Τελευταία ενημέρωση: 13 Μαΐου 2022

Περίληψη: Σύμβαση εργασίας ορισμένου χρόνου. Συλλογικό καθεστώς χειριστών ηλεκτρονικού υπολογιστή – διατρητών. Μικτό σύστημα πληρωμής. Μηνιαίος μισθός πλέον αμοιβής κατ’ αποκοπήν. Επιδίκαση διαφορών μεταξύ των καταβληθεισών και των καταβλητέων αποδοχών. Έννοια υπερεργασίας και κατ’ εξαίρεση υπερωρίας κατά τις εργάσιμες ημέρες και καθορισμός της νόμιμης αμοιβής και αποζημίωσης που δικαιούται ο εργαζόμενος. Καταγγελία σύμβασης εργασίας ορισμένου χρόνου του ενάγοντος. Δεν συνέτρεχε σπουδαίος λόγος, που να την υπαγορεύει, καθόσον αποδείχθηκε ότι ο ενάγων ήταν ιδιαίτερα εργατικός και ευσυνείδητος υπάλληλος, η δε καταγγελία έλαβε χώρα λόγω των συνεχών οχλήσεων και της προσφυγής του ενάγοντος στην Επιθεώρηση Εργασίας, προκειμένου να διεκδικήσει τα δικαιώματά του. Υπερημερία εργοδότη. προσβολή προσωπικότητας. Δέχεται εν μέρει την αγωγή. Επιδικάζει στον εργαζόμενο το συνολικό ποσό των 10.396,00 Ευρώ.

Δημοσιευμένη σε: Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών NOMOS

ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ

ΤΜΗΜΑ ΕΡΓΑΤΙΚΩΝ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

Αριθμός Απόφασης

71/2010

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ

Αποτελούμενο από τη Δικαστή Αλεξία – Ελένη Ντόρλη , Πρωτοδίκη, την οποία όρισε ο Πρόεδρος του Τριμελούς Συμβουλίου Διοικήσεως του Πρωτοδικείου Αθηνών και από τη Γραμματέα Βασιλική Ξυνόγαλου.

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις 4-11-2009 για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:

Του ενάγοντος: ….. ….., κατοίκου Αθηνών, ο οποίος παραστάθηκε με τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Δημήτρη Βλαχόπουλο.

Των εναγομένων: 1) Της ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία «…..», που εδρεύει στη Αθήνα (….. αριθ. … …..) και εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία δεν εκπροσωπήθηκε από πληρεξούσιο δικηγόρο, 2) Του ….. ….. κατοίκου Αθηνών (….. αριθ. … …..), οι οποίοι δεν εμφανίσθηκαν στο ακροατήριο ούτε εκπροσωπήθηκαν από πληρεξούσιο.

Ο ενάγων ζητεί να γίνει δεκτή η από 2-12-2008 αγωγή του, που κατατέθηκε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου τούτου με γενικό αριθμό κατάθεσης …./2008 και αριθμό κατάθεσης δικογράφου …./2008, προσδιορίσθηκε για τη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας και γράφτηκε στο πινάκιο.

Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης ο πληρεξούσιος δικηγόρος του ενάγοντος ζήτησε να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται στα πρακτικά και τις προτάσεις του.

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Από τις υπ’ αριθμ. …. και …../11-12-2008 εκθέσεις επιδόσεως του δικαστικού επιμελητή στο Πρωτοδικείο Αθηνών Αθανασίου Λυκιαρδόπουλου, που προσκομίζει ο ενάγων, προκύπτει ότι ακριβές επικυρωμένο αντίγραφο της υπό κρίση αγωγής με πράξη ορισμού δικασίμου και κλήση προς συζήτηση για τη δικάσιμο, που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας, επιδόθηκε νομίμως και εμπροθέσμως στους εναγόμενους (άρθρα 122, 123, 129 Κ.Πολ.Δ).Οι εναγόμενοι, όμως, δεν εκπροσωπήθηκαν στη δικάσιμο αυτή, κατά την οποία η υπόθεση εκφωνήθηκε στη σειρά της από το πινάκιο και συνεπώς πρέπει να δικαστούν ερήμην Το Δικαστήριο, ωστόσο πρέπει, λόγω του ειδικού της διαδικασίας των εργατικών διαφορών, να προχωρήσει στη συζήτηση της υπόθεσης, σαν να ήταν όλοι οι διάδικοι παρόντες (άρθρο 672 ΚΠολΔ).

Από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 648 και 669 ΑΚ προκύπτει η σύμβαση εργασίας είναι ορισμένου χρόνου και όταν η διάρκειά της δεν ορίσθηκε μεν ρητώς, όμως από το είδος και το σκοπό της συνάγεται ότι αφορά την εκτέλεση ορισμένου μόνο έργου. Στην περίπτωση αυτή η εργασιακή σύμβαση διαρκεί μέχρι της αποπερατώσεως του έργου, η επέλευση της οποίας συνεπάγεται την αυτοδίκαιη λύση της συμβάσεως, χωρίς καταγγελία και καταβολή της αποζημιώσεως. Το δικαστήριο χαρακτηρίζει αυτεπαγγέλτως την καταρτισθείσα σύμβαση με βάση το περιεχόμενό της, το οποίο έγινε δεκτό ανελέγκτως και υπάγει αυτό στην έννοια μιας ρυθμισμένης συμβάσεως, χωρίς να ασκεί οποιαδήποτε επιρροή ο χαρακτηρισμός, τον οποίο έδωσαν σ’ αυτήν τα συμβαλλόμενα μέρη. Η κρίση του δικαστηρίου της ουσίας περί του χαρακτήρα της συμβάσεως, ως αναγόμενη στην υπαγωγή του περιεχομένου της συμβάσεως, στον ουσιαστικό κανόνα δικαίου, ο οποίος ορίζει την έννοια και το περιεχόμενο επώνυμης συμβάσεως, υπόκειται στον έλεγχο του Αρείου Πάγου (ΑΠ 473/2007 δημοσίευση Νόμος).

Ο ενάγων εκθέτει στην υπό κρίση αγωγή του ότι προσελήφθη από την πρώτη εναγομένη με σύμβαση εργασίας αορίστου χρόνου στις 30 Ιουνίου 2008, ως υπάλληλος, με την ειδικότητα του χειριστή ηλεκτρονικού υπολογιστή – διατρητή με τόπο εργασίας αρχικώς τις εγκαταστάσεις της επί της ….. στην ….., ημέρες εργασίας από Δευτέρα έως Παρασκευή με το νόμιμο ωράριο και μικτό σύστημα πληρωμής, ήτοι καταβολή μηνιαίου μισθού σύμφωνα με τις Σ.Σ.Ε της ειδικότητάς του πλέον αμοιβής κατ’ αποκοπήν. Ότι εργαζόταν πέραν του νομίμου ωραρίου από την Δευτέρα έως την Παρασκευή, ήτοι από τις 6.45 έως τις 16.15, χωρίς να του καταβάλλεται η σχετική αμοιβή, για την υπερεργασία και την παράνομη υπερωριακή εργασία, που πραγματοποιούσε. Ότι η πρώτη εναγομένη δεν του χορηγούσε εξοφλητικές αποδείξεις πληρωμής, ενώ του γνωστοποίησε ένα ανυπόγραφο έντυπο των όρων της ατομικής του σύμβασης μόλις την 30-9-2008 όπου ως χρόνος πρόσληψης αναφερόταν η 10η-7-2008 και ως συμφωνημένος μισθός ο προβλεπόμενος από την Ε.Γ.Σ.Σ.Ε. Ότι την 10η Οκτωβρίου 2008 προσέφυγε στην Επιθεώρηση Εργασίας ….. προκειμένου να διεκδικήσει τα δικαιώματά του και ότι έκτοτε η συμπεριφορά των εκπροσώπων της εναγομένης έγινε ιδιαίτερα σκληρή απέναντί του με αποκορύφωμα την καταγγελία της συμβάσεως εργασίας του την 20η-10-2008. Ότι η ανωτέρω καταγγελία της σύμβασης εργασίας του είναι άκυρη λόγω μη τηρήσεως των νομίμων διατυπώσεων (έγγραφου τύπου και καταβολής της νόμιμης αποζημίωσης) άλλως λόγω καταχρηστικότητας αυτής, κατά τα ειδικότερα εκτιθέμενα στην αγωγή. Ότι σε περίπτωση, που κριθεί ότι η σύμβαση εργασίας του είναι ορισμένου χρόνου η καταγγελία της σύμβασης εργασίας του είναι άκυρη, διότι δεν συνέτρεχε στην προκειμένη περίπτωση σπουδαίος λόγος, που να τη δικαιολογεί, άλλως ότι η καταγγελία είναι έγκυρη, οπότε του οφείλεται εύλογη αποζημίωση. Ότι η πρώτη εναγομένη τελεί σε υπερημερία, λόγω της ακυρότητας της εν λόγω καταγγελίας, με συνέπεια να του οφείλει μισθούς υπερημερίας συνολικού ποσού 18.639,21 Ευρώ για την περίπτωση, που κριθεί ότι η σύμβαση εργασίας του είναι αορίστου χρόνου και 4.381,32 Ευρώ για την περίπτωση, που κριθεί ότι η σύμβαση εργασίας του είναι ορισμένου χρόνου. Ότι επικουρικά ζητεί την αποζημίωση για την καταγγελία της σύμβασης εργασίας του, ποσού 1.572,11 Ευρώ για την περίπτωση, που κριθεί ότι η σύμβαση εργασίας του είναι αορίστου χρόνου και 4.381,32 Ευρώ για την περίπτωση, που κριθεί ότι η σύμβαση εργασίας του είναι ορισμένου χρόνου. Ότι λόγω της καταγγελίας της σύμβασης εργασίας του και της αδικοπρακτικής συμπεριφοράς του εκπροσώπου της πρώτης εναγομένης – δευτέρου εναγομένου έχει προσβληθεί στην προσωπικότητά του και έχει υποστεί ηθική βλάβη, για την αποκατάσταση της οποίας ζητεί το ποσό των 30.044 Ευρώ ευρώ, εκ του οποίου το ποσό των 44 Ευρώ επιφυλάσσεται να διεκδικήσει ως χρηματική ικανοποίηση κατά την άσκηση πολιτικής αγωγής ενώπιον των ποινικών δικαστηρίων. Κατόπιν των ανωτέρω ζητεί: α)να αναγνωριστεί η ακυρότητα της καταγγελίας της συμβάσεως εργασίας του β) να υποχρεωθεί η πρώτη εναγομένη να του καταβάλει το ποσό των 18.639,21 Ευρώ για μισθούς υπερημερίας λόγω ακύρου καταγγελίας της συμβάσεως εργασίας αορίστου χρόνου, άλλως το ποσό των 1.572,11 Ευρώ ως αποζημίωση απολύσεως, άλλως το ποσό των 4.381,32 Ευρώ ως μισθούς υπερημερίας σε περίπτωση που κριθεί ότι η σύμβαση εργασίας είναι ορισμένου χρόνου, άλλως το ποσό των 4.381,32 Ευρώ ως εύλογη αποζημίωση λόγω πρόωρης καταγγελίας της συμβάσεως εργασίας ορισμένου χρόνου, γ) το ποσό των 2.517,22 Ευρώ για διαφορές δεδουλευμένων αποδοχών, το ποσό των 377,30 Ευρώ για επίδομα αδείας και το ποσό των 1,120,16 Ευρώ για υπερεργασία και παράνομη υπερωριακή απασχόληση με το νόμιμο τόκο από τότε που κάθε κονδύλιο κατέστη απαιτητό, άλλως από την επομένη της επίδοσης της αγωγής, δ) να υποχρεωθούν οι εναγόμενοι έκαστος εις ολόκληρον να του καταβάλουν ως χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης το ποσό των 30.000 Ευρώ με το νόμιμο τόκο από την επομένη της επίδοσης της αγωγής, να υποχρεωθεί η πρώτη εναγομένη να αποδέχεται τις υπηρεσίες του, ως και προ της 20ης-10-2008, καταδικαζόμενη προς τούτο, για κάθε άρνησή της, σε χρηματική ποινή, ποσού 500 Ευρώ και ο δεύτερος εναγόμενος σε προσωπική κράτηση ενός έτους. Επικουρικώς ζητεί να υποχρεωθεί η πρώτη εναγόμενη να του καταβάλει το ποσό των 52.653,89 Ευρώ κατά τις διατάξεις του αδικαιολογήτου πλουτισμού άλλως τις περί αδικοπραξιών διατάξεις. Τέλος, ζητεί να κηρυχθεί η απόφαση προσωρινώς εκτελεστή και να καταδικασθούν οι εναγόμενοι στα δικαστικά του έξοδα.

Η αγωγή αρμοδίως φέρεται προς συζήτηση στο Δικαστήριο τούτο (άρθρ. 7, 9, 10, 16 παρ. 2, 25 παρ. 2, 664 ΚΠολΔ) που είναι καθ’ ύλην και κατά τόπον αρμόδιο προς εκδίκαση κατά την προκειμένη ειδική διαδικασία των άρθρων 664-676 ΚΠολΔ (άρθρ. 663 ΚΠολΔ). Έχει ασκηθεί εμπρόθεσμα, αφενός μεν εντός της τρίμηνης από της καταγγελίας αποσβεστικής προθεσμίας του άρθρου 6 του Ν. 3198/1955, όσον αφορά στα αιτήματα της αναγνώρισης της ακυρότητας της καταγγελίας της συμβάσεως εργασίας, της επιδίκασης μισθών υπερημερίας και των παρεπόμενων αυτών αιτημάτων, αφετέρου εντός της εξάμηνης (αποσβεστικής προθεσμίας) του ιδίου άρθρου, όσον αφορά στο αίτημα καταβολής αποζημίωσης, όπως τούτο προκύπτει από την υπ’ αριθμ. ……../11-12-2008 έκθεση επιδόσεως του δικαστικού επιμελητή στο Πρωτοδικείο Αθηνών Αθανασίου Λυκιαρδόπουλου. Περαιτέρω, είναι ορισμένη εκτός από τη βάση της αδικοπραξίας κατά το μέρος που αφορά στους ψευδείς ισχυρισμούς που περιέχονται στην από 30 Οκτωβρίου 2008 μήνυση που κατέθεσε ο δεύτερος εναγόμενος σε βάρος του ενάγοντος, διότι δεν προσδιορίζεται το ακριβές περιεχόμενο της με συνέπεια να αδυνατεί το Δικαστήριο να κρίνει την αλήθεια ή αναλήθεια των ισχυρισμών που περιέχονται σ’ αυτή, οι οποίοι θεμελιώνουν την αδικοπρακτική συμπεριφορά των εναγομένων. Περαιτέρω, η αγωγή κατά το μέρος, που κρίθηκε ορισμένη είναι νόμιμη ως προς τα κονδύλια της διαφοράς των δεδουλευμένων αποδοχών, της αμοιβής λόγω υπερεργασίας και παράνομης υπερωρίας και επιδόματος αδείας για το έτος 2008, ακυρότητας της συμβάσεως εργασίας, μισθών υπερημερίας, χρηματικής ικανοποίησης λόγω ηθικής βλάβης και στηρίζεται στην υπ’ αριθμ. 11/29-5-2008, Διαιτητική απόφαση «για τους όρους αμοιβής και εργασίας των εργαζομένων στις επιχειρήσεις παροχής υπηρεσιών όλης της χώρας» με αρ. πράξης καταθέσεως Υπ. Απασχ. 6/6-6-2008, που κηρύχθηκε υποχρεωτική Γενικώς, από 6/6/2008, με την ΥΑ 51871/2440/11-7-2008 (ΦΕΚ Β’1448/23-7-2008), τα άρθρα 167, 168, 174,180, 200, 281, 288, 648, 656, 659, 669, 672, 341, 345, 349, 350 Α.Κ, ΥΑ 190940/1981, που εκδόθηκε σε εκτέλεση του ν. 1082/1980 για τα δώρα εορτών, άρθρο 1 του ν. 3302/2004, με το οποίο αντικατεστάθη η παρ. 1 του άρθρου 2 του α. ν. 539/45, άρθρο 3 παρ. 8, του α.ν. 539/1945, 3 § 16 του ν. 4505/66, όπως ισχύουν μετά το ν. 1346/1983 για την κανονική άδεια και το επίδομα αδείας, 1, 3 και 5 παρ. 1, 2 του ν.2112/1920,1, 3 παρ. 1 και 5 του β.δ από 16-7-1920 και 1, 2, 5 και 7 του ν. 3198/1995, άρθρο 1 παρ. 1, 2, 3 και 4 ν. 3385/2005, 907, 908, 946 Κ.Πολ.Δ. Αντιθέτως, απορριπτέα ως νομικά αβάσιμη είναι η επικουρική βάση του αδικαιολογήτου πλουτισμού, διότι ο ενάγων δεν επικαλείται το λόγο ακυρότητας της σύμβασης, καθόσον στηρίζεται στα ίδια πραγματικά περιστατικά στα οποία στηρίζεται η αγωγή από τη σύμβαση. Δηλαδή δεν αναφέρονται πραγματικά περιστατικά διαφορετικά ή πρόσθετα από εκείνα στα οποία στηρίζεται η αγωγή από την επικαλούμενη έγκυρη σύμβαση εξαρτημένης εργασίας, και λόγω της επιβοηθητικής φύσης της αγωγής περί αδικαιολογήτου πλουτισμού δεν δίδεται μαζί με την και παράλληλα με την αγωγή από την σύμβαση όταν και οι δύο αυτές αγωγές στηρίζονται στα ίδια πραγματικά περιστατικά(ΑΠ 914/1998 Ελλ.Δνη 40.314, Εφ Δωδ 85/2007 δημοσίευση Νόμος). Ακολούθως, απορριπτέα ως νομικά αβάσιμη είναι και η επικουρική βάση της αδικοπραξίας για το ποσό των 22.653,89 Ευρώ (=18.639,21+2.517,22+377,30+1.120,16), καθόσον η παράβαση ενοχικής υποχρέωσης δεν συνιστά αδικοπραξία. Πρέπει, επομένως, η αγωγή κατά το μέρος που κρίθηκε νόμιμη να εξετασθεί περαιτέρω ως προς την ουσιαστική της βασιμότητα, δεδομένου, ότι για το καταψηφιστικό αίτημα αυτής έχει καταβληθεί το προσήκον τέλος δικαστικού ενσήμου με τις υπέρ τρίτων προσαυξήσεις, όπως τούτο προκύπτει από τα υπ.’ αριθμ. …, …, … και … αγωγόσημα με τα επισήματα του Τ.Ν, που προσκομίζει ο ενάγων.

Από την ένορκη κατάθεση της μάρτυρος απόδειξης, που εξετάστηκε στο ακροατήριο και περιέχεται στα ταυτάριθμα με την απόφαση πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης τούτου και των εγγράφων, που προσκομίζει και επικαλείται ο ενάγων τα οποία λαμβάνονται υπόψη, είτε ως αυτοτελή αποδεικτικά μέσα, είτε ως δικαστικά τεκμήρια – εκτός από την υπ’. αριθ. …/2009 ένορκη βεβαίωση, που συντάχθηκε ενώπιον της Ειρηνοδίκου Αθηνών, την οποία προσκομίζει ο ενάγων, η οποία δεν λαμβάνεται υπόψη, διότι ελήφθη χωρίς προηγούμενη κλήτευση των εναγομένων δεδομένου ότι οι εναγόμενοι λόγω της ερημοδικίας τους κατά τη συζήτηση της υπό κρίση αγωγής δεν έλαβαν γνώση της γνωστοποίησης της, η οποία έγινε με καταχώριση στα πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης του Δικαστηρίου τούτου, ο δε ενάγων δεν προσκομίζει αποδεικτικό επίδοσης από το οποίο να προκύπτει ότι η ανωτέρω ένορκη βεβαίωση ελήφθη μετά από νόμιμη κλήτευση των εναγομένων – αποδεικνύονται τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Ο ενάγων προσλήφθηκε την 30η-6-2008 από τον εκπρόσωπο της εναγόμενης με σύμβαση εξαρτημένης εργασίας ορισμένου χρόνου, δεδομένου ότι η πρόσληψή του έγινε ενόψει της υλοποίησης του έργου «Επεξεργασία δηλώσεων Ε9 του Υπουργείου Οικονομικών» το οποίο ανέλαβε να αποπερατώσει η πρώτη εναγομένη μέχρι την 31-12-2008, όπως τούτο προκύπτει από την γνωστοποίηση των όρων της ατομικής σύμβασης αλλά και από την από 30- Οκτωβρίου 2008 μήνυση του δεύτερου εναγομένου σε βάρος του ενάγοντος. Επομένως ο ισχυρισμός του περί συνάψεως συμβάσεως εξαρτημένης εργασίας αορίστου χρόνου είναι απορριπτέος ως ουσιαστικά αβάσιμος καθώς και τα κεφάλαια που συνέχονται με αυτόν ήτοι η αναγνώριση ακυρότητας της καταγγελίας αορίστου χρόνου και η επιδίκαση μισθών υπερημερίας, άλλως η καταβολή της αποζημίωσης και η υποχρέωση της εργοδότριας του πρώτης εναγομένης να αποδέχεται τις υπηρεσίες του. Περαιτέρω, αποδείχθηκε ότι ο ενάγων προσελήφθη προκειμένου να εργαστεί με την ειδικότητα του χειριστή Η/Υ – διατρητή. Τα δε καθήκοντα, που του ανατέθηκαν, συνίσταντο σε άντληση πληροφοριών από χειρόγραφα ή μηχανογραφημένα έντυπα διαφόρων τύπων (φορολογικές δηλώσεις Ε9, αναλυτικές περιοδικές δηλώσεις εργοδοτών ΙΚΑ κ.λ.π.) και στη συνέχεια μετατροπή τους σε ψηφιακή μορφή, δια πληκτρολογήσεως και καταχωρήσεως των απαιτούμενων στοιχείων στις οικείες ψηφιακές φόρμες, ώστε να καταστούν κατανοητά και αναγνώσιμα από τον ηλεκτρονικό υπολογιστή. Ως τόπος παροχής της εργασίας συμφωνήθηκε αρχικώς η ….. στην ….., όπου βρίσκονται οι εγκαταστάσεις της εναγομένης, ενώ από την 20η Σεπτεμβρίου 2008 ο ενάγων προσέφερε τις υπηρεσίες του στα γραφεία, που διατηρεί η πρώτη ενάγουσα εντός του υποκαταστήματος ΙΚΑ – ΕΤΑΜ στην περιοχή του ….., έως και την 20η Οκτωβρίου, οπότε λύθηκε η εργασιακή του σχέση. Ακολούθως, αποδείχθηκε ότι μεταξύ των συμβαλλομένων συμφωνήθηκε να παρέχει ο ενάγων την εργασία του πέντε ημέρες την εβδομάδα από Δευτέρα έως Παρασκευή με το νόμιμο ωράριο, ενώ για την αμοιβή του συμφωνήθηκε μικτό σύστημα πληρωμής, ήτοι καταβολή μηνιαίου μισθού σύμφωνα με τις Σ.Σ.Ε της ειδικότητάς του πλέον αμοιβής κατ’ αποκοπήν («κατά τεμάχιον»). Ειδικότερα: α) στην περίπτωση, που ο συνολικός αριθμός των καταχωρισθέντων εγγράφων, που επετύγχανε ανά μήνα, υπερέβαινε τις 14.000 αλλά όχι τις 19.999 δικαιούταν το ποσό των 0,042 Ευρώ ανά καταχώριση, β) στην περίπτωση, που ο συνολικός αριθμός των καταχωρισθέντων εγγράφων, που επετύγχανε ανά μήνα, υπερέβαινε τις 20.000 δικαιούταν το ποσό των 0,053 Ευρώ ανά καταχώριση. Από την 20η-9-2008 όμως το καθεστώς της κατ’ αποκοπήν αμοιβής όπως ομολογεί ο ενάγων στην υπό κρίση αγωγή του και εντεύθεν δικαιούταν 0,0007 Ευρώ ανά πληκτρολόγηση ψηφίου (δακτυλισμό) ανεξάρτητα από τον αριθμό τους. Δυνάμει της, υπ’ αριθμ. 11/29-5-2008, Διαιτητικής απόφασης «για τους όρους αμοιβής και εργασίας των εργαζομένων στις επιχειρήσεις παροχής υπηρεσιών όλης της χώρας» (πληροφορικής, διαφημίσεως, μεταφοράς, εκπαιδεύσεως κλπ.), με αρ. πράξης καταθέσεως Υπ. Απασχ. 6/6-6-2008, που κηρύχθηκε υποχρεωτική Γενικώς, από 6/6/2008, με την ΥΑ 51871/2440/11-7-2008 (ΦΕΚ Β’1448/23-7-2008), τα κατώτατα όρια των μηνιαίων μισθών των χειριστών ηλεκτρονικού υπολογιστή – διατρητών, στις επιχειρήσεις αυτές ορίζονται:α) για το χρονικό διάστημα από 1ης Ιανουαρίου 2008 έως 31 Αυγούστου 2008 σε 789,58 Ευρώ και β) για το χρονικό διάστημα από 1ης Σεπτεμβρίου 2008 έως 31Δεκεμβρίου 2008 σε 814,85 Ευρώ. Επίσης ορίζεται ότι χορηγείται επιστημονικό επίδομα στους κατόχους πτυχίου ΑΕΙ εκ ποσοστού 18% επί του βασικού μισθού, επίδομα ξένης γλώσσας στους κατόχους των οικείων πτυχίων εκ ποσοστού 5% επί του βασικού μισθού και επίδομα ανθυγιεινής εργασίας εκ ποσοστού 15% επί του βασικού μισθού, λόγω της εκθέσεως στην ακτινοβολία της οθόνης του ηλεκτρονικού υπολογιστή. Στην προκειμένη περίπτωση, η πρώτη των εναγομένων προσδιόρισε τον μηνιαίο μισθό του ενάγοντος σε ποσό κατώτερο από το προβλεπόμενο από τη κηρυχθείσα γενικώς υποχρεωτική, ανωτέρω Διαιτητική Απόφαση, συνυπολογιζομένων των προ μνησθέντων επιδομάτων, δεδομένου ότι ο ενάγων της είχε γνωστοποιήσει, κατά την διάρκεια της «συνεντεύξεως» για την πρόσληψή του το γεγονός ότι είναι κάτοχος πτυχίου ΑΕΙ και πτυχίου «First Certificate» στην αγγλική γλώσσα -της οποίας έκανε χρήση κατά την διάρκεια της εργασίας, αφού αφενός ο υπολογιστής λειτουργούσε με αγγλικό λειτουργικό πρόγραμμα και αφετέρου αρκετά από τα καταχωριζόμενα έγγραφα περιείχαν δεδομένα στην αγγλική -με κατάθεση των οικείων πιστοποιητικών εγγράφων, αυθημερόν με την πρόσληψη του. Επομένως του οφείλει την προκύπτουσα διαφορά μεταξύ των καταβληθεισών και των καταβλητέων αποδοχών. Ειδικότερα α) Για το χρονικό διάστημα από 30ης/6/2008 μέχρι 31/8/2008, κατά το οποίο ο ελάχιστος νόμιμος μισθός του ανήρχετο, σύμφωνα με το άνω συλλογικό καθεστώς, μετά των προ μνησθέντων επιδομάτων σε 1.089,62 Ευρώ (ήτοι 789,58 βασικός μισθός + 142,12 επίδομα πτυχίου ΑΕΙ + 39,48 επίδομα ξένης γλώσσας + 118,44 επίδομα ανθυγιεινής εργασίας) έλαβε για τον μήνα Ιούλιο που επέτυχε 21.100 καταχωρίσεις, μόνον 1.000,00 Ευρώ και για τον μήνα Αύγουστο που πέτυχε 18.876 καταχωρίσεις, μόνον 906,77 Ευρώ και επομένως δικαιούται της συνολικής διαφοράς μεταξύ καταβληθεισών και νομίμων αποδοχών εκ 831,14 Ευρώ αφού, αντί να λάβει το προβλεπόμενο ποσό των 2.737,91 Ευρώ (43,58 Ευρώ [ένα ημερομίσθιο] για τον μήνα Ιούνιο + 1.089,62 Ευρώ νόμιμος μισθός Ιουλίου + 310,30 Ευρώ [6.000καταχωρίσεις x 0,042 Ευρώ = 252,00 Ευρώ + 1.100 καταχωρίσεις x 0,053 Ευρώ = 58,30 Ευρώ] αμοιβή κατ’ αποκοπήν Ιουλίου + 1.089,62 Ευρώ νόμιμος μισθός Αυγούστου + 204,79 Ευρώ [4.876 καταχωρίσεις x 0,042 Ευρώ = 204,79 Ευρώ] αμοιβή κατ’ αποκοπήν Αυγούστου), έλαβε μόνο το ποσό των 1.906,77 Ευρώ (1.000,00 + 906,77). β) Για το χρονικό διάστημα από 1ης/9/2008 μέχρι 30/09/2008, κατά το οποίο ο ελάχιστος νόμιμος μισθός του ανήρχετο μετά των επιδομάτων σε 1.124,49 Ευρώ (ήτοι 814,85 βασικός μισθός + 146,67 επίδομα πτυχίου ΑΕΙ + 40,74 επίδομα ξένης γλώσσας + 122,23 επίδομα ανθυγιεινής εργασίας) και πέτυχε 14.383 καταχωρίσεις και 197.000 δακτυλισμούς, έλαβε μόνον 702,00 Ευρώ και επομένως δικαιούται της διαφοράς μεταξύ καταβληθεισών και νομίμων αποδοχών εκ 576,48 Ευρώ αφού, αντί να λάβει το προβλεπόμενο ποσό των 1.278,48 Ευρώ (1.124,49 Ευρώ νόμιμος μισθός + 153,99 Ευρώ [383 καταχωρίσεις x 0,042 Ευρώ = 16,09 Ευρώ + 197.000 δακτυλισμοί x 0,0007 Ευρώ = 137,90 Ευρώ] αμοιβή κατ’ αποκοπήν), έλαβε μόνο το ποσό των 702,00 Ευρώ. γ) Για το χρονικό διάστημα από 1ης/10/2008 μέχρι 20/10/2008, κατά το οποίο ο ελάχιστος νόμιμος μισθός του ανήρχετο μετά των επιδομάτων ομοίως σε 1.124,49 Ευρώ και επέτυχε 300.000 δακτυλισμούς, δεν έλαβε κανένα ποσό, οπότε δικαιούται το τοιούτο των 1.109,60 Ευρώ (899,60 Ευρώ για 20 ημερομίσθια [44,98 x 20] + 210,00 Ευρώ [300.000 δακτυλισμοί x 0,0007 Ευρώ = 210,00  Ευρώ] αμοιβή κατ’ αποκοπήν). Συνεπώς, για ολόκληρο τον διαδραμόντα χρόνο λειτουργίας της συμβάσεως εργασίας του μέχρι 20/10/2008, δικαιούται της συνολικής διαφοράς μεταξύ καταβληθεισών και καταβλητέων κατά νόμο αποδοχών, εκ 2.517,22 Ευρώ, νομίμως εντόκως αφ’ ης εκάστη δόση κατέστη απαιτητή, ήτοι από της τελευταίας ημέρας εκάστου μηνός για την αντίστοιχη παροχή. Περαιτέρω αποδείχθηκε ότι η πρώτη των εναγομένων ουδέποτε του χορήγησε επίδομα αδείας, παρά τις επανειλημμένες οχλήσεις του, οπότε του οφείλει το ποσό των 377,30Ευρώ (7 ημερομίσθια x 53,90 Ευρώ έκαστο [1.347,52 Ευρώ / 25]). Περαιτέρω αποδείχθηκε ότι ο ενάγων παρά το συμφωνημένο ωράριο εργαζόταν από τις 6.45 το πρωί έως τις 16.15 το απόγευμα καθ’ όλες τις εργάσιμες ημέρες της εβδομάδας από Δευτέρα έως Παρασκευή χωρίς να του καταβάλεται αμοιβή για την υπερεργασία και την κατ’ εξαίρεση υπερωρία που πραγματοποιούσε. Σύμφωνα με το άρθρο 1 του ν. 3385/2005 (Ρυθμίσεις για την προώθηση της απασχόλησης), το οποίο ισχύει από 1/10/2005, το άρθρο 4 του ν. 2874/2000 (ΦΕΚ 286 Α) αντικαταστάθηκε ως εξής: «1. Σε επιχειρήσεις στις οποίες εφαρμόζεται συμβατικό ωράριο εργασίας έως σαράντα (40) ώρες την εβδομάδα, ο εργαζόμενος μπορεί να απασχολείται πέντε (5) επιπλέον ώρες την εβδομάδα κατά την κρίση του εργοδότη (υπερεργασία). Οι ώρες αυτές υπερεργασίας (41η, 42η, 43η, 44η, 45η ώρα) αμείβονται με το καταβαλλόμενο ωρομίσθιο προσαυξημένο κατά 25% και δεν συνυπολογίζονται στα επιτρεπόμενα, σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις, όρια υπερωριακής απασχόλησης. Για όσους εργαζομένους ισχύει σύστημα εργασίας έξι (6) εργάσιμων ημερών την εβδομάδα η, σύμφωνα με το προηγούμενο εδάφιο, υπερεργασία ανέρχεται σε οκτώ (8) ώρες την εβδομάδα (από 41η έως 48η ώρα). 2. Η πέραν των σαράντα πέντε (45) ωρών την εβδομάδα απασχόληση του μισθωτού στις επιχειρήσεις της παραγράφου 1 θεωρείται υπερωριακή απασχόληση ως προς όλες τις νόμιμες συνέπειες, διατυπώνεις και διαδικασίες έγκρισης. Για όσους εργαζομένους ισχύει σύστημα εργασίας έξι (6) εργάσιμων ημερών την εβδομάδα, υπερωριακή απασχόληση θεωρείται η εργασία πέραν των σαράντα οκτώ (48) ωρών την εβδομάδα. Σε κάθε περίπτωση διατηρούνται σε ισχύ οι ρυθμίσεις για το νόμιμο ημερήσιο ωράριο εργασίας. 3. Μισθωτοί απασχολούμενοι υπερωριακά δικαιούνται για κάθε ώρα νόμιμης υπερωρίας και μέχρι τη συμπλήρωση εκατόν είκοσι (120) ωρών ετησίως αμοιβή ίση με το καταβαλλόμενο ωρομίσθιο προσαυξημένο κατά 50%. Η αμοιβή για την πέραν των εκατόν είκοσι (120) ωρών ετησίως νόμιμη υπερωριακή απασχόληση είναι το καταβαλλόμενο ωρομίσθιο προσαυξημένο κατά 75%. 4. Κάθε ώρα υπερωρίας, για την πραγματοποίηση της οποίας δεν τηρούνται οι προβλεπόμενες από το νόμο διατυπώσεις και διαδικασίες έγκρισης, χαρακτηρίζεται εφεξής κατ’ εξαίρεση υπερωρία. 5. Για κάθε ώρα κατ’ εξαίρεση υπερωρίας ο μισθωτός δικαιούται αποζημίωση ίση με το καταβαλλόμενο ωρομίσθιο προσαυξημένο κατά 100%.». Σύμφωνα με τα εκτεθέντα ανωτέρω, ο ενάγων εργαζόταν εβδομαδιαίος 47,5 ώρες πέραν του εβδομαδιαίου νομίμου ωραρίου του, χωρίς να έχει δηλώσει την εκτός νομίμου ωραρίου απασχόλησή του η εργοδότριά του στην Επιθεώρηση Εργασίας, ούτε να έχει λάβει την απαιτούμενη κατά νόμο άδεια και χωρίς να του έχει καταβληθεί αμοιβή και προσαύξηση. Ειδικότερα κατά το χρονικό διάστημα από 30 Ιουνίου 2008 έως Παρασκευή 29 Αυγούστου 2008 που το νόμιμο ωρομίσθιο του ενάγοντος ήταν 6,54 ευρώ (1.089,62 μηνιαίος μισθός /25×6/40=6,54 απασχολήθηκε πέραν των 40 ωρών εβδομαδιαίως και μέχρι συμπληρώσεως των 45 ωρών (κατά τις εργάσιμες ημέρες), συνολικά 40ώρες (8 εβδομάδες x 5 ώρες = 40 ώρες), οπότε δικαιούται για την αιτία αυτή το ποσό των 327,00 Ευρώ (40 ώρες x 6,54 Ευρώ ωρομίσθιο x25% προσαύξηση για παροχή υπερεργασιακής απασχόλησης για κάθε ώρα από την 41η έως την 45η = 327,00 Ευρώ). Οι κατ’ ιδίαν εβδομάδες που απασχολήθηκε κατά το ανωτέρω διάστημα είναι: Δευτέρα 30 Ιουνίου 2008 έως Παρασκευή 4 Ιουλίου 2008, Δευτέρα 7 Ιουλίου 2008 έως Παρασκευή 11 Ιουλίου 2008, Δευτέρα 14 Ιουλίου 2008 έως Παρασκευή 18 Ιουλίου 2008, Δευτέρα 21 Ιουλίου 2008 έως Παρασκευή 25 Ιουλίου 2008, Δευτέρα 28 Ιουλίου 2008 έως Παρασκευή 1 Αυγούστου 2008, Δευτέρα 4 Αυγούστου 2008 έως Παρασκευή 8 Αυγούστου 2008, Δευτέρα 18 Αυγούστου 2008 έως Παρασκευή 22 Αυγούστου 2008 και Δευτέρα 25 Αυγούστου 2008 έως Παρασκευή 29 Αυγούστου 2008.β) Κατά το χρονικό διάστημα από Δευτέρα 1 Σεπτεμβρίου 2008, έως Παρασκευή 17 Οκτωβρίου 2008, που το νόμιμο ωρομίσθιο του ενάγοντος ήταν 6,75 Ευρώ (1.124,49 Ευρώ  μηνιαίος μισθός / 25 x 6/40 = 6,75), απασχολήθηκε πέραν των 40 ωρών εβδομαδιαίως και μέχρι συμπληρώσεως των 45 ωρών (κατά τις εργάσιμες ημέρες), συνολικά 35 ώρες (7 εβδομάδες x 5 ώρες = 35 ώρες), οπότε δικαιούται για την αιτία αυτή το ποσό των 295,31 Ευρώ (35 ώρες x 6,75 Ευρώ ωρομίσθιο x 25% προσαύξηση για παροχή υπερεργασιακής απασχόλησης για κάθε ώρα από την 41η έως την 45η = 295,31 Ευρώ). Οι κατ’ ιδίαν εβδομάδες που απασχολήθηκε κατά το ανωτέρω διάστημα είναι: Δευτέρα 1 Σεπτεμβρίου 2008 έως Παρασκευή 5 Σεπτεμβρίου 2008, Δευτέρα 8 Σεπτεμβρίου 2008 έως Παρασκευή 12 Σεπτεμβρίου 2008, Δευτέρα 15 Σεπτεμβρίου 2008 έως Παρασκευή 19 Σεπτεμβρίου 2008, Δευτέρα 22 Σεπτεμβρίου 2008 έως Παρασκευή 26 Σεπτεμβρίου 2008, Δευτέρα 29 Σεπτεμβρίου 2008 έως Παρασκευή 3 Οκτωβρίου 2008, Δευτέρα 6 Οκτωβρίου 2008 έως Παρασκευή 10 Οκτωβρίου 2008 και Δευτέρα 13 Οκτωβρίου 2008 έως Παρασκευή 17 Οκτωβρίου 2008. Οπότε για παρασχεθείσα υπερεργασία κατά τις εργάσιμες ημέρες Δευτέρα έως Παρασκευή), κατά τα ανωτέρω, του οφείλεται συνολικώς το ποσό των 622,31 Ευρώ (327,00 Ευρώ για 40 ώρες υπερεργασίας τον Ιούλιο και τον Αύγουστο και 295,31 Ευρώ για 35 ώρες υπερεργασίας τον Σεπτέμβριο και τον Οκτώβριο). Για κατ’ εξαίρεση υπερωριακή απασχόληση κατά τα αυτά ως άνω χρονικά διαστήματα α) Κατά το χρονικό διάστημα από Δευτέρα 30 Ιουνίου 2008, έως Παρασκευή 29 Αυγούστου 2008, απασχολήθηκε πέραν των 45 ωρών εβδομαδιαίως (κατά τις εργάσιμες ημέρες), συνολικά 20 ώρες (8 εβδομάδες x 2,5 ώρες = 20 ώρες). Με δεδομένο ότι το νόμιμο ωρομίσθιο του ήταν 6,54 Ευρώ (1.089,62 Ευρώ μηνιαίος μισθός /25 x 6/40 = 6,54), δικαιούται για την αιτία αυτή το ποσό των 261,60 Ευρώ (20 ώρες χ 6,54 Ευρώ ωρομίσθιο x 100% προσαύξηση για παροχή κατ’ εξαίρεση υπερωριακής απασχόλησης = 261,60 Ευρώ).β) Κατά το χρονικό διάστημα από Δευτέρα 1 Σεπτεμβρίου 2008, έως Παρασκευή 17 Οκτωβρίου 2008, απασχολήθηκε πέραν των 45 ωρών εβδομαδιαίως (κατά τις εργάσιμες ημέρες), συνολικά 17,5 ώρες (7 εβδομάδες x 2,5 ώρες = 17,5 ώρες). Με δεδομένο ότι το νόμιμο ωρομίσθιο του ήταν 6,75 Ευρώ (1.124,49 Ευρώ μηνιαίος μισθός /25 x 6/40 = 6,75), δικαιούται για την αιτία αυτή το ποσό των 236,25 Ευρώ (17,5 ώρες x6,75 Ευρώ ωρομίσθιο x 100% προσαύξηση για παροχή κατ’ εξαίρεση υπερωριακής απασχόλησης = 236,25 Ευρώ). Οπότε για παρασχεθείσα κατ’ εξαίρεση υπερωριακή απασχόληση κατά τις εργάσιμες ημέρες (Δευτέρα έως Παρασκευή) του οφείλεται συνολικώς το ποσό των 497,85 Ευρώ (261,60 Ευρώ για 20 ώρες κατ’ εξαίρεση υπερωρίας τον Ιούλιο και τον Αύγουστο και 236,25 Ευρώ για 17,5 ώρες κατ’ εξαίρεση υπερωρίας τον Σεπτέμβριο και τον Οκτώβριο).Συνεπώς η πρώτη των εναγομένων του οφείλει για τις άνω αιτίες το συνολικό ποσό των 1.120,16 Ευρώ (622,31 Ευρώ για υπερεργασία + 497,85 Ευρώ για κατ’ εξαίρεση υπερωριακή απασχόληση), νομίμως εντόκως από της επιδόσεως της παρούσης μέχρις εξοφλήσεως. Περαιτέρω αποδείχθηκε ότι η πρώτη των εναγομένων επί μακρόν αρνούταν να χορηγήσει στον ενάγοντα εξοφλητικές αποδείξεις πληρωμών παρά τις συνεχείς οχλήσεις, ενώ το έντυπο των όρων της ατομικής σύμβασης εργασίας του το γνωστοποίησε μόλις την 30η Σεπτεμβρίου 2008 μετά από πιέσεις. Ο ενάγων διαπίστωσε για πρώτη φόρα ότι ως χρόνος έναρξης της σύμβασης εργασίας του αναφερόταν η 10η Ιουλίου 2008 και ότι η αμοιβή υπολογιζόταν με βάση την Ε.Γ.Σ.Σ.Ε και όχι με βάση τα ισχύοντα για τους εργαζομένους σε επιχειρήσεις πληροφορικής. Ο ενάγων προς προάσπιση των δικαιωμάτων του προσέφυγε την 10η Οκτωβρίου 2008 στο Τμήμα Κοινωνικής επιθεώρησης ….. του Σώματος Επιθεώρησης Εργασίας, όπου καθορίστηκε κοινή συνάντησή του με την εργοδότριά του την 31η Οκτωβρίου 2008. Η δε πρώτη εναγομένη μετά την ανωτέρω προσφυγή του ενάγοντος όχι μόνο δεν ικανοποίησε τις αξιώσεις του αλλά αντιθέτως δια του νομίμου εκπροσώπου της – δευτέρου εναγομένου την 17η Οκτωβρίου 2008 τον κάλεσε στις εγκαταστάσεις της στη …. και του κοινοποίησε το από 7 Οκτωβρίου 2008 έγγραφό της (ήτοι δέκα ημέρες μετά τη σύνταξή του) με τίτλο επίπληξη μισθωτού στο οποίο τον επιπλήττει λόγω πλημμελούς εκτέλεσης των καθηκόντων του. Όμως, η πλημμελής εκτέλεση των καθηκόντων του ενάγοντος, δεν αποδείχθηκε, καθώς η μάρτυρας απόδειξης κατέθεσε περί της ιδιαίτερα καλής απόδοσής του και της τυπικότητας του. Ακολούθως την 17η Οκτωβρίου 2008 ο δεύτερος εναγόμενος απομάκρυνε τον ενάγοντα από την θέση εργασίας του στο Υποκατάστημα ΙΚΑ-ΕΤΑΜ ….  και τον εγκατέστησε σε απομονωμένο γραφείο, που επιτηρείτο από κλειστό κύκλωμα τηλεοράσεως, το οποίο βρίσκεται δίπλα στο γραφείο του (δευτέρου εναγομένου) στις εγκαταστάσεις της πρώτης εναγομένης στη ….. Ο ενάγων εργάσθηκε στην επιχείρηση της πρώτης εναγομένης μέχρι την 20η Οκτωβρίου 2008 οπότε ο δεύτερος εναγόμενος κατήγγειλε προφορικώς της σύμβαση εργασίας του. Από την προεκτεθείσα παράνομη και υπαίτια συμπεριφορά των αρμοδίων οργάνων της πρώτης εναγομένης και του δευτέρου εναγομένου ο ενάγων προσβλήθηκε στην προσωπικότητά του και υπέστη ταλαιπωρία και πρέπει προς αποκατάσταση της ηθικής του βλάβης να του επιδικασθεί εύλογη χρηματική ικανοποίηση, η οποία ενόψει της βαρύτητας της προσβολής, του τρόπου με τον οποίο έγινε και της κοινωνικής και οικονομικής κατάστασης των διαδίκων, ανέρχεται κατά την κρίση του Δικαστηρίου στο ποσό των δύο χιλιάδων (2000) ευρώ. Κατόπιν τούτου, πρέπει να αναγνωρισθεί η ακυρότητα της γενομένης από 20 Οκτωβρίου 2008 καταγγελίας της συμβάσεως εργασίας του ενάγοντος, καθόσον αποδείχθηκε ότι δεν συνέτρεχε στην προκειμένη περίπτωση σπουδαίος λόγος, που να την υπαγορεύει, καθόσον αποδείχθηκε ότι ο ενάγων ήταν ιδιαίτερα εργατικός και ευσυνείδητος υπάλληλος, η δε καταγγελία έλαβε χώρα λόγω των συνεχών οχλήσεων και της προσφυγής τους ενάγοντος στην Επιθεώρηση Εργασίας, προκειμένου να διεκδικήσει τα νόμιμα δικαιώματά του. Ακολούθως, πρέπει να υποχρεωθεί η πρώτη εναγομένη που περιήλθε σε κατάσταση υπερημερίας, να καταβάλει τους μισθούς υπερημερίας για το χρονικό διάστημα από την 20η Οκτωβρίου 2008 έως την 31 Δεκεμβρίου 2008 (λήξη της σύμβασης), συνολικού ποσού 3.287,94 Ευρώ (592,90 Ευρώ για τον μήνα Οκτώβριο 2008 + 1.347,52 Ευρώ για τον μήνα Νοέμβριο 2008 + 1.347,52 Ευρώ για το μήνα Δεκέμβριο 2008 ως και τις συναφείς παροχές που κατά τη συνήθη πορεία των πραγμάτων θα ελάμβανε ο ενάγων για αναλογία δώρου Χριστουγέννων 2008, ήτοι 1.093,38 Ευρώ και συνολικά το ποσό των 4.381,32 Ευρώ με το νόμιμο τόκο από την επομένη ημέρα επίδοσης της αγωγής. Επομένως η υπό κρίση αγωγή πρέπει να γίνει εν μέρει δεκτή ως ουσιαστικά βάσιμη: α) να αναγνωριστεί η ακυρότητα της από 20 Οκτωβρίου 2008 καταγγελίας της σύμβασης εργασίας, β) να υποχρεωθεί η πρώτη εναγόμενη να καταβάλει στον ενάγοντα το ποσό των οκτώ χιλιάδων τριακοσίων ενενήντα έξι (8.396) Ευρώ (4.381,32 μισθοί υπερημερίας + 2.517,22 Ευρώ διαφορές μεταξύ καταβλητέων και καταβληθεισών αποδοχών + 377,30 Ευρώ επίδομα αδείας +1.120,16 Ευρώ αμοιβή υπερεργασίας και παράνομης υπερωρίας) με το νόμιμο τόκο από τη δήλη ημέρα, που κάθε επιμέρους κονδύλιο, από αυτά που απαρτίζουν τα παραπάνω ποσά, κατέστη απαιτητό και ειδικότερα για το κονδύλιο για τις δεδουλευμένες αποδοχές από την τελευταία ημέρα του αντίστοιχου μήνα, για το κονδύλιο για υπερεργασία από την τελευταία ημέρα του αντίστοιχου μήνα, για το κονδύλιο για την παράνομη υπερωριακή απασχόληση από την επομένη της επίδοσης της αγωγής, για το κονδύλιο επιδόματος αδείας από την 31η Δεκεμβρίου του αντίστοιχου έτους, για την αναλογία του δώρου Χριστουγέννων από την 31η Δεκεμβρίου του αντίστοιχου έτους (ΟλΑΠ 39-40/2002 ΕλλΔνη 44.118) και για το κονδύλιο των μισθών υπερημερίας οι οποίοι είχαν καταστεί απαιτητοί κατά την άσκηση της αγωγής από την επομένη της επίδοσης και γ) να υποχρεωθούν οι εναγόμενοι έκαστος εις ολόκληρον να καταβάλουν στον ενάγοντα το ποσό των δύο χιλιάδων (2.000) Ευρώ με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής. Το παρεπόμενο αίτημα περί κηρύξεως της απόφασης προσωρινώς εκτελεστής πρέπει να γίνει εν μέρει δεκτό ως προς την πρώτη εναγομένη για το ποσό των 4.000 Ευρώ, διότι το Δικαστήριο κρίνει ότι η καθυστέρηση στην εκτέλεση θα προκαλέσει στον ενάγοντα σημαντική ζημία και ότι συντρέχουν προς τούτο εξαιρετικοί λόγοι. Οι εναγόμενοι, που ερημοδικούν πρέπει να καταδικαστούν στα δικαστικά έξοδα του ενάγοντος κατά το ποσοστό της ήττας κατά τα ειδικότερα διαλαμβανόμενα στο διατακτικό (178, 180 και184 Κ.Πολ.Δ). Τέλος, πρέπει να οριστεί το νόμιμο παράβολο για την περίπτωση, άσκησης ανακοπής (άρθρα 673, 501, 502 §1 και 505 § 2 ΚΠολΔ), κατά τα ειδικότερα διαλαμβανόμενα στο διατακτικό.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Δικάζει ερήμην των εναγομένων.

Ορίζει το ποσό για την άσκηση ανακοπής ερημοδικίας στο ποσό των εκατόν πενήντα (150) ευρώ.

Δέχεται ένα μέρει την αγωγή.

Αναγνωρίζει η ακυρότητα της από 20 Οκτωβρίου 2008 καταγγελίας της σύμβασης εργασίας.

Υποχρεώνει την πρώτη εναγομένη να καταβάλει στον ενάγοντα το ποσό των οκτώ χιλιάδων τριακοσίων ενενήντα έξι (8.396) Ευρώ (4.381,32 μισθοί υπερημερίας + 2.517,22 Ευρώ διαφορές μεταξύ καταβλητέων και καταβληθεισών αποδοχών + 377,30 Ευρώ επίδομα αδείας +1.120,16 Ευρώ αμοιβή υπερεργασίας και παράνομης υπερωρίας) με το νόμιμο τόκο από τότε που κάθε επιμέρους κονδύλι, από αυτά που απαρτίζουν το παραπάνω ποσό, κατέστη απαιτητό, όπως αναφέρεται στο σκεπτικό της παρούσας, μέχρι την εξόφληση.

Υποχρεώνει τους εναγομένους έκαστο εις ολόκληρον να καταβάλουν στον ενάγοντα το ποσό των δύο χιλιάδων (2.000) ευρώ.

Κηρύσσει την απόφαση προσωρινώς εκτελεστή για το ποσό των τεσσάρων χιλιάδων (4.000) ευρώ ως προς την πρώτη των εναγομένων.

Καταδικάζει τους εναγομένους στην πληρωμή των δικαστικών εξόδων του ενάγοντος το ύψος των οποίων ορίζει στο ποσό των τετρακοσίων (400) ευρώ.

Κρίθηκε, αποφασίστηκε και δημοσιεύθηκε, σε έκτακτη, δημόσια συνεδρίαση, στο ακροατήριό του στην Αθήνα την 11η-1-2010

Χρησιμοποιούμε cookies για να κάνουμε ακόμα καλύτερη την εμπειρία σας στο site μας και για να διασφαλιστεί η αποτελεσματική λειτουργία της ιστοσελίδας μας. Επιλέγοντας «Αποδοχή» παρέχετε τη συγκατάθεση σας για τη χρήση των cookies, σύμφωνα με την πολιτική μας. View more
Αποδοχή Cookies