Οι μητέρες που εργάζονται δικαιούνται άδεια μητρότητας συνολικής διάρκειας 17 εβδομάδων. Οι 8 εβδομάδες χορηγούνται υποχρεωτικά πριν από την πιθανή ημερομηνία τοκετού (άδεια κύησης) και οι υπόλοιπες 9 μετά τον τοκετό (άδεια λοχείας).
Επιπλέον δικαιούνται, για χρονικό διάστημα 30 μηνών από τη λήξη της άδειας μητρότητας, είτε να προσέρχονται αργότερα, είτε να αποχωρούν νωρίτερα κατά μία ώρα κάθε ημέρα (άδεια φροντίδας παιδιού). Εναλλακτικά, με συμφωνία του εργοδότη, το ημερήσιο ωράριο των μητέρων μπορεί να ορίζεται μειωμένο κατά 2 ώρες ημερησίως για τους πρώτους 12 και σε 1 ώρα ημερησίως για 6 επιπλέον μήνες. Αντί του μειωμένου ωραρίου, μπορούν να χορηγηθούν στη μητέρα πλήρεις ημέρες άδειας, οι οποίες κατανέμονται σε εβδομαδιαία βάση, αντίστοιχου συνολικού αριθμού ωρών, εντός της χρονικής περιόδου κατά την οποία δικαιούται μειωμένο ωράριο. Εναλλακτικά, μπορεί να χορηγηθεί στη μητέρα ισόχρονη με το μειωμένο ωράριο άδεια με αποδοχές σε συνεχείς ημέρες, εντός της χρονικής περιόδου κατά την οποία δικαιούται το μειωμένο ωράριο. Η άρνηση του εργοδότη να χορηγήσει την άδεια αυτή συνιστά βλαπτική μεταβολή των όρων εργασίας.
Ειδική εννεάμηνη άδεια προστασίας μητρότητας (εννεάμηνο του ΟΑΕΔ)
Η άδεια αυτή χορηγείται στις εργαζόμενες μητέρες μετά τη λήξη της άδειας μητρότητας, της ισόχρονης με το μειωμένο ωράριο άδειας και της ετήσιας κανονικής άδειας. Εάν η εργαζόμενη δεν κάνει χρήση της ισόχρονης με το μειωμένο ωράριο άδειας, δικαιούται να λάβει την ειδική άδεια προστασίας μητρότητας αμέσως μετά τη λήξη της άδειας λοχείας. Κατά τη διάρκεια της άδειας αυτής ο ΟΑΕΔ (νυν ΔΥΠΑ) καταβάλλει στην εργαζόμενη μηνιαίως τον κατώτατο μισθό και αναλογία επιδομάτων εορτών και αδείας.
Η απόλυση εργαζόμενης, τόσο κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης της όσο και για χρονικό διάστημα 18 μηνών μετά τον τοκετό (ή για μεγαλύτερο χρόνο, λόγω ασθένειας που οφείλεται στην κύηση ή τον τοκετό), απαγορεύεται και είναι απόλυτα άκυρη, εκτός εάν υπάρχει σπουδαίος λόγος γι’ αυτό. Η προστασία από την απόλυση ισχύει τόσο έναντι του εργοδότη, από τον οποίο η έγκυος / τεκούσα έχει προσληφθεί αρχικά, όσο και έναντι του νέου εργοδότη, στον οποίο θα απασχοληθεί μέχρι το πέρας της χρονικής περιόδου προστασίας. Ως σπουδαίος λόγος δεν μπορεί σε καμία περίπτωση να θεωρηθεί ενδεχόμενη μείωση της εργασιακής απόδοσης της εγκύου που οφείλεται στην εγκυμοσύνη.
Εφόσον υπάρχει σπουδαίος απόλυσης, ο εργοδότης οφείλει να αιτιολογήσει την απόλυση γραπτώς και να την κοινοποιήσει στην αρμόδια υπηρεσία της Επιθεώρησης Εργασίας.
Η προστασία παρέχεται στην έγκυο εργαζόμενη ανεξαρτήτως εάν ο εργοδότης γνωρίζει για την εγκυμοσύνη της.
Τα παραπάνω εφαρμόζονται και σε περίπτωση απασχόλησης εργαζομένης με άκυρη σύμβαση εργασίας (σε κατάστημα υγειονομικού ενδιαφέροντος χωρίς πιστοποιητικό υγείας, αλλοδαπής χωρίς άδεια διαμονής κ.λπ.).
Η απόλυση εργαζόμενης, τόσο κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης της όσο και για χρονικό διάστημα 18 μηνών μετά τον τοκετό (ή για μεγαλύτερο χρόνο, λόγω ασθένειας που οφείλεται στην κύηση ή τον τοκετό), απαγορεύεται και είναι απόλυτα άκυρη, εκτός εάν υπάρχει σπουδαίος λόγος γι’ αυτό. Η προστασία από την απόλυση ισχύει τόσο έναντι του εργοδότη, από τον οποίο η έγκυος / τεκούσα έχει προσληφθεί αρχικά, όσο και έναντι του νέου εργοδότη, στον οποίο θα απασχοληθεί μέχρι το πέρας της χρονικής περιόδου προστασίας. Ως σπουδαίος λόγος δεν μπορεί σε καμία περίπτωση να θεωρηθεί ενδεχόμενη μείωση της εργασιακής απόδοσης της εγκύου που οφείλεται στην εγκυμοσύνη.
Εφόσον υπάρχει σπουδαίος απόλυσης, ο εργοδότης οφείλει να αιτιολογήσει την απόλυση γραπτώς και να την κοινοποιήσει στην αρμόδια υπηρεσία της Επιθεώρησης Εργασίας.
Η προστασία παρέχεται στην έγκυο εργαζόμενη ανεξαρτήτως εάν ο εργοδότης γνωρίζει για την εγκυμοσύνη της.
Τα παραπάνω εφαρμόζονται και σε περίπτωση απασχόλησης εργαζομένης με άκυρη σύμβαση εργασίας (σε κατάστημα υγειονομικού ενδιαφέροντος χωρίς πιστοποιητικό υγείας, αλλοδαπής χωρίς άδεια διαμονής κ.λπ.).