρότητα της ως άνω καταγγελίας της σύμβασης εργασίας του, ο ενάγων ζητεί να υποχρεωθεί το εναγόμενο να του καταβάλει το ποσό των 28.611,14€, ως αποζημίωση απόλυσης, καθώς και το ποσό των 2.724,87€ για αποζημίωση μη ληφθείσης αδείας 2014 και το ποσό των 1.362,44€ για επίδομα αδείας 2014, με τους νόμιμους τόκους από την 08.01.2014 (ημεροχρονολογία καταγγελίας), άλλως από την επίδοση της αγωγής έως και την εξόφληση, αλλά και να του χορηγήσει πιστοποιητικό εργασίας, στο οποίο να βεβαιώνεται το είδος, η διάρκεια και η ποιότητα της εργασίας του, καθώς και η διαγωγή του, υπό την απειλή χρηματικής ποινής ύψους 500,00 ευρώ για κάθε ημέρα άρνησης συμμόρφωσής του στην υποχρέωσή του αυτή. Προσέτι δε ο ενάγων ζητεί να υποχρεωθεί το εναγόμενο να του καταβάλει, ως χρηματική ικανοποίηση της ηθικής βλάβης που υπέστη από την ανωτέρω, παράνομη και υπαίτια, συμπεριφορά του τελευταίου, συνεπεία της οποίας υπέστη προσβολή της προσωπικότητάς του, το ποσό των 100.000,00€, με τους νόμιμους τόκους από την επίδοση της αγωγής έως την εξόφληση, καθώς και να ανακαλέσει τον ως άνω ψευδή ισχυρισμό του, που διαλαμβάνεται στην από 08.01.2014 ηλεκτρονική επιστολή – υπηρεσιακό σημείωμα, με τον ίδιο τρόπο που τον κοινολόγησε σε όλους τους αποδέκτες αυτής. Τέλος, ζητεί ο ενάγων, να κηρυχθεί η απόφαση που θα εκδοθεί προσωρινά εκτελεστή και να καταδικαστεί το εναγόμενο στην καταβολή της δικαστικής του δαπάνης. Με το ανωτέρω περιεχόμενο και αιτήματα, η κρινόμενη αγωγή, η οποία ασκήθηκε εντός της τρίμηνης και εξάμηνης αποσβεστικής προθεσμίας των παραγράφων 1 και 2 του άρθρου 6 του ν. 3198/1955, αναφορικά αφενός με το αίτημα αναγνώρισης της ακυρότητας της ένδικης καταγγελίας και το αμέσως συνεχόμενο με αυτό αίτημα επιδίκασης μισθών υπερημερίας και αφετέρου με το -επικουρικό- αίτημα καταβολής αποζημίωσης απόλυσης, δεδομένου ότι, με επικαλούμενο από τον ενάγοντα χρόνο καταγγελίας της επίδικης σύμβασης την 08.01.2014, αυτή επιδόθηκε νομίμως στο εναγόμενο την 13.02.2014 (βλ. την υπ αριθ. ……/13.02.2014 έκθεση επίδοσης του Δικαστικού Επιμελητή του Πρωτοδικείου Αθηνών Κωνσταντίνου Λεράκη), παραδεκτά εισάγεται για να συζητηθεί ενώπιον του Δικαστηρίου αυτού, το οποίο είναι καθ’ ύλην και κατά τόπον αρμόδιο (άρθρα 14 παρ. 2, 16 αρ. 2, 25αρ.2, 33, 664 Κ.Πολ.Δ.), κατά την προκείμενη ειδική διαδικασία των εργατικών διαφορών, είναι δε νόμιμη στηριζόμενη στις διατάξεις των άρθρων της κυρωθείσας με το ν. 3248/1955 υπ’ αριθμ. 95/1949 διεθνούς σύμβασης εργασίας «περί προστασίας του ημερομισθίου», 174, 180, 299, 57, 59, 914, 932, 648, 653, 656, 678, 330, 340, 341, 345, 346, 904 επ. ΑΚ, 362, 363 ΠΚ, 23 § 2 του ν. 1264/1982, 1 παρ.1 και 2 του Ν.1082/1980 και 1 παρ.1 & 2, 2, 3 παρ.1 και 6 της 19.040/1981 Κ.Υ.Α. Οικονομικών και Εργασίας (για τα δώρα εορτών), άρθρο 3 παρ. 16 ν. 4504/1966 (για τα επιδόματα αδείας), 1,3 του Ν. 2112/1920, 2, 5 παρ.1, 6 παρ.8 του Ν.3198/1955, 1§3 του Ν. 1346/1983 (για την επικουρική βάση της αποζημίωσης απόλυσης και των οφειλόμενων κατά το χρόνο της απόλυσης αποδοχών και επιδόματος αδείας), 68, 69§1περ.α, 70, 176, 191 αρ.2, 907, 908, 910 αρ.4 και 946§1 του Κ.Πολ.Δ.. Κατόπιν τούτων, η κρινόμενη αγωγή πρέπει να ερευνηθεί περαιτέρω, για να εξετασθεί αν είναι βάσιμη και από ουσιαστική άποψη, δεδομένου ότι για το καταψηφιστικό αντικείμενό της, κατά το ποσό που αυτό υπερβαίνει το προβλεπόμενο επί εργατικών διαφορών ελάχιστο όριο απαλλαγής από την καταβολή τέλους δικαστικού ενσήμου (ήτοι το ποσό των 20.000 ευρώ, βλ. άρθρ. 71 ΕισΝΚΠολΔ, όπως αντικαταστάθηκε από το άρθρο 6 παρ. 17 του ν. 2479/1997, σε συνδυασμό με Υ.Α. 125804/30-7-2003 Δικ/νης ΦΕΚ 1-8-2003 Β’, σε ΔΕΝ 2003.1279 και άρθ. 7 παρ.3 ν.δ. 1544/1942 όπως αντικαταστάθηκε με το άρθ. 21 παρ.1 ν. 4055/2012), ο ενάγων προσκομίζει και επικαλείται τα υπ’ αριθ. …… και …… αγωγόσημα, καθώς και το υπ’ αριθ. ……/Σειράς V διπλότυπο είσπραξης της ΔΟΥ ……, με τα επικολληθέντα ένσημα υπέρ του Ε.Τ.Α.Α. – Τ.Α.Ν. και Τ.Π.Δ.Α..
Το εναγόμενο, με τις νομίμως κατατεθείσες προτάσεις του και με προφορική δήλωση της πληρεξούσιας Δικηγόρου του κατά την επ’ ακροατηρίω συζήτηση, αρνείται την υπό κρίση αγωγή, πλην μέρους του κονδυλίου των δεδουλευμένων αποδοχών, ύψους 32.182,07€, το οποίο συνομολογεί με την προσθήκη των προτάσεων του, υποστηρίζοντας ότι ο ενάγων δεν απολύθηκε, αλλά αποχώρησε οικειοθελώς από την εργασία του εκφράζοντας τη σχετική του βούληση σιωπηρώς, με την παράλληλη συστηματική απασχόλησή του σε άλλα ιδιωτικά θεραπευτήρια και τη διακοπή διενέργειας χειρουργικών επεμβάσεων στο νοσοκομείο που διατηρεί το ίδιο. Προσέτι δε ισχυρίζεται ότι το περιεχόμενο της από 08.01.2014 ηλεκτρονικής επιστολής ουδόλως δυσφημιστικό για τον ενάγοντα ήταν, καθότι η διαλαμβανόμενη σε αυτήν αντισυμβατική συμπεριφορά του αποτελούσε αληθινό γεγονός, συνιστάμενο στην εκ μέρους του παραβίαση της ρήτρας αποκλειστικής απασχόλησης που εμπεριείχετο στη σύμβαση εργασίας του και μη ικανό, ως εκ τούτου, να βλάψει την τιμή και υπόληψη του τελευταίου. Επικουρικά δε το εναγόμενο ισχυρίζεται ότι ο ενάγων καταχρηστικά ασκεί την κρινόμενη αγωγή, καθώς ήδη από τον Ιούνιο του 2013 απασχολείτο στο ιδιωτικό θεραπευτήριο «……», από τον Δεκέμβριο δε του 2013 και στο «……», ενώ την 06.01.2014, καθ’ υπόδειξή του, μεταφέρθηκε προσωπική ασθενής του από το νοσοκομείο …… στο ……. Οι ως άνω ισχυρισμοί, ωστόσο, εντάσσονται στην αιτιολογημένη άρνηση της υπό κρίση αγωγής, όπως αυτή ανωτέρω εκτέθηκε και δεν στοιχειοθετούν νόμιμη ένσταση κατά τη διάταξη του άρθρου 281 του Α.Κ., δεδομένου ότι το εναγόμενο, παρά τη σχετική νομική σκέψη που παραθέτει στο δικόγραφο των προτάσεων του, δεν υποστηρίζει ειδικότερα ότι στην προκείμενη περίπτωση ο ενάγων παρέβη τις εν λόγω συμβατικές του υποχρεώσεις κακόβουλα και δη με αποκλειστικό σκοπό να εξαναγκάσει το ίδιο να καταγγείλει τη σύμβασή του, προκειμένου να εισπράξει την αποζημίωση απόλυσης.
Από την εκτίμηση των ενόρκων επ’ ακροατηρίω καταθέσεων των μαρτύρων απόδειξης και ανταπόδειξης (ένας από κάθε πλευρά), οι οποίες περιέχονται στα ταυτάριθμα με την παρούσα απόφαση πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης, από όλα, ανεξαιρέτως, τα έγγραφα, που προσκομίζουν νόμιμα και με επίκληση οι διάδικοι, τα οποία λαμβάνονται υπόψην είτε προς άμεση απόδειξη είτε για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων, ακόμη και αν δεν πληρούν τους όρους του νόμου, από τις ομολογίες των διαδίκων, ειδικότερη μνεία των οποίων γίνεται κατωτέρω, από τις υπ αριθ. …… και ……/01.10.2014 ένορκες βεβαιώσεις ενώπιον της Ειρηνοδίκη Αθηνών, που δόθηκαν κατόπιν νομίμου και εμπροθέσμου κλήσεως του εναγόμενου (βλ. την υπ’ αριθ. ……/18.09.2014 έκθεση επίδοσης της Δικαστικής Επιμελήτριας του Πρωτοδικείου Αθηνών Φανής Παπαδοπούλου και την από 17.09.2014 εξώδικη γνωστοποίηση – πρόσκληση) και τις ……, …… και ……/20.10.2014 ένορκες βεβαιώσεις ενώπιον της Ειρηνοδίκη Αθηνών, που λήφθηκαν νόμιμα και εμπρόθεσμα, προς αντίκρουση των περιεχόμενων στις προτάσεις του εναγόμενου ισχυρισμών (237§2 και 3 εδ. γ, 270 §2 εδ. δ Κ.Πολ.Δ.), μετά από νόμιμη γνωστοποίηση προς το τελευταίο, με προφορική δήλωση των πληρεξούσιων Δικηγόρων του ενάγοντος, καταχωρισθείσα στα πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης, σι οποίες προσκομίζονται, με επίκληση, από τον ενάγοντα και μη λαμβανομένης υπόψην της υπ’ αριθ. ……/20.10.2014 ένορκης βεβαίωσης ενώπιον της Ειρηνοδίκη Αθηνών, η οποία προσκομίζεται, με επίκληση, από το εναγόμενο, καθώς αυτή δόθηκε επί των αγωγικών ισχυρισμών, όπως εξάλλου και ρητά αναφέρεται στο εισαγωγικό τμήμα της, και όχι προς αντίκρουση των περιεχόμενων στις προτάσεις του ενάγοντος ισχυρισμών και συνεπώς απαραδέκτως προσκομίζεται από το εναγόμενο με την προσθήκη των προτάσεών του, και, τέλος, από τα διδάγματα της κοινής πείρας και λογικής, τα οποία λαμβάνονται αυτεπαγγέλτως υπόψην, αποδείχθηκαν, κατά την κρίση του Δικαστηρίου, τα ακόλουθα ουσιώδη πραγματικά περιστατικά: το εναγόμενο είναι νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου, κοινωφελές, μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα, το οποίο ιδρύθηκε από τον …… με κύριο σκοπό την ανέγερση και λειτουργία του ομώνυμου νοσοκομείου. Ο ενάγων, ο οποίος είναι ιατρός, με ειδικότητα ορθοπαιδικού και ασκεί το ιατρικό λειτούργημα από τον Δεκέμβριο του έτους 1990, προσλήφθηκε από το εναγόμενο, την 01.11.2000, με σύμβαση εξαρτημένης εργασίας αορίστου χρόνου, υπό την ανωτέρω ειδικότητα, προκειμένου να προσφέρει τις υπηρεσίες του στο νοσοκομείο που αυτό διατηρεί, επί της …… αρ. …, στην Αθήνα, επί πενθήμερης εβδομαδιαίας βάσης και κατά πλήρες ωράριο, αρχικά με το βαθμό του επιμελητή, εν συνεχεία, από το έτος 2003, με το βαθμό του αναπληρωτή επιστημονικού διευθυντή και, τέλος, από τον Ιούνιο του 2012, με το βαθμό του επιστημονικού διευθυντή της ……… κλινικής (βλ. την από 18.06.2012 έγγραφη σύμβαση εργασίας). Από το έτος 2010 το εναγόμενο περιήλθε σε δυσμενή οικονομική θέση, ελλείψει ταμειακής ρευστότητας, καθώς η τότε πιστώτρια τράπεζα (……) κατήγγειλε τις δανειακές συμβάσεις του και δέσμευσε όλα τα ταμειακά διαθέσιμα του Ιδρύματος στους τραπεζικούς λογαριασμούς που τηρούσε το τελευταίο σε αυτήν. Τον Αύγουστο του 2012 η ως άνω Τράπεζα αποφάσισε να διακόψει εντελώς τη χρηματοδότηση των αναγκών του εναγόμενου και να προχωρήσει στη ρευστοποίηση της περιουσίας του. Εν τω μεταξύ εκδόθηκαν από την πολιτεία πράξεις νομοθετικού περιεχομένου, με σκοπό τη διατήρηση της λειτουργικής δυνατότητας του εναγόμενου (Π.Ν.Π. ……/10.2012, αρ. φ. …… Τ.Α.’, Ν. ……/06.02.2013, αρ. φ. …… Τ.Α.’, Π.Ν.Π/ …….4.2013, α.φ. …… Τ.Α.’, Ν. ……/28.06.2013 (α.φ. ……), Π.Ν.Π. ……/10/2013 (α.φ. …… Τ.Α.’) στα πλαίσια σχεδίου οικονομικής ανασυγκρότησης αυτού. Οι απαιτήσεις της ως άνω Τράπεζας από τις δανειακές συμβάσεις του εναγόμενου εκποιήθηκαν στην Τράπεζα ……, η οποία ανέλαβε τη χρηματοδότηση του νοσοκομείου, παράλληλα, δε, επέσπευσε σε βάρος του πλειστηριασμό, ο οποίος πραγματοποιήθηκε την 24.09.2014, με την κατακύρωση του ιδρύματος, ως επιχειρησιακής μονάδας, στη θυγατρική της …… εταιρεία «……», αντί του ποσού των 115.135.251,00 ευρώ. Περαιτέρω αποδείχθηκε ότι, κατά την ανωτέρω χρονική περίοδο, ήτοι από τις αρχές περίπου του έτους 2012, το εναγόμενο αδυνατούσε να ανταποκριθεί στις συμβατικές του υποχρεώσεις, ως εργοδότης, και δη τόσο στην υποχρέωσή του προς καταβολή του συμφωνηθέντος μισθού στους εργαζομένους του, όσο και σε αυτήν της παροχής όλων των αναγκαίων υλικό τεχνικών μέσων, προκειμένου οι τελευταίοι να εκτελούν προσηκόντως τα καθήκοντά τους (351 ΑΚ). Ειδικότερα αποδείχθηκε ότι, από το έτος 2012 και έπειτα, οι εταιρείες προμήθειας χειρουργικών υλικών διέκοπταν, ανά διαστήματα, την παροχή αυτών στο εναγόμενο, την οποία επαναλάμβαναν με την ικανοποίηση μέρους των απαιτήσεών τους, με αποτέλεσμα να καθίσταται αδύνατη η πραγματοποίηση πολλών χειρουργικών επεμβάσεων. Ειδικά για τις ορθοπαιδικές επεμβάσεις, που ενεργούσε ο ενάγων, απαιτούνταν ειδικά υλικά, των οποίων δεν υπήρχε παρακαταθήκη στο νοσοκομείο του εναγόμενου, αλλά η παράδοσή τους έπρεπε να γίνεται κατά την ημέρα της επέμβασης. Η μάρτυρας απόδειξης, …… ……, ιατρός αναισθησιολόγος, η οποία από το έτος 2012 αποτελεί εξωτερικό συνεργάτη του εναγόμενου, ενώ προγενέστερα και μέχρι την 12.12.2011 είχε σχέση εξαρτημένης εργασίας με αυτό, ως ……….. του Αναισθησιολογικού Τομέα, αναφέρθηκε αναλυτικά και με κατηγορηματικό τρόπο στην έλλειψη υλικών, αλλά και στην πλημμελή αποστείρωση αυτών, όπως και στην ανά διαστήματα έλλειψη προσωπικού λόγω άσκησης επίσχεσης εργασίας των εργαζομένων (βλ. σχετικά προσκομιζόμενα δημοσιεύματα στον ηλεκτρονικό τύπο). Χαρακτηριστικά κατέθεσε ότι τον Οκτώβριο του 2013 η γραμματέας του ενάγοντος, ήτοι υπάλληλος του εναγόμενου, υπέστη συντριπτικό κάταγμα και στα δυο της χέρια και δεν κατέστη δυνατή, λόγω των ανωτέρω ελλείψεων, η άμεση εισαγωγή της στο χειρουργείο, η οποία εν τέλει πραγματοποιήθηκε την επομένη, κατόπιν προσωπικής παρέμβασης του ενάγοντος για την εξασφάλιση των απαραίτητων υλικών, γεγονός που αναφέρει και η ίδια η υπάλληλος, …… ……, στην προσκομιζόμενη, υπ’ αριθ. ……/2014, ένορκη βεβαίωσή της. Εξάλλου, όπως κατέθεσε η ως άνω μάρτυρας, είχε καταστεί πλέον σύνηθες το φαινόμενο να οχλεί ο ίδιος ο ενάγων τηλεφωνικά τις εταιρείες προμήθειας υλικών χειρουργείου, αξιοποιώντας προσωπικές του γνωριμίες, προκειμένου να επιτύχει την παράδοσή τους, πράγμα που ωστόσο τις περισσότερες φορές δεν επιτυγχάνετο, λόγω των μεγάλων οφειλών του εναγόμενου προς τις εταιρείες αυτές. Τα ανωτέρω επιβεβαιώνουν και οι …… ……, ιατρός, εξωτερικός συνεργάτης του εναγόμενου και η ως άνω γραμματέας της ………… κλινικής, με τις υπ’ αριθ. …… και ……/2014 ένορκες βεβαιώσεις τους, αντίστοιχα. Ειδικότερα ο προμνησθείς συνάδελφος του ενάγοντος καταθέτει περί σοβαρών ελλείψεων υλικών στο εναγόμενο και συχνών επισχέσεων του διοικητικού και νοσηλευτικού προσωπικού αναφέροντας παράλληλα ότι ήταν πολύ σύνηθες οι ίδιοι οι ιατροί να τηλεφωνούν στις προμηθεύτριες εταιρίες και να προσπαθούν να επιτύχουν παράδοση υλικών με πίστωση. Επίσης, η ως άνω υπάλληλος της κλινικής, στην οποία διευθυντής, από το 2012, ήταν ο ενάγων, καταθέτει ότι στα υλικά του χειρουργείου υπήρχαν τρομερά μεγάλες ελλείψεις και ότι ο ενάγων επικοινωνούσε τηλεφωνικά με εταιρείες προμήθειας υλικών (……, ……, ……) λαμβάνοντας συνήθως αρνητική απάντηση για την παράδοση αυτών με πίστωση. Τα παραπάνω δεν αναιρούνται από το από 20.10.2014 έγγραφο της Διευθύντριας του Διαχείρισης Υλικού του Τμήματος Διαχείρισης Υλικού και Προμηθειών του ……, που προσκομίζει το εναγόμενο, καθώς αυτό που προκύπτει από το περιεχόμενό του είναι ότι οι εταιρείες χειρουργικών υλικών προμήθευαν το εναγόμενο, κατά το διάστημα από το έτος 2012 έως και το χρόνο συζήτησης της αγωγής, με τα απαραίτητα υλικά, υπό τον όρο της άμεσης καταβολής, τοις μετρητοίς, των τιμολογίων των υλικών, με δεδομένη την ταμειακή και πιστωτική δυσχέρεια του Ιδρύματος και, ότι ουδέποτε υπήρξε αδυναμία διενέργειας προγραμματισμένου χειρουργείου λόγω ελλείψεως υλικού. Ήτοι το περιεχόμενο και η διατύπωση της ανωτέρω βεβαίωσης ουδόλως αποκλείει το γεγονός ότι στο νοσοκομείο του εναγόμενου δεν προγραμματίζονταν χειρουργεία ενόψει αδυναμίας άμεσης πληρωμής των υλικών που απαιτούνταν γι’ αυτά. Η κατάθεση δε της μάρτυρος του εναγόμενου, …… ……, Διευθύντριας της νοσηλευτικής υπηρεσίας του, επί του πραγματικού ζητήματος της έλλειψης υλικών, τυγχάνει ασαφής και συγκεχυμένη, καθώς η εν λόγω μάρτυρας αναφέρει σχετικά ότι «υπήρχαν κάποιες ελλείψεις….όμως υπήρχαν πάντα τα υλικά που ήταν τελείως απαραίτητα, σε σχέση με τα χειρουργεία των ορθοπαιδικών……», ενώ παράλληλα καταθέτει ότι οι ιατροί διαμαρτύρονταν στη διοίκηση για την έλλειψη υλικών και ως εκ τούτου δεν είναι ικανή να στηρίξει αντίθετο αποδεικτικό πόρισμα επ’ αυτού. Υπό τις ανωτέρω συνθήκες, ενόψει της αντικειμενικής αδυναμίας αντιμετώπισης όλων των ιατρικών περιστατικών στο νοσοκομείο του εναγόμενου, ο ενάγων εξυπηρετούσε τους προσωπικούς του ασθενείς και σε άλλα νοσοκομεία, όπως στο ……, στο «……», από τον Ιούνιο του 2013 και στο ……, από το Δεκέμβριο του 2013. Την πρακτική αυτή αναγκάζονταν, βάσει των ίδιων ως άνω συνθηκών, να ακολουθούν και άλλοι συνάδελφοι του ενάγοντος, που είχαν προσωπικούς ασθενείς, όπως ο …. ……, ορθοπαιδικός, σύμφωνα με το περιεχόμενο της ως άνω ένορκης βεβαίωσης του ιδίου, ο κος ……, επίσης ορθοπαιδικός, ο κος …… και ο …… …… (Βλ. επ αυτών επ’ ακροατηριω κατάθεση … ……). Η διοίκηση του εναγόμενου, όπως ήταν λογικό, τελούσε εν γνώσει της συνεργασίας των ιατρών και με άλλα ιδιωτικά θεραπευτήρια, παρείχε δε μάλιστα τη συγκατάθεσή της, τόσο σιωπηρά, με την εκ μέρους της αδιαμαρτύρητη ανοχή της δημιουργηθείσης κατάστασης, όσο και με ρητή, προφορική, έγκρισή της, ενόψει της αδυναμίας του νοσοκομείου να ανταποκριθεί στις απαιτήσεις των χειρουργείων, αλλά και καθώς ήταν και προς όφελος του τελευταίου να διατηρήσουν οι εργαζόμενοι σε αυτό ιατροί τους προσωπικούς τους ασθενείς. Η ως άνω δε γνώση του εναγόμενου αποδεικνύεται πρωτίστως από τις μαρτυρικές καταθέσεις, ήτοι από την επ’ ακροατηρίω κατάθεση της μάρτυρος απόδειξης και τις υπ’ αριθ. ……/2014 και ……/2014 ένορκες βεβαιώσεις, σύμφωνα με τις οποίες υπήρχαν και παραινέσεις από την πλευρά της διοίκησης, συμπεριλαμβανομένου και του προέδρου του Δ.Σ., …… ……, όπως οι ιατροί μεταφέρουν τους ασθενείς τους σε άλλα νοσοκομεία, όποτε αυτό χρειάζεται, προκειμένου οι τελευταίοι να μην απευθύνονται σε άλλους ιατρούς, αλλά και από τα διδάγματα της κοινής πείρας και λογικής, σύμφωνα με τα οποία η συνεργασία του ενάγοντος, διακεκριμένου και αναγνωρίσιμου ιατρού, αλλά και των υπολοίπων ως άνω ιατρών, δεν θα μπορούσε να γίνεται εν κρυπτώ, αλλά ούτε και με τέτοια πρόθεση, ενόψει μάλιστα και του ότι ο ενάγων εμφανιζόταν ακόμη και στις ιστοσελίδες ορισμένων ιδιωτικών θεραπευτηρίων, ως εξωτερικός συνεργάτης αυτών. Η μάρτυρας του εναγόμενου κατέθεσε και επί του εν λόγω ζητήματος ασαφώς και συγκεχυμένα, χωρίς να είναι σε θέση να επιβεβαιώσει, αλλά ούτε και να αποκλείσει γνώση της διοίκησης περί της ανωτέρω πρακτικής που επικρατούσε στο νοσοκομείο. Εκ των ανωτέρω έπεται ότι η ρήτρα αποκλειστικής απασχόλησης, που υπήρχε στις συμβάσεις των μισθωτών ιατρών του εναγόμενου, μεταξύ των οποίων και του ενάγοντος (βλ. άρθρο 10§4 της από 18.06.2012 σύμβασης εργασίας του) και η οποία, έως το έτος 2013, τηρείτο από αυτόν απαρέγκλιτα, ενόψει των μεταβληθεισών συνθηκών, όπως αυτές παραπάνω περιγράφηκαν, καταργήθηκε σιωπηρά, με τη για μεγάλο διάστημα ανοχή εκ μέρους της διοίκησης του εναγόμενου της παράλληλης απασχόλησης των ιατρών, αλλά και με την προεκτεθείσα θετική και παραινετική στάση των νομίμων εκπροσώπων του. Σημειωτέον δε ότι η ως άνω άτυπη τροποποίηση του σχετικού όρου της σύμβασης του ενάγοντος τυγχάνει έγκυρη και ισχυρή, παρά την πρόβλεψη από τα μέρη του εγγράφου τύπου, ως συστατικού (βλ. άρθρο 12 σύμβασης εργασίας), καθώς, βάσει των διατάξεων των άρθρων 158 και 361 του Α.Κ., η νεότερη -σιωπηρή- συμφωνία των μερών καταργεί αυτήν περί έγγραφης τροποποίησης της αρχικής συμφωνίας (βλ. σχετ. ΑΠ 1842/2013 Α.Π.424/2011, ΑΠ 766/2003, σε ΤΝΠ Νόμος). Περαιτέρω αποδείχθηκε ότι ο ενάγων, παρά την ως άνω συνεργασία του με έτερα νοσηλευτικά ιδρύματα και τη σε σημαντικό βαθμό μείωση των χειρουργείων του στο εναγόμενο, εξακολουθούσε να παρέχει, με συνέπεια και ευσυνειδησία, τις υπηρεσίες του στο τελευταίο, ενεργώντας σε αυτό χειρουργικές επεμβάσεις προσωπικών του ασθενών, όταν οι συνθήκες το επέτρεπαν (βλ. τα υπ’ αριθ. ……/25.10.2013, ……/19.10.2013, ……/19.10.2013, ……/18.10.2013, ……/28.09.2013, ……/28.09.2013 και ……/02.08.2013 πρακτικά χειρουργείου, που καταρρίπτουν τον ισχυρισμό του εναγόμενου περί μηδενικών χειρουργείων κατά το διάστημα Αυγούστου – Δεκεμβρίου 2013), αλλά και ασκώντας τα απορρέοντα από τη θέση του, ως ……… της ………. Κλινικής του εναγόμενου, διοικητικά και επιστημονικά καθήκοντα, γεγονός που βεβαιώνει κατηγορηματικά, έχοντας άμεση περί τούτου γνώση, η γραμματέας της ως άνω Κλινικής, …… ……, στην προμνησθείσα ένορκη βεβαίωσή της. Επισημαίνεται δε ότι η εν λόγω υπάλληλος συνδέεται ακόμη με το εναγόμενο με σχέση εξαρτημένης εργασίας και για το λόγο τούτο η κατάθεσή της έχει βαρύνουσα αποδεικτική σημασία. Περαιτέρω αποδείχθηκε ότι την 23.12.2013 ο ενάγων υπέβαλε προς το Τμήμα Προσωπικού του εναγόμενου αίτηση χορήγησης αδείας αναψυχής, για το χρονικό διάστημα από 23.12.2013 έως και 16.01.2014. Η αίτηση αυτή, αφού υπογράφηκε από τον ίδιο, ως αιτούντα, αλλά και ως τμηματάρχη, υπεβλήθη στον τομεάρχη και εν συνεχεία διαβιβάσθηκε στο Τμήμα Ανθρωπίνου Δυναμικού, εν τέλει δε στην Ιατρική Υπηρεσία του νοσοκομείου, από την οποία επαναδιαβιβάσθηκε στο Τμήμα Ανθρωπίνου Δυναμικού. Τη διαδικασία μάλιστα αυτή επιμελήθηκε η ως άνω γραμματέας της Κλινικής, η οποία υπέβαλε την αίτηση και παρέλαβε το σχετικό μπλοκ αδειών υπογεγραμμένο, χωρίς οποιαδήποτε μνεία, έγγραφη ή προφορική, περί μη εγκρίσεως της υποβληθείσης αιτήσεως. Έτσι ο ενάγων, από την 23.12.2013, βρισκόταν σε άδεια αναψυχής, ως αντικαταστάτης δε αυτού ορίστηκε ο ιατρός κος …… (βλ. και προσκομιζόμενο από εναγόμενο απόσπασμα βιβλίου αδειών). Το εναγόμενο προσκομίζει στην παρούσα δίκη αντίγραφο της σχετικής αίτησης του ενάγοντος, το οποίο φέρει επ’ αυτού τη χειρόγραφη σημείωση «Δεν εγκρίθηκε από τον κ. Πρόεδρο σύμφωνα με ενημέρωση της Ιατρ. Υπηρ.». Ωστόσο, η εν λόγω σημείωση, πέραν του ότι δεν υπάρχει στο προσκομιζόμενο από τον ενάγοντα φωτοτυπικό αντίγραφο της εν λόγω αίτησης, ούτε είχε περιέλθει σε γνώση της …… ……, η οποία επιμελήθηκε προσωπικά της σχετικής γραφειοκρατικής διαδικασίας, έρχεται και σε πλήρη αντίθεση με τη συνήθη πρακτική του νοσοκομείου επί της διαδικασίας χορήγησης των αδειών, όπως αυτή περιγράφεται από την ως άνω υπάλληλο και τον … ……, στις σχετικές ένορκες βεβαιώσεις τους, κατά την οποία, σε περίπτωση μη έγκρισης της αδείας υπαλλήλου, αυτή απλά δεν υπογράφονταν, χωρίς να γίνεται επ’ αυτής περαιτέρω μνεία «δεν εγκρίνεται». Βάσει των παραπάνω στοιχείων, η εν λόγω χειρόγραφη σημείωση, κρίνεται από το Δικαστήριο ότι έχει τεθεί στην επίμαχη αίτηση σε χρόνο μεταγενέστερο και ως εκ τούτου δεν αποδεικνύει την απόρριψη του αιτήματος του ενάγοντος περί λήψης αδείας. Αποδείχθηκε επίσης ότι κατά το χρονικό διάστημα που ο ενάγων βρισκόταν σε νόμιμη άδεια, προσωπική ασθενής αυτού, η …… ……, υπέστη κάταγμα στο αριστερό ισχίο και μεταφέρθηκε αρχικά, με ασθενοφόρο, στο εφημερεύον νοσοκομείο «……». Εν συνεχεία η συνοδός αυτής, …… ……, επικοινώνησε με τον ενάγοντα, ο οποίος ήταν ο θεράπων ιατρός της ασθενούς και ο οποίος της συνέστησε να την μεταφέρει στο νοσοκομείο του εναγόμενου, προκειμένου να την χειρουργήσει εκεί άμεσα. Την επόμενη ημέρα, 06.01.2014, η ως άνω ασθενής μεταφέρθηκε πράγματι στο …… ……, όπου ωστόσο διαπιστώθηκε από τον ενάγοντα η έλλειψη των απαιτούμενων για την επέμβαση υλικών, κατόπιν δε τούτου μεταφέρθηκε, μετά από σύσταση του ενάγοντος, στο …… …… ……, όπου και χειρουργήθηκε από τον τελευταίο. Το γεγονός αυτό αναφέρθηκε, την 08.01.2014, από τη Διευθύντρια της νοσηλευτικής υπηρεσίας (μάρτυρα ανταπόδειξης), στα πλαίσια των υπηρεσιακών της καθηκόντων, στον Αν. Γενικό Διευθυντή …… ……, ο οποίος διαβίβασε, την ίδια ημέρα, το σχετικό υπηρεσιακό σημείωμα, στον πρόεδρο του Δ.Σ. του εναγόμενου και Διευθυντή της Ιατρικής Υπηρεσίας, …… ……. Ο τελευταίος, αφού έλαβε γνώση του ως άνω περιστατικού, απέστειλε άμεσα, μέσω ηλεκτρονικού ταχυδρομείου, το, από 08.01.2014, υπηρεσιακό σημείωμα, στους …… ……, Τομεάρχη Χειρουργικού Τομέα, …… ……, Νομικό Σύμβουλο ΚΙΕΝ, …… ……, Αν. Διοικητικό Δ/ντή και Δ/ντή Ανθρωπίνων Πόρων και …… ……, Δ/ντρια Νοσηλευτκής Υπηρεσίας, κοινοποιούμενο στους …… ……, Αντιπρόεδρο Δ.Σ., …… ……, Τομεάρχη Εργαστηριακού Τομέα, …… ……, Τομεάρχη Γυναικολογικού – Μαιευτικού Τομέα και …… ……, Αναπλ. Γενικό Διευθυντή, το οποίο είχε ως εξής: «Με την ιδιότητα του Προέδρου του Δ.Σ., νομίμου εκπροσώπου του Νοσοκομείου και Διευθυντή της Ιατρικής Υπηρεσίας, σας γνωρίζω ότι από σήμερα 8/1/2014 δεν θα εξυπηρετούνται περιστατικά του κ. … ……, ούτε θα ανήκει ο ίδιος στο έμμισθο προσωπικό του Νοσοκομείου, λόγω επίδειξης αντισυμβατικής συμπεριφοράς εκ μέρους του». Εκ των ανωτέρω καθίσταται σαφής η βούληση του ως άνω νομίμου εκπροσώπου του εναγόμενου να καταγγείλει τη σύμβαση εργασίας του ενάγοντος, εξ αφορμής του ως άνω περιστατικού, της 06.01.2014, ήτοι της μεταφοράς ασθενούς σε άλλο νοσοκομείο, ενώ είχε ήδη διακομισθεί στο «…… ……», με δικό του ασθενοφόρο. Το εναγόμενο, τόσο ενώπιον της Επιθεώρησης Εργασίας, στην οποία προσέφυγε την 10.03.2013 ο ενάγων, καταγγέλλοντας την ακυρότητα της καταγγελίας της σύμβασης εργασίας του και την οφειλή δεδουλευμένων αποδοχών (βλ. το υπ’ αριθ. ……/10.03.2014 δελτίο εργατικής διαφοράς), όσο και με τις προτάσεις του στην παρούσα δίκη, ισχυρίζεται ότι ο ενάγων αποχώρησε οικειοθελώς από την εργασία του. Ωστόσο, αποδείχθηκε εν προκειμένω ότι ο ενάγων ουδέποτε εξέφρασε βούληση αποχώρησης από την εργασία του (βλ. ένορκη κατάθεση … …… και υπ’αριθ. ……, ……, …… ένορκες βεβαιώσεις), ενώ η ως άνω συμπεριφορά του, την 06.01.2014, δεν είναι δυνατό να θεωρηθεί, σύμφωνα και με τα διδάγματα της κοινής πείρας και λογικής, ως εκδήλωση βούλησης οικειοθελούς αποχώρησης, καθώς, όπως προεκτέθηκε, ο ενάγων έδωσε αρχικά εντολή μεταφοράς της ασθενούς στο …. ……, προκειμένου να πραγματοποιηθεί σε αυτό η επέμβαση, ενώ μετέφερε την ασθενή σε άλλο νοσοκομείο λόγω της αντικειμενικής αδυναμίας πραγματοποίησης της επέμβασης στο εναγόμενο (βλ. υπ’ αριθ. …… και ……/2014 ένορκες βεβαιώσεις). Εξάλλου, και από τη γραμματική διατύπωση του, από 08.01.2014, υπηρεσιακού σημειώματος, με την οποία δηλώνεται ουσιαστικά από το εναγόμενο άρνηση αποδοχής εφεξής των υπηρεσιών του ενάγοντος, αλλά και από τη σε αυτό διαλαμβανόμενη αιτιολόγηση της διακοπής της σχέσης εργασίας του (αντισυμβατική συμπεριφορά του), συνάγεται σαφώς όχι η καταγγελία της ένδικης σύμβασης προέρχεται από το εναγόμενο. Ο ενάγων έλαβε γνώση της ως άνω καταγγελίας, την ίδια ημέρα, με προφορική ενημέρωση, που έγινε τηλεφωνικά, από τον … ……, Αν. Διοικητικό Διευθυντή και Δ/ντη Ανθρωπίνων Πόρων (βλ. επ’ ακροατηρίω κατάθεση … …… και ένορκη βεβαίωση …. ……). Σε κάθε δε περίπτωση, ήτοι ακόμη και αν ήθελε κριθεί βάσιμος ο ισχυρισμός του εναγόμενου, κατά τον οποίον ουδέποτε υπήρξε τέτοια ενημέρωση από τον ανωτέρω υπάλληλό του, ο ενάγων έλαβε γνώση του περιεχομένου του ως άνω ηλεκτρονικού μηνύματος, την ίδια ημέρα που αυτό απεστάλη, καθώς η εν λόγω είδηση κυκλοφόρησε άμεσα στο χώρο του νοσοκομείου και διεδόθη «από στόμα σε στόμα» σε όλους τους συναδέλφους του ενάγοντος, με αποτέλεσμα να περιέλθει σε γνώση και του τελευταίου και να αναπτύξει η σχετική δήλωση της καταγγελίας τα έννομα αποτελέσματά της. Ωστόσο, το εναγόμενο δεν κατέβαλε στον ενάγοντα τη νόμιμη αποζημίωση για την αιτία αυτή, ούτε και κοινοποίησε σε αυτόν έγγραφη καταγγελία της σύμβασής του και ως εκ τούτου, αλλά και για τον πρόσθετο λόγο ότι η καταγγελία συντελέσθηκε ενόσω ο ενάγων βρισκόταν σε άδεια αναψυχής, πάσχει αυτή ακυρότητας και θεωρείται ως μη γενόμενη. Επομένως, το εναγόμενο, που έπαυσε έκτοτε να αποδέχεται τις νόμιμα προσφερόμενες υπηρεσίες του ενάγοντος έγινε υπερήμερο ως προς την αποδοχή τους (άρθ. 349 επ., 656εδ.α ΑΚ), του ενάγοντος μη υποχρεούμενου σε πραγματική και προσήκουσα προσφορά των υπηρεσιών του, αφού στην άκυρη αυτή καταγγελία εμπεριέχεται αυτονοήτως και δήλωση βουλήσεώς του να μην αποδεχθεί στο μέλλον τις υπηρεσίες του. Ως εκ τούτου το εναγόμενο οφείλει στον ενάγοντα τις μηνιαίες αποδοχές του, καθ’ όλο το διάστημα υπερημερίας αυτού και, ειδικότερα, σύμφωνα με το σχετικό αγωγικό αίτημα, για το χρονικό διάστημα από 09.01.2014 έως 08.01.2015, κατά το οποίο το εναγόμενο δεν είχε άρει την υπερημερία του, το ποσό των [(2.724,87€ X 12 μήνες =) 32.698,44€ + (2.724,87€ /2 X 1,04166=) 1.419,19€ (επίδομα εορτών Πάσχα 2014) + 2.724,87€ (επίδομα εορτών Χριστουγέννων 2014) + 1.362,44€ (επίδομα αδείας 2014) + (108,99 X 1,04166=) 113,53€ (αναλογία επιδόματος εορτών Πάσχα 2015) =] 38.431,99€. Περαιτέρω αποδείχθηκε ότι το εναγόμενο οφείλει στον ενάγοντα, για δεδουλευμένες αποδοχές, τα κάτωθι χρηματικά ποσά : 2.224,87€ για υπόλοιπο μισθού Μαρτίου 2012, 2.724,87€ για μισθό Απριλίου 2012, 2.724,87€ για μισθό Μαΐου 2012, 2.224,87€ για υπόλοιπο μισθού Νοεμβρίου 2012, 2.724,87€ για μισθό Ιανουαρίου 2013, 2.724,87€ για μισθό Φεβρουαρίου 2013, 2.724,87€ για μισθό Μαρτίου 2013, 2.724,87€ για μισθό Απριλίου 2013, 2.724,87€ για μισθό Μαΐου 2013, 2.724,87€ για μισθό Ιουνίου 2013, 2.724,87€ για μισθό Ιουλίου 2013, 2.724,87€ για μισθό Σεπτεμβρίου 2013, 2.724,87€ για μισθό Οκτωβρίου 2013, 2.724,87€ για μισθό Νοεμβρίου 2013, 2.724,87€ για μισθό Δεκεμβρίου 2013 και 762,93€ για αναλογία μισθού για το διάστημα από 01.01 έως και 08.01.2015, ήτοι συνολικό ποσό 40.635,98€. Τα ανωτέρω χρηματικά ποσά αναφέρονται στις μικτές αποδοχές του ενάγοντος, οι οποίες αποτελούν αντικείμενο της αξίωσης και της δίκης για τις αποδοχές του μισθωτού, το ύψος των οποίων δεν αμφισβητείται από το εναγόμενο, εκ των οποίων παρακρατούνται από τον εργοδότη οι ασφαλιστικές εισφορές και ο φόρος μισθωτών υπηρεσιών και αποδίδονται στους τρίτους δικαιούχους των εν λόγω ποσών [βλ. σχετ. ΑΠ 2126/2007 ΕλΔ 49(2008).463, ΑΠ 135/2003 ΕλΔ 44(2003). 1320, ΑΠ 302/2001 ΕΕργΔ 61(2002).855]. Η διαφορά σε σχέση με το ποσό που συνομολογεί το εναγόμενο ότι οφείλει στον ενάγοντα για την ανωτέρω αιτία έγκειται στις ως άνω κρατήσεις, τις οποίες το ίδιο αφαιρεί κατά τον υπολογισμό της οφειλής του. Τέλος, αποδείχθηκε, ότι με την αποστολή του ως άνω ηλεκτρονικού μηνύματος και την ευρεία διάδοση της είδησης περί καταγγελίας της σύμβασης εργασίας του ενάγοντος, λόγω αντισυμβατικής του συμπεριφοράς, επλήγη το κύρος και η φήμη αυτού, ως ιατρού, ενόψει μάλιστα του ότι το συγκεκριμένο γεγονός πήρε μεγάλες διαστάσεις και συζητήθηκε επί μακρόν τόσο εντός του νοσοκομείου, μεταξύ των ιατρών και του υπαλληλικού προσωπικού γενικότερα, όσο και στους εν γένει ιατρικούς κύκλους (βλ. σχετ. υπ’ αριθ. ……, …… και ……/2014 ένορκες βεβαιώσεις), δεδομένου ότι ο ενάγων αποτελεί πρόσωπο γνωστό και καταξιωμένο στην οικεία επιστημονική κοινότητα και τυγχάνει αναγνωρίσιμος από τους συναδέλφους του. Ιδιαίτερα δε η διαλαμβανόμενη στην ως άνω επιστολή αόριστη έννοια της αντισυμβατικής συμπεριφοράς του ενάγοντος, ως λόγου λύσης της εργασιακής του σχέσης, λόγω ακριβώς της αοριστίας της, ήταν αντικειμενικά πρόσφορη να βλάψει και πράγματι έβλαψε την επαγγελματική τιμή και υπόληψη χου ενάγοντος, καθώς άφηνε περιθώρια εικασιών για τα περιστατικά που στοιχειοθετούσαν αυτήν από τους εκάστοτε αποδέκτες της σχετικής είδησης. Επίσης, η εν λόγω φράση ήταν προσβλητική για την προσωπικότητα του ενάγοντος, δεδομένου ότι δεν ανταποκρινόταν στην πραγματικότητα, όπως κατά τα ανωτέρω αποδείχθηκε. Συνεπεία της ως άνω συμπεριφοράς του εναγόμενου, ο ενάγων υπέστη ηθική βλάβη, προς αποκατάσταση της οποίας υποχρεούται το εναγόμενο. Εν όψει δε του προαναφερθέντος τρόπου απόλυσης, του βαθμού του πταίσματος των εκπροσώπων του εναγομένου, του είδους της προσβολής της προσωπικότητας του ενάγοντος, του γεγονότος όχι αυτός παρείχε τις υπηρεσίες του στο εναγόμενο, με συνέπεια και ευσυνειδησία, παρά την επί μακρόν μη καταβολή των αποδοχών του, του γεγονότος ότι το εναγόμενο ανήγγειλε στις αρμόδιες αρχές την οικειοθελή αποχώρησή του, ενώ γνώριζε όχι τούτο ήταν ψευδές και, τέλος, της κοινωνικής και οικονομικής κατάστασης των διαδίκων, το ύψος της δικαιούμενης από τον ενάγοντα χρηματικής ικανοποίησης πρέπει να καθοριστεί στο ποσό των 20.000 ευρώ, το οποίο κρίνεται εύλογο. Μετά ταύτα πρέπει η κρινόμενη αγωγή να γίνει δεκτή, εν μέρει, κατά την κύρια βάση της, να αναγνωριστεί η ακυρότητα της από 08.01.2014 καταγγελίας της σύμβασης εξαρτημένης εργασίας του ενάγοντος, να υποχρεωθεί το εναγόμενο να καταβάλει στον ενάγοντα το ποσό των 40.635,98€ για δεδουλευμένες αποδοχές, το ποσό των 38.431,99€ για αποδοχές υπερημερίας και το ποσό των 20.000€ για χρηματική ικανοποίηση της ηθικής του βλάβης. Τα ανωτέρω δε πρέπει να υποχρεωθεί το εναγόμενο να καταβάλει στον ενάγοντα με τους νόμιμους τόκους από τη δήλη ημέρα καταβολής εκάστου κονδυλίου και δη: α) για τους μισθούς από την πρώτη ημέρα του επομένου του μηνός εντός του οποίου οφείλονται, β) για τα επιδόματα εορτών Πάσχα από την 1η Μαΐου εκάστου έτους εντός του οποίου οφείλονται, γ) για τα επιδόματα εορτών Χριστουγέννων και αδείας από την 1η Ιανουαρίου του επομένου του έτους εντός του οποίου οφείλονται και δ) για τη χρηματική ικανοποίηση της ηθικής βλάβης από την επομένη επίδοσης της κρινόμενης αγωγής, έως την πλήρη και ολοσχερή εξόφληση. Επίσης, πρέπει να υποχρεωθεί το εναγόμενο να ανακαλέσει τον ισχυρισμό περί αντισυμβατικής συμπεριφοράς του ενάγοντος, που διαλαμβάνεται στην από 08.01.2014 ηλεκτρονική επιστολή – υπηρεσιακό σημείωμα του νομίμου εκπροσώπου του, με τον ίδιο τρόπο που τον κοινολόγησε σε όλους τους αποδέκτες αυτής, υπό την απειλή σε βάρος του χρηματικής ποινής ύψους 200,00€ για κάθε ημέρα αρνήσεώς του να συμμορφωθεί με την υποχρέωσή του αυτή. Τέλος, το Δικαστήριο κρίνει ότι από την καθυστέρηση της εκτέλεσης της απόφασης είναι δυνατό να προξενηθεί σημαντική ζημιά στον ενάγοντα και για το λόγο αυτό, το παρεπόμενο αίτημά του περί κήρυξης της απόφασης προσωρινά εκτελεστής, ενόψει και της φύσης των επιδικαζόμενων κονδυλίων, ως εργατικών απαιτήσεων, πρέπει να γίνει δεκτό, εν μέρει, και να επιβληθεί μέρος των δικαστικών εξόδων του, κατά παραδοχήν του σχετικού αιτήματός του, σε βάρος του εναγόμενου, κατά το λόγο της νίκης και ήττας ενός εκάστου των διαδίκων (άρθρα 178, 189 αρ. 1, 191 αρ. 2 ΚΠολΔ, σε συνδυασμό με άρθρα 100, 107 και 109 του Κώδικα Δικηγόρων), σύμφωνα με τα ειδικότερα οριζόμενα στο διατακτικό.
ΠΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
ΔΙΚΑΖΕΙ αντιμωλία των διαδίκων.
ΔΕΧΕΤΑΙ, εν μέρει, την αγωγή, ως προς την κύρια βάση της.
ΑΝΑΓΝΩΡΙΖΕΙ την ακυρότητα της, από 08.01.2014, καταγγελίας της σύμβασης εξαρτημένης εργασίας αορίστου χρόνου του ενάγοντος εκ μέρους του εναγόμενου.
ΥΠΟΧΡΕΩΝΕΙ το εναγόμενο να καταβάλει στον ενάγοντα το χρηματικό ποσό των σαράντα χιλιάδων εξακοσίων τριάντα πέντε ευρώ και ενενήντα οκτώ λεπτών (40.635,98€) για δεδουλευμένες αποδοχές, το ποσό των τριάντα χιλιάδων τετρακοσίων τριάντα ενός ευρώ και ενενήντα εννέα λεπτών (38.431,99€) για αποδοχές υπερημερίας και το ποσό των είκοσι χιλιάδων ευρώ (20.000,00€) για χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης, νομιμότοκα, σύμφωνα με τις διακρίσεις που έγιναν στο σκεπτικό, έως την ολοσχερή εξόφληση.
ΚΗΡΥΣΣΕΙ την απόφαση προσωρινά εκτελεστή, ως προς την ανωτέρω καταψηφιστική της διάταξη, εν μέρει, για το ποσό των σαράντα χιλιάδων ευρώ (40.000,00€).
ΥΠΟΧΡΕΩΝΕΙ το εναγόμενο να ανακαλέσει τον ισχυρισμό περί αντισυμβατικής συμπεριφοράς του ενάγοντος, που διαλαμβάνεται στην, από 08.01.2014, ηλεκτρονική επιστολή – υπηρεσιακό σημείωμα του νομίμου εκπροσώπου του, με τον ίδιο τρόπο που τον κοινολόγησε σε όλους τους αποδέκτες αυτής, υπό την απειλή σε βάρος του χρηματικής ποινής ύψους 200,00€ για κάθε ημέρα αρνήσεώς του να συμμορφωθεί με την υποχρέωσή του αυτή.
ΕΠΙΒΑΛΛΕΙ σε βάρος του εναγόμενου μέρος των δικαστικών εξόδων του ενάγοντος, το οποίο ορίζει στο ποσό των δύο χιλιάδων εννιακοσίων εβδομήντα πέντε ευρώ (2.975,00€).
ΚΡΙΘΗΚΕ, αποφασίστηκε και δημοσιεύτηκε σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, στην Αθήνα, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξούσιων Δικηγόρων τους, στις 13 ΜΑΙ 2015