Περίληψη: Καταδολίευση δανειστών δια μεταβίβασης επιχείρησης και ψευδορκία μάρτυρα. Εργοδότης μεταβίβασε το σύνολο της επιχείρησής του σε άλλο πρόσωπο για να αποφύγει την εξόφληση οφειλόμενων αποδοχών πρώην εργαζόμενης. Προέκυψε ότι ο κατηγορούμενος γνώριζε την ύπαρξη των οφειλών και σκόπιμα μεταβίβασε την επιχείρηση για να ματαιώσει την ικανοποίηση της απαίτησης της εργαζόμενης. Το δικαστήριο κήρυξε ένοχο τον εργοδότη για καταδολίευση δανειστών και ηθική αυτουργία σε ψευδορκία μαρτύρων.
Δημοσιευμένη σε: Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών NOMOS
ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ
Αριθμός : ΔΤ1.064/2024
ΕΚΘΕΣΗ ΠΡΑΚΤΙΚΩΝ ΚΑΙ ΑΠΟΦΑΣΗΣ
Δ’ ΤΡΙΜΕΛΟΥΣ ΠΛΗΜΜΕΛΕΙΟΔΙΚΕΙΟΥ ΑΘΗΝΩΝ
Δημόσια συνεδρίαση της 19/04/2024
Σύνθεση του Δικαστηρίου: Ευαγγελία – Μαρία Θωμά, Πρόεδρος Πλημμελειοδικών, Ανδρονίκη – Αγγελική Μάστορη, Πλημμελειοδίκης, Αικατερίνη Αλιφέρη, Πλημμελειοδίκης, Μαγδαληνή Λατσινού, Εισαγγελέας Πλημμελειοδικών, Μαρία Δουκάτα, Γραμματέας
Κατηγορούμενοι: 1………. του ……… Παρών (εκπροσωπούμενος από συνήγορο), 2. ……….. του …….. Παρούσα, 3. ……….. Παρών
Πράξεις: Ψευδορκία μάρτυρα, Ηθική αυτουργία σε ψευδορκία μάρτυρα κατά συρροή, Συκοφαντική δυσφήμηση, Καταδολίευση δανειστών, Συνέργεια σε καταδολίευση δανειστών
Παραλείπονται έκθεση πρακτικών, καταθέσεις κ.λπ.
[…]
Στο σημείο αυτό εμφανίστηκε η ………. του ………. η οποία δήλωσε παράσταση προς υποστήριξη των κατηγοριών κατά των παραπάνω κατηγορουμένων. Παράλληλα ανέφερε ότι τα υπ’ αριθμ. ………., ………. και ………. παράβολα του Δημοσίου έχουν κατατεθεί κατά την υποβολή της έγκλησης και δήλωσε ότι διορίζει συνήγορό της, τον παρόντα δικηγόρο Αθηνών Δημήτριο Βλαχόπουλο με AM ΔΣΑ 29922.
Κατά της παράστασης προβλήθηκαν αντιρρήσεις.
[…]
« Ο συνήγορος του κατηγορουμένου Ηλίας Χαμαριάς λαβών το λόγο από τον Πρόεδρο, ανέπτυξε υπεράσπιση του κατηγορουμένου και προέβαλε τους εξής αυτοτελής ισχυρισμούς που ζήτησε να γραφούν στα πρακτικά (άρθρο 141 παρ. 2 Κ.Π.Δ.).
Εκδικάζεται σήμερα ενώπιον του Δικαστηρίου Σας ποινική υπόθεση εις βάρος του κατηγορουμένου για παράβαση των άρθρων 26 παρ. 1 εδ. α’, 27 παρ. 1, 46 παρ.1, 47, 94 παρ.1, 224 παρ. 1 , 363-362, 397 παρ. 1 ΠΚ
1. ΑΠΑΡΑΔΕΚΤΗ Η ΠΟΙΝΙΚΗ ΔΙΩΞΗ ΓΙΑ ΤΟ ΑΔΙΚΗΜΑ ΤΗΣ ΣΥΚΟΦΑΝΤΙΚΗΣ ΔΥΣΦΗΜΗΣΗΣ ΛΟΓΩ ΕΚΠΡΟΘΕΣΜΗΣ ΥΠΟΒΟΛΗΣ ΤΗΣ ΕΓΚΛΗΣΕΩΣ ΚΑΤ’ ΆΡΘΡ0117 ΠΑΡ. 117 ΠΑΡ. 1 ΠΚ
Η εγκαλούσα μηνύτρια (βλ. σελ. 7 της έγκλησης μήνυσης της) με εγκαλεί, επιπλέον, και για το ότι δήθεν την συκοφάντησα με όσα, τάχα εν γνώσει μου, ψευδώς ανέφερα στο δικόγραφο των Προτάσεων μου της 28/09/2018.
Παρ’ όλ’ αυτά, ακόμη κι αν ήθελε υποτεθεί ουσιαστικά βάσιμη η αιτίαση της εγκαλούσας, γεγονός το οποίο αρνούμαι, ρητώς και κατηγορηματικώς (και προς τούτο παραπέμπω και στο ως άνω δικόγραφο των Προτάσεων μου της 28/09/2018 , εντούτοις από την 2/10/2018 , όταν δηλαδή συζητήθηκε η αγωγή της εγκαλούσας και μέχρι την υποβολή της υπό κρίση έγκλησης – μήνυσης της στις 30/01/2019, όπως άλλωστε προκύπτει από την έκθεση εγχειρίσεως στη σελ. 20 αυτής, έχει παρέλθει η αποκλειστική προθεσμία των τριών (3) μηνών εντός της οποίας κατ’ άρθρ. 117 παρ. 1 ΠΚ δύναται ο δικαιούχος να υποβάλει την έγκληση, νομίμως και εμπροθέσμως, από τότε που έλαβε γνώση για την πράξη που τελέστηκε και ως εκ τούτου έχει, σε κάθε περίπτωση, εξαλειφθεί το αξιόποινο της φερόμενης ως πράξης μου της συκοφαντικής δυσφήμησης, η οποία διώκεται αυστηρώς κατ’ έγκληση, (άρθρ. 368 παρ. 1 ΠΚ).»
Συνεπώς, θα πρέπει να απορριφθεί η υπό κρίση έγκληση/μήνυση ως απαράδεκτη κατ’ άρθρ. 47 ΚΠΔ, αναφορικά με το αποδιδόμενο σε βάρος μου αδίκημα της συκοφαντικής δυσφήμησης, λόγω εκπρόθεσμης υποβολής της κατ’ άρθρ. 117 παρ. 1 ΠΚ και κατά συνέπεια εξάλειψης του αξιοποίνου της ως άνω πράξεως».
[….]
Το Δικαστήριο στη συνέχεια, σε μυστική διάσκεψη με την παρουσία και της Γραμματέως του, κατήρτισε και η Πρόεδρός του δημοσίευσε σε δημόσια συνεδρίασή του την ΘΤ1.064/2024 απόφασή του που έχει ως εξής:
ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Από την κύρια αποδεικτική διαδικασία και τα έγγραφα των οποίων έγινε η ανάγνωση στο ακροατήριο, καθώς και από τις καταθέσεις των μαρτύρων κατηγορίας και της μάρτυρος υπερασπίσεως, που εξετάστηκαν νομότυπα στο ακροατήριο, σε συνδυασμό με την απολογία των 2ης και 3ου κατηγορούμενων και την εν γένει συζήτηση της υπόθεσης προέκυψε και το Δικαστήριο πείστηκε ότι ο πρώτος κατηγορούμενος έχει τελέσει τις αξιόποινες πράξεις της καταδολίευσης δανειστών αλλά και της ηθικής αυτουργίας σε ψευδορκία μάρτυρα.
Ειδικότερα αποδείχτηκε ότι η μηνύτρια προσελήφθη την 27-9-2002 με σύμβαση εξαρτημένης εργασίας αορίστου χρόνου από την εταιρία «……» με έδρα τον …… …. , επί της οδού ……….., προκειμένου να εργασθεί ως υπάλληλος, με την ειδικότητα της πωλήτριας, στο ως άνω. Το αντικείμενο της εταιρίας ήταν το εμπόριο ποτών, αναψυκτικών, νερών κι εισαγωγές επαγγελματικού εξοπλισμού και ο …… …… συμμετείχε στη διοίκηση της εταιρίας από το 1997 έως το 2014 και ήταν υιός του προέδρου του Διοικητικού Συμβουλίου , ….. …… και της αντιπροέδρου …… ……. Στις 02-02-2015 η εταιρία σταμάτησε τη λειτουργία της, ενώ με την υπ’ αριθμ. 2047 / 20 – 05 – 2015 απόφαση του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, κηρύχθηκε σε κατάσταση πτωχεύσεως. Ο, …… …… το έτος 2013 ξεκίνησε εμπορική δραστηριότητα σε διπλανό κατάστημα από αυτό της ……, με αντικείμενο την πώληση χύμα οινοπνευματωδών ποτών, ξηρών καρπών και ζαχαρωδών προϊόντων με λιανικό χαρακτήρα. Ουσιαστικά, όμως, κατά την ανωτέρω ημεροχρονολογία( 02 – 02 – 2015 ) η επιχείρηση της …… μεταβιβάσθηκε στο σύνολο της στο …… …… , καθώς μέσα σε ένα Σαββατοκύριακο, η επιχείρηση από την οδό ………..μεταφέρθηκε ως εξοπλισμός κι εμπόρευμα στο διπλανό μαγαζί του, όπως προκύπτει από την υπ’ αριθμ 248/2018 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών Επίσης, μαζί με την υλικοτεχνική υποδομή μεταβιβάσθηκε η φήμη κι η πελατεία της αρχικής εταιρίας «…… Α.Ε.», στο …… …… , αφού αφενός μεν η πελατεία κι οι προμηθευτές της- παρέμειναν ως επί τω πλείστον οι ίδιοι, καθώς η ως άνω ανώνυμη εταιρία δραστηριοποιούνταν για πολλά έτη (από 1998 έως 2011) στον χώρο του εμπορίου , μεταβιβάζοντας κι άρα την τεχνογνωσία στο …… ……, ο οποίος ήταν μέλος του Δ.Σ. της …… από το έτος 1997. Εξάλλου, ο …… …… με την έναρξη της επιχείρησής του απασχόλησε το ίδιο προσωπικό που απασχολούσε η «…… ΑΕ.» και κατά τον χρόνο μεταβίβασης της εταιρίας σε αυτόν η εταιρία είχε ήδη περιορίσει τη δραστηριότητά της στο κατάστημα λιανικής πώλησης, επί της οδού …… με ίδιο αντικείμενο με αυτό της επιχείρησης του πρώτου κατηγορούμενου. Επιπρόσθετα από την κατάθεση της μηνύτριας αποδείχτηκε ότι πρώτος κατηγορούμενος δεν διαθέτει άλλο εμφανές περιουσιακό στοιχείο για την ικανοποίηση των αξιώσεών της, καθώς όλα τα περιουσιακά του στοιχεία έχουν βγει στον πλειστηριασμό και κατά συνέπεια στοιχειοθετείται η αντικειμενική υπόσταση του αδικήματος της καταδολίευσης δανειστών. Περαιτέρω ως προς την πλήρωση της υποκειμενικής υπόστασης αποδείχτηκε ότι ο …… …… ως μέλος του ΔΣ της …… γνώριζε την ύπαρξη οφειλών σε εργαζομένους της εταιρίας όπως η μηνύτρια …… …….., αφού ήταν μέλος του ΔΣ αυτής. Επιπλέον αποδείχτηκε ότι ο ίδιος έπεισε με πειθώ και φορτικότητα να καταθέσουν τόσο η 2η κατηγορουμένη …… …… όσο και ο τρίτος κατηγορούμενος …… …… υπέρ του ψευδή περιστατικά στην αστική δίκη που αφορούσε τις εργατικές απαιτήσεις της κ. …….. αφού και οι 2 ήταν εργαζόμενοί του τόσο στην …… όσο και στην ατομική του επιχείρηση που γνώριζαν ποιοι εργαζόμενοι είχαν εξοφληθεί και ποιοι όχι. Επιπρόσθετα ο τρίτος κατηγορούμενος …… …… είχε και συγγενική σχέση με τον πρώτο κατηγορούμενο, …… …… κι ως εκ τούτου είχε πληρέστερη γνώση αναφορικά με τον εάν έχει εξοφληθεί η απαίτηση της μηνύτριας είτε σε χρήμα είτε σε είδος, όπως σε έπιπλα. Ομοίως είχαν γνώση του ψεύδους ότι δεν χρησιμοποιήθηκε ο εξοπλισμός της εταιρίας «……» στην ατομική επιχείρηση του …… ……. Κατά συνέπεια σύμφωνα με τα αναλυτικά εκτιθέμενα ανωτέρω και οι 2η και τρίτος των κατηγορούμενων θα πρέπει να κηρυχθούν ένοχοι για την πράξη της ψευδορκίας.
Ωστόσο ως προς την πράξη της συκοφαντικής δυσφήμησης για την οποία κατηγορείται ο α’ κατηγορούμενος, θα πρέπει να απορριφθεί η υπό κρίση έγκληση/μήνυση ως απαράδεκτη κάτ’ άρθρ. 47 ΚΠΔ, λόγω εκπρόθεσμης υποβολής της κατ’ άρθρ. 117 παρ. 1 ΠΚ και κατά συνέπεια εξάλειψης του αξιοποίνου της ως άνω πράξεως». Ειδικότερα την 2/10/2018 , όταν δηλαδή συζητήθηκε η αγωγή της εγκαλούσας και μέχρι την υποβολή της υπό κρίση έγκλησης – μήνυσης της στις 30/01/2019, όπως άλλωστε προκύπτει από την έκθεση εγχειρίσεως, έχει παρέλθει η αποκλειστική προθεσμία των τριών (3) μηνών εντός της οποίας κατ’ άρθρ. 117 παρ. 1 ΠΚ δύναται ο δικαιούχος να υποβάλει την έγκληση, νομίμως και εμπροθέσμως, από τότε που έλαβε γνώση για την πράξη που τελέστηκε και ως εκ τούτου έχει, σε κάθε περίπτωση, εξαλειφθεί το αξιόποινο της φερόμενης πράξης της συκοφαντικής δυσφήμησης»
Τέλος αναφορικά με την γ’ κατηγορουμένη, …….. ως προς την πράξη της συνδρομή στην πράξη της καταδολίευσης το δικαστήριο διατηρεί αμφιβολίες ως προς την ύπαρξη δόλου στο πρόσωπό της. Συγκεκριμένα ενώ προέκυψε από την αποδεικτική διαδικασία ότι η επιχείρηση της ………. με το διακριτικό τίτλο «…..» πωλούσε τα ίδια εμπορεύματα με την επιχείρηση του …… ……, ωστόσο στο χρονικό διάστημα που δημιουργήθηκε η ανωτέρω εταιρία, η έδρα της ήταν σε άλλο Δήμο από την εταιρία του ……….. κι επιπρόσθετα επειδή είχε προηγηθεί αποβολή από το μίσθιο του τελευταίου, είχε λόγους να πιστεύει ότι κάποια εμπορεύματα μεταφέρθηκαν στην επιχείρησή της γι αυτό το λόγο. Κατά συνέπεια δεν συνέπραξε στη μεταβίβαση της επιχείρησης του ………, με σκοπό τη ματαίωση της ικανοποίησης της απαίτησής της κ. ……….. κι ως εκ τούτου για την πράξη της συνδρομής σε καταδολίευση θα πρέπει να κηρυχθεί αθώα.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
ΔΙΚΑΖΕΙ παρόντος εκπροσωπούμενου από συνήγορο) του κατηγορουμένου ……….. του ……. και παρόντων των κατηγορουμένων …………. του … και ………. του …………..
ΚΗΡΥΣΣΕΙ απαράδεκτη την ποινική δίωξη λόγω εκπρόθεσμης υποβολής της έγκλησης του ότι: 4. στην Αθήνα, στις 28-09-2018, ο ………. με γραπτό λόγο ενώπιον τρίτου ισχυρίστηκε για κάποιον άλλον γεγονός που μπορούσε να βλάψει την τιμή και την υπόληψή του. Το γεγονός ήταν ψευδές και ο υπαίτιος γνώριζε ότι αυτό είναι ψευδές. Ειδικότερα, με τις από 28-09-2018 προτάσεις του που κατέθεσε αυθημερόν στο Μονομελές Πρωτοδικείο Αθηνών (Ειδική Διαδικασία Εργατικών Διαφορών) επί της από 29- 12-2016 αγωγής (ΓΑΚ …., ΕΑΚ …) της ………. κατά 1. ………….. και 2. …………., ισχυρίσθηκε μεταξύ άλλων για την νυν εγκαλούσα, ……………….. ότι στις 26-06-2015, αποφάσισε να προχωρήσει στην πρόσληψη του ……….. και της ………… και διαβεβαίωσε και τους δύο ότι θα μεριμνούσε για την εξόφληση τυχόν οφειλών που εκκρεμούσαν από την παροχή εργασίας τους στην ………… από κοινού με την μητέρα ……………, υπό την ιδιότητά τους ως Μέλος και Αντιπρόεδρος, αντίστοιχα, του Δ.Σ. της πρώτης των εναγομένων. Ότι προς εκπλήρωση της διαβεβαίωσης αυτής, κατέβαλαν, κατά μέσο όρο, επιπλέον διακόσια ευρώ (200,00 ευρώ) ανά εβδομάδα, σε καθέναν από τους ……. και ……… και μέχρι την ολοσχερή εξόφληση. Περαιτέρω δε, παραχώρησαν σε αμφότερους έπιπλα αξίας άνω των τριών χιλιάδων ευρώ (3.000 ευρώ), τα οποία εκείνοι δέχθηκαν, ενώ η αλήθεια είναι ότι η …….. δεν έλαβε διακόσια ευρώ ανά εβδομάδα και μέχρι την ολοσχερή εξόφληση και δεν πήρε κανένα έπιπλο από τον ………. και τη μητέρα του. Τα παραπάνω ψευδή γεγονότα μπορούσαν να βλάψουν την τιμή και την υπόληψη της εγκαλούσας και ο κατηγορούμενος γνώριζε ότι ήταν ψευδή.
ΚΗΡΥΣΣΕΙ τον 1° κατηγορούμενο ένοχο του ότι: 3. στην Αθήνα, στις 27-09-2018 και 02-10-2018, αντίστοιχα, ο …………. με πρόθεση προκάλεσε σε άλλον την απόφαση να εκτελέσει την άδικη πράξη που διέπραξε. Ειδικότερα, με πειθώ και φορτικότητα προκάλεσε στους …………. και …………την απόφαση να εκτελέσουν την άδικη πράξη της ψευδορκίας μάρτυρα που διέπραξαν, ήτοι 1. Στην Αθήνα στις 27-09-2018, ο ………….., ενώ εξεταζόταν ως μάρτυρας ενώπιον αρχής αρμόδιας να ενεργεί εξέταση για την κρινόμενη υπόθεση, εν γνώσει κατέθεσε ψευδή στοιχεία σχετικά με την υπόθεση αυτή. Ειδικότερα, ενώ εξεταζόταν ως μάρτυρας ενώπιον της Συμβολαιογράφου Αθηνών Ευγενίας Γεωργίου Λεού, με έδρα την Αθήνα, εν γνώσει κατέθεσε τα εξής ψευδή στοιχεία: «…εγώ και η κυρία ……… αφού προηγουμένως αποχωρήσαμε οικειοθελώς από την άνω εταιρεία, προσληφθήκαμε τον Ιούνιο του 2015 από τον κ. …………. Εκεί βρήκαμε ένα έτοιμο κατάστημα… από τη σχέση δε που διατηρούσε ο κ. ……… με την «…………», ως μέλος του Δ.Σ. αυτής, επωφελήθηκε μόνο ένα ψυγείο… ο κ. ………., πέραν από τις συμφωνηθείσες μηνιαίες αποδοχές μας για την εργασία μας στην ατομική του επιχείρηση, μας κατέβαλε, για έναν ολόκληρο χρόνο, επιπλέον διακόσια ευρώ (200,00 ευρώ) την εβδομάδα, προκειμένου να μας εξοφλήσει. Πέραν από τα χρηματικά ποσά, τόσο εγώ όσο και η κυρία ………., λάβαμε από την «…………» έπιπλα, αξίας περί τις τρεις χιλιάδες ευρώ (3.000,00 ευρώ)… Καθώς ήμουν σε όμοιο καθεστώς με την κυρία ………, απ’ όσο γνωρίζω, πρέπει να είχε εξοφληθεί και εκείνη…» Τα παραπάνω ήταν ψευδή, καθώς η εγκαλούσα …………… προσελήφθη την 27-09-2002 με σύμβαση εξαρτημένης εργασίας αορίστου χρόνου από την ανώνυμη εταιρεία με την επωνυμία «……………» και τον δ.τ. «…………….» και από 02-02-2015 μέχρι την παραίτησή της τον Ιούνιο του 2016, συνέχισε να εργάζεται ανελλιπώς στην ατομική επιχείρηση του …………, στον οποίο μεταβιβάσθηκε στο σύνολό της (υλικοτεχνικός εξοπλισμός, εμπορεύματα, φήμη, πελατεία και τεχνογνωσία) η επιχείρηση της ανώνυμης εταιρείας «……………» σε αυτόν. Ο ……… δεν κατέβαλε στην …………. επιπλέον 200,00 ευρώ την εβδομάδα πέραν από τις συμφωνηθείσες μηνιαίες αποδοχές της, για έναν ολόκληρο χρόνο και η ίδια δεν έλαβε από την «………….» έπιπλα αξίας 3.000,00 ευρώ. Τέλος, η …….. δεν έχει πλήρως εξοφληθεί και 2. Στην Αθήνα, στις 02-10-2013, η …… ……, ενώ εξεταζόταν ως μάρτυρας σε δικαστήριο, εν γνώσει της κατέθεσε ψευδή στοιχεία. Ειδικότερα, ενώ εξεταζόταν ως μάρτυρας στο Μονομελές Πρωτοδικείο Αθηνών, κατά τη δικάσιμο της 02-10-2018, κατέθεσε εν γνώσει της ψευδώς ότι α) ο …… …… ήταν εργοδότης της και στις 02-02-2015 δεν έγινε κάτι συγκεκριμένο, αλλά συνέχισαν να ακολουθούν τη ροή της δουλειάς τους, β) ότι ο …… …… πέρα από αν ασχολήθηκε με κάποιο τραπεζάκι ή κάποιο μπρίκι δεν χρησιμοποίησε στην ατομική του επιχείρηση εξοπλισμό ή τεχνικά μέσα ή εμπορεύματα από την «…… Α.Ε.» και γ) ότι η …….. …… αφότου έκλεισε η «…… Α.Ε.» πήγαινε στον …… …… και έπαιρνε τα έναντι της συστηματικά κάθε εβδομάδα. Τα παραπάνω ήταν ψευδή, καθώς α) στις 02-02-2015, η επιχείρηση της «…… Α.Ε.» μεταβιβάσθηκε στο σύνολό της στον …… ……, καθώς μέσα σε ένα Σαββατοκύριακο, η επιχείρηση από την οδό ….. στον …… μεταφέρθηκε ως εξοπλισμός και εμπόρευμα στο διπλανό μαγαζί του …… ……, β) Στον …… …… μεταβιβάσθηκε όχι μόνο η υλικοτεχνική υποδομή, αλλά και η φήμη και η πελατεία της «…… Α.Ε.». γ) Η …….. …… δεν πήγαινε στον …… …… και δεν έπαιρνε τα έναντι της συστηματικά κάθε εβδομάδα, αφότου έκλεισε η «…… Α.Ε.»
5. στην Αθήνα, στις 06-03-2018, ο …… …… οφειλέτης ων εν γνώσει ματαίωσε ολικά την ικανοποίηση του δανειστή του εκποιώντας στοιχεία της περιουσίας του. Ειδικότερα, ενώ γνώριζε ότι ευθυνόταν για ληξιπρόθεσμες αξιώσεις της νυν εγκαλούσας, …….. …… και συγκεκριμένα όφειλε να της καταβάλλει δεδουλευμένες αποδοχές μηνών Μαΐου, Ιουνίου, Ιουλίου, Αύγουστου, Σεπτεμβρίου, Οκτωβρίου, Νοεμβρίου, Δεκεμβρίου του έτους 2014 και μηνός Ιανουαρίου 2015 και αποδοχές μη ληφθείσας αδείας μηνός Αυγούστου του έτους 2014, εκείνος μεταβίβασε στη συσταθείσα στις 06-03-0218 ιδιωτική κεφαλαιουχική εταιρεία με την επωνυμία «…….» με διακριτικό τίτλο «…….» της οποίας μοναδική εταίρος και διαχειρίστρια είναι η συγκατηγορουμένη του …… ……, που έχει τον ίδιο σκοπό και ασκεί την ίδια ακριβώς δραστηριότητα με αυτή της επιχείρησης του …… …… ήτοι εισαγωγή, εμπορία, αντιπροσώπευση, διανομή ή και εξαγωγή οίνων και ποτών αλκοολούχων ή μη ειδών καπνού, χυμών, μεταλλικών νερών, αναψυκτικών, κατεργασμένων ξηρών καρπών, τυποποιημένων ειδών διατροφής κλπ., την επιχείρησή του, κατά την έννοια των διατάξεων του π.δ. 178/2002. Μεταβίβασε, δηλαδή, το σύνολο του υλικοτεχνικού εξοπλισμού της επιχείρησής του και το σύνολο των άυλων αγαθών όπως πελατεία, τεχνογνωσία, φήμη, επαγγελματικές σχέσεις με τρίτους. Με τον τρόπο αυτό, ο κατηγορούμενος αποξενώθηκε από το μοναδικό εμφανές περιουσιακό του στοιχείο και ματαίωσε ολικά την ικανοποίηση των αξιώσεων της εγκαλούσας.
ΚΗΡΥΣΣΕΙ την 2η κατηγορούμενη αθώα του ότι: 6. Στην Αθήνα, στις 06-03-2018, η …… …… πρόσφερε με πρόθεση σε άλλον οποιαδήποτε συνδρομή κατά την τέλεση της άδικης πράξης που διέπραξε. Ειδικότερα, τελώντας εν πλήρει γνώσει της ύπαρξης οφειλής του …… …… προς την …….. …… και της πρόθεσης του …… …… να ματαιώσει την ικανοποίηση των απαιτήσεων της …….. και του γεγονότος ότι ο …… δεν διάθετε άλλη εμφανή περιουσία, προκειμένου η …….. να ικανοποιήσει τις αξιώσεις της, δέχτηκε να μεταβιβασθεί η επιχείρησή του στη «……….», της οποίας τυγχάνει μοναδική εταίρος και διαχειρίστρια. Με τον τρόπο αυτό ο …… αποξενώθηκε από το μοναδικό εμφανές περιουσιακό του στοιχείο και ματαίωσε ολικά την ικανοποίηση των αξιώσεων της εγκαλούσας.
ΚΗΡΥΣΣΕΙ την 2η κατηγορούμενο ένοχη του ότι: 2. Στις 02-10-2018, η …… ……, ενώ εξεταζόταν ως μάρτυρας σε δικαστήριο, εν γνώσει της κατέθεσε ψευδή στοιχεία. Ειδικότερα, ενώ εξεταζόταν ως μάρτυρας στο Μονομελές Πρωτοδικείο Αθηνών, κατά τη δικάσιμο της 02-10-2018, κατέθεσε εν γνώσει της ψευδώς ότι α) ο …… …… ήταν εργοδότης της και στις 02-02-2015 δεν έγινε κάτι συγκεκριμένο, αλλά συνέχισαν να ακολουθούν τη ροή της δουλειάς τους, β) ότι ο …… …… πέρα από αν ασχολήθηκε με κάποιο τραπεζάκι ή κάποιο μπρίκι δεν χρησιμοποίησε στην ατομική του επιχείρηση εξοπλισμό ή τεχνικά μέσα ή εμπορεύματα από την «…… Α.Ε.» και γ) ότι η …….. …… αφότου έκλεισε η «…… Α.Ε.» πήγαινε στον …… …… και έπαιρνε τα έναντι της συστηματικά κάθε εβδομάδα. Τα παραπάνω ήταν ψευδή, καθώς α) στις 02-02-2015, η επιχείρηση της «…… Α.Ε.» μεταβιβάσθηκε στο σύνολό της στον …… ……, καθώς μέσα σε ένα Σαββατοκύριακο, η επιχείρηση από την οδό ….. ….. στον …… μεταφέρθηκε ως εξοπλισμός και εμπόρευμα στο διπλανό μαγαζί του …… ……, β) Στον …… …… μεταβιβάσθηκε όχι μόνο η υλικοτεχνική υποδομή, αλλά και η φήμη και η πελατεία της «…… Α.Ε.». γ) Η …….. …… δεν πήγαινε στον …… …… και δεν έπαιρνε τα έναντι της συστηματικά κάθε εβδομάδα, αφότου έκλεισε η «…… Α.Ε.».
ΚΗΡΥΣΣΕΙ τον 3° κατηγορούμενο ένοχο του ότι: 1. Στις 27-09-2018, ο …… ……, ενώ εξεταζόταν ως μάρτυρας ενώπιον αρχής αρμόδιας να ενεργεί εξέταση για την κρινόμενη υπόθεση, εν γνώσει κατέθεσε ψευδή στοιχεία σχετικά με την υπόθεση αυτή. Ειδικότερα, ενώ εξεταζόταν ως μάρτυρας ενώπιον της Συμβολαιογράφου Αθηνών Ευγενίας Γεωργίου Λεού, με έδρα την Αθήνα, εν γνώσει κατέθεσε τα εξής ψευδή στοιχεία: «…εγώ και η κυρία …….. αφού προηγουμένως αποχωρήσαμε οικειοθελώς από την άνω εταιρεία, προσληφθήκαμε τον Ιούνιο του 2015 από τον κ. …… ……… Εκεί βρήκαμε ένα έτοιμο κατάστημα…από τη σχέση δε που διατηρούσε ο κ. …… με την «…… Α.Ε.», ως μέλος του Δ.Σ. αυτής, επωφελήθηκε μόνο ένα ψυγείο…ο κ. ……, πέραν από τις συμφωνηθείσες μηνιαίες αποδοχές μας για την εργασία μας στην ατομική του επιχείρηση, μας κατέβαλε, για έναν ολόκληρο χρόνο, επιπλέον διακόσια ευρώ (200,00 ευρώ) την εβδομάδα, προκειμένου να μας εξοφλήσει. Πέραν από τα χρηματικά ποσά, τόσο εγώ όσο και η κυρία …….., λάβαμε από την «…… Α.Ε.» έπιπλα, αξίας περί τις τρεις χιλιάδες ευρώ (3.000,00 ευρώ)…Καθώς ήμουν σε όμοιο καθεστώς με την κυρία …….., απ’ όσο γνωρίζω, πρέπει να είχε εξοφληθεί και εκείνη…» Τα παραπάνω ήταν ψευδή, καθώς η εγκαλούσα …….. …… προσελήφθη την 27-09-2002 με σύμβαση εξαρτημένης εργασίας αορίστου χρόνου από την ανώνυμη εταιρεία με την επωνυμία «…… ………» και τον δ.τ. «…… Α.Ε.» και από 02-02-2015 μέχρι την παραίτησή της τον Ιούνιο του 2016, συνέχισε να εργάζεται ανελλιπώς στην ατομική επιχείρηση του …… ……, στον οποίο μεταβιβάσθηκε στο σύνολό της (υλικοτεχνικός εξοπλισμός, εμπορεύματα, φήμη, πελατεία και τεχνογνωσία) η επιχείρηση της ανώνυμης εταιρείας «…… Α.Ε.» σε αυτόν. Ο …… …… δεν κατέβαλε στην …….. επιπλέον 200,00 ευρώ την εβδομάδα πέραν από τις συμφωνηθείσες μηνιαίες αποδοχές της, για έναν ολόκληρο χρόνο και η ίδια δεν έλαβε από την «…… Α.Ε.» έπιπλα αξίας 3.000,00 ευρώ. Τέλος, η …….. δεν έχει πλήρως εξοφληθεί.
Κρίθηκε, αποφασίστηκε και δημοσιεύτηκε αμέσως στο ακροατήριό του.
Στην Αθήνα, την 19/04/2024
Μετά την απαγγελία της ανωτέρω αποφάσεως,
Στο σημείο αυτό ο συνήγορος υπεράσπισης της 2ης κατηγορουμένης και πληρεξούσιος συνήγορος του 1ου κατηγορουμένου υπέβαλλε αίτημα αναγνώρισης των ελαφρυντικών περιστάσεων του άρθρου 84§2 ΠΚ, περιπτώσεις α’ και ε’ στο πρόσωπο των εντολέων του και ο συνήγορος υπεράσπισης του 3ου κατηγορουμένου, αφού ζήτησε και έλαβε τον λόγο, υπέβαλλε αίτημα αναγνώρισης της ελαφρυντικής περίστασης του άρθρου 84§2 ΠΚ, περίπτωση α’ στο πρόσωπο του εντολέα του.
Η Εισαγγελέας, στην οποία δόθηκε ο λόγος, πρότεινε την αναγνώριση της ελαφρυντικής περίστασης του άρθρου 84§2 ΠΚ, περίπτωση α’ στο πρόσωπο του 3ου κατηγορουμένου.
Ο συνήγορος υπεράσπισης της 2ης κατηγορουμένης και πληρεξούσιος συνήγορος του 1ου κατηγορουμένου και ο συνήγορος υπεράσπισης του 3ου κατηγορουμένου ενέμεινα στο υποβληθέν αίτημά τους.
Το Δικαστήριο στη συνέχεια, σε μυστική διάσκεψη με την παρουσία και της Γραμματέως του, κατήρτισε και η Πρόεδρός του δημοσίευσε σε δημόσια συνεδρίασή του την ΔΤ1.064/2024 απόφασή του που έχει ως εξής:
ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Ως προς τον τρίτο κατηγορούμενο …………. ……………….. το Δικαστήριο κρίνει ότι θα πρέπει να του αναγνωριστεί το ελαφρυντικό του προτέρου εντίμου βίου καθόσον από την ανάγνωση του ποινικού του μητρώου δεν προκύπτει ότι έχει απασχολήσει στο παρελθόν τις αρχές και έχει διάγει έντιμο βίο.
Αντίθετα το ελαφρυντικό του άρθρου 84 τταρ.2 α’ και ε’ αορίστως προβάλλεται από την πλευρά όλων των κατηγορουμένων διότι δεν εκτίθενται τα πραγματικά περιστατικά τα οποία οδηγούν στην εκτίμηση ότι οι τελευταίοι έδειξαν καλή συμπεριφορά για μεγάλο χρονικό διάστημα μετά από την τέλεση της πράξης αλλά και κι ότι ο πρώτος και δεύτερη των κατηγορουμένων έδειξαν έντιμο βίο πριν από την τέλεση της πράξης.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
ΔΕΧΕΤΑΙ την αναγνώριση της ελαφρυντικής περίστασης του άρθρου 84§2 ΠΚ, περίπτωση α’ στο πρόσωπο του 3ου κατηγορούμενου.
ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ την αναγνώριση των ελαφρυντικών περιστάσεων του άρθρου 84§2 ΠΚ, περίπτωσης α και ε’ στο πρόσωπο του 1ου και 2ης κατηγορουμένων.
Κρίθηκε, αποφασίστηκε και δημοσιεύτηκε αμέσως στο ακροατήριό του.
Στην Αθήνα, την 14/04/2024
Μετά την απαγγελία της ανωτέρω αποφάσεως.
Η Εισαγγελέας, στην οποία δόθηκε ο λόγος, πρότεινε να επιβληθεί σε βάρος του 1ου κατηγορουμένου που κηρύχθηκε ένοχος ποινή φυλακίσεως οκτώ (08) μηνών για την πράξη της ηθικής αυτουργίας σε ψευδορκία μάρτυρα κατά συρροή και ποινή φυλακίσεως οκτώ (08) μηνών για την πράξη της καταδολίευσης δανειστών, σε βάρος της 2ης κατηγορουμένης ποινή φυλακίσεως οκτώ (08) μηνών για την πράξη της ψευδορκίας μάρτυρα και σε βάρος του 3ου κατηγορουμένου ποινή φυλακίσεως (08) μηνών για την πράξη της ψευδορκίας μάρτυρα.
Ο συνήγορος υπεράσπισης της 2ης κατηγορούμενης και πληρεξούσιος συνήγορος του 1ου κατηγορουμένου και ο συνήγορος υπεράσπισης του 3ου κατηγορουμένου ζήτησαν το ελάχιστο της ποινής.
Το Δικαστήριο στη συνέχεια, σε μυστική διάσκεψη με την παρουσία και της Γραμματέως του, κατήρτισε και η Πρόεδρός του δημοσίευσε σε δημόσια συνεδρίασή του την ΔΤ1.064/2024 απόφασή του που έχει ως εξής:
ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Οι πράξεις για τις οποίες κηρύχθηκαν ένοχοι οι κατηγορούμενοι προβλέπονται και τιμωρούνται από τις διατάξεις των άρθρων 26 εδ’α’, 27 παρ.1,46 παρ.1 47,94 παρ.1 224 παρ.1, 397 παρ.1 ΠΚ
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
ΚΑΤΑΔΙΚΑΖΕΙ τον 1° κατηγορούμενο σε ποινή φυλακίσεως οκτώ (08) μηνών για την πράξη της ηθικής αυτουργίας σε ψευδορκία μάρτυρα κατά συρροή και σε ποινή φυλακίσεως οκτώ (08) μηνών για την πράξη της καταδολίευσης δανειστών, την 2η κατηγορούμενη σε ποινή φυλακίσεως οκτώ (08) μηνών για την πράξη της ψευδορκίας μάρτυρα και τον 3° κατηγορούμενο σε ποινή φυλακίσεως (08) μηνών για την πράξη της ψευδορκίας μάρτυρα.
Κρίθηκε, αποφασίστηκε και δημοσιεύτηκε αμέσως στο ακροατήριό του.
Στην Αθήνα, την 19/04/2024
Μετά την απαγγελία της ανωτέρω αποφάσεως,
Το Δικαστήριο, αφού άκουσε την Εισαγγελέα που πρότεινε να επιβληθεί σε βάρος του 1ου κατηγορουμένου συνολική ποινή φυλακίσεως δεκαέξι (16) μηνών (8μ+4μ+4μ).
Τον πληρεξούσιο συνήγορο του 1ου κατηγορουμένου που ζήτησε το ελάχιστο όριο της ποινής κατά τη συγχώνευση.
ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Κατά τη διάταξη του άρθρου 94 παρ. 1 και 2 του Π.Κ. που κυρώθηκε με τον Ν. 4619/2019 και ισχύει από 1ης Ιουλίου 2019, κατά του υπαιτίου δύο ή περισσότερων εγκλημάτων που τελέστηκαν με περισσότερες πράξεις και τιμωρούνται με πρόσκαιρες στερητικές της ελευθερίας ποινές, επιβάλλεται, μετά την επιμέτρησή τους, συνολική ποινή η οποία αποτελείται από τη βαρύτερη από τις συντρέχουσες ποινές επαυξημένη. Αν οι συντρέχουσες ποινές είναι του ίδιου είδους και ίσης διάρκειας, η συνολική ποινή σχηματίζεται με την επαύξηση μιας από αυτές. Η επαύξηση της βαρύτερης ποινής για κάθε μία από τις συντρέχουσες ποινές δεν μπορεί να είναι μεγαλύτερη από το ένα δεύτερο κάθε συντρέχουσας ποινής, ούτε μπορεί η συνολική ποινή να ξεπεράσει τα είκοσι έτη, όταν η βαρύτερη ποινή είναι κάθειρξη και τα οκτώ έτη όταν πρόκειται για φυλάκιση. Αν τα εγκλήματα που συρρέουν τελέστηκαν με μία πράξη, το δικαστήριο επαυξάνει ελεύθερα τη βαρύτερη από τις συντρέχουσες ποινές, αλλά όχι πέρα από το ανώτατο όριο του είδους της ποινής. Από δε τη διάταξη του άρθρου 96 του Π.Κ., προκύπτει ότι αν συντρέχουν περισσότερες από μία χρηματικές ποινές, η συνολική ποινή που επιβάλλεται αποτελείται από τη βαρύτερή τους, επαυξημένη ανάλογα με την οικονομική κατάσταση του καταδικασθέντος. Η επαύξηση αυτή όμως δεν μπορεί να ξεπεράσει το ένα δεύτερο του αθροίσματος των υπόλοιπων ποινών που συντρέχουν. Αν οι συντρέχουσες ποινές είναι ισόποσες, η συνολική ποινή σχηματίζεται με την επαύξηση μιας από αυτές. Η διάταξη της παρ. 2 του άρθρου 94 εφαρμόζεται και σε αυτό το άρθρο.
Εν προκειμένω, σύμφωνα με την προαναφερόμενη μείζονα σκέψη, το Δικαστήριο κρίνει ότι θα πρέπει να επιβληθεί στον πρώτο κατηγορούμενο συνολική ποινή 16 μηνών, αποτελούμενη από κύρια ποινή φυλάκισης 8 μηνών από την πρώτη πράξη της καταδολίευσης δανειστών και ποινή φυλάκισης 4 μηνών για κάθε μία από τις 2 πράξεις της ηθικής αυτουργίας σε ψευδορκία.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
ΕΠΙΒΑΛΛΕΙ στον 1° κατηγορούμενο συνολική ποινή φυλακίσεως δεκαέξι (16) μηνών (8μ+4μ+4μ).
Κρίθηκε, αποφασίστηκε και δημοσιεύτηκε αμέσως στο ακροατήριό του.
Στην Αθήνα, την 19/04/2024
Μετά την απαγγελία της ανωτέρω αποφάσεως,
Στο σημείο αυτό ανεγνώσθησαν τα από 10/04/2024, 27/02/2024 και 10/04/2024 ποινικά μητρώα των κατηγορουμένων.
Η Εισαγγελέας, αφού έλαβε το λόγο πρότεινε την αναστολή της εκτέλεσης της συνολικής ποινής φυλακίσεως που επιβλήθηκε δυνάμει της προκειμένης αποφάσεως, εις βάρος του 1ου κατηγορουμένου για μια τριετία και την αναστολή της εκτέλεσης της ποινής φυλακίσεως που επιβλήθηκε δυνάμει της προκειμένης αποφάσεως, εις βάρος των 2ης και 3ου κατηγορουμένων.
Ο συνήγορος υπεράσπισης της 2ης κατηγορούμενης και πληρεξούσιος συνήγορος του 1ου κατηγορουμένου και ο συνήγορος υπερασπίσεώς του 3ου κατηγορουμένου, αφού έλαβαν τον λόγο, ζήτησαν να ανασταλεί η εκτέλεση της ποινής φυλακίσεως που επιβλήθηκε εις βάρος των εντολέων τους για μία τριετία.
Ακολούθως το Δικαστήριο, κατόπιν μυστικής διασκέψεως, με την παρουσία και της Γραμματέως του, κατήρτισε και η Πρόεδρός του δημοσίευσε την ταυτάριθμη με την παραπάνω απόφασή του, η οποία είναι η εξής:
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Σύμφωνα με την διάταξη του άρθρου 99 § 1 εδ. α’ του ισχύσαντος έως 30.6.2019 Ποινικού Κώδικα: «Αν κάποιος που δεν έχει καταδικασθεί αμετάκλητα για κακούργημα ή πλημμέλημα σε περιοριστική της ελευθερίας ποινή μεγαλύτερη από ένα έτος, με μία μόνη ή με περισσότερες αποφάσεις που οι ποινές δεν υπερβαίνουν συνολικά το πιο πάνω όριο, καταδικασθεί σε τέτοια ποινή που δεν υπερβαίνει τα τρία έτη, το δικαστήριο με την απόφασή του διατάσσει την αναστολή εκτέλεσης της ποινής για ορισμένο διάστημα, που δεν μπορεί να είναι κατώτερο από ένα και ανώτερο από τρία έτη, εκτός αν κρίνει με βάση ειδικά μνημονευόμενα στην αιτιολογία της αποφάσεως στοιχεία ότι η εκτέλεση της ποινής κατά το άρθρο 82 είναι απολύτως αναγκαία για να αποτρέψει τον κατάδικο από την τέλεση νέων αξιόποινων πράξεων». Η διάταξη του άρθρου 99 § 1 εδ. α’ ΠΚ (ν. 4619/2019) ορίζει ότι « εάν κάποιος καταδικαστεί σε φυλάκιση που δεν υπερβαίνει τα τρία έτη, το δικαστήριο διατάσσει την αναστολή εκτέλεσης της ποινής για διάστημα από ένα έως τρία έτη, εκτός αν κρίνει, με βάση ειδικά μνημονευόμενα στην αιτιολογία στοιχεία, ότι η εκτέλεση της ποινής είναι απολύτως αναγκαία για να αποτρέψει τον καταδικασθέντα από την τέλεση νέων αξιόποινων πράξεων». Από την αντιπαραβολή των δύο διατάξεων προκύπτει ότι η τελευταία είναι ευμενέστερη της πρώτης, δεδομένου ότι πλέον η χορήγηση της αναστολής αποσυνδέεται από την ύπαρξη ή μη προηγούμενων καταδικών, καθώς και του συνολικού ύψους των ποινών που έχουν επιβληθεί. Περαιτέρω, σύμφωνα με την διάταξη του άρθρου 2 § 1 ΠΚ (ν. 4619/2019) «Αν από την τέλεση της πράξης ως την αμετάκλητη εκδίκασή της ίσχυσαν περισσότερες διατάξεις νόμων, εφαρμόζεται αυτή που στη συγκεκριμένη περίπτωση οδηγεί στην ευμενέστερη μεταχείριση του κατηγορουμένου», ενώ κατά την διάταξη του άρθρου 465 του ίδιου Κώδικα «Οι διατάξεις του προϊσχύσαντος Ποινικού Κώδικα για τη μετατροπή της ποινής σε χρηματική ποινή, την αναστολή εκτέλεσης της ποινής και την απόλυση υπό όρο εφαρμόζονται για πράξεις που τελέστηκαν μέχρι τη θέση σε ισχύ του παρόντος». Επομένως, μετά την ισχύ του ν. 4619/2019 εφαρμοστέο τυγχάνει το άρθρο 99 § 1 εδ. α’ του νέου Ποινικού Κώδικα, σύμφωνα με την διάταξη του άρθρου 2 § 1 αυτού, εκτός αν ο κατηγορούμενος έχει λευκό ποινικό μητρώο ή δεν έχει αμετάκλητες καταδίκες με συνολική ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει το έτος, οπότε στην περίπτωση αυτή εφαρμοστέο τυγχάνει ως επιεικέστερο το άρθρο 99 § 1 εδ. α’ του προϊσχύσαντος Ποινικού Κώδικα, στο οποίο δεν προβλέπονται όροι( παρ. 2), τους οποίους το δικαστήριο μπορεί να προσδιορίσει, διαζευκτικά ή σωρευτικά, προκειμένου να χορηγηθεί η αναστολή εκτέλεσης της ποινής.
Στην προκειμένη περίπτωση, οι κατηγορούμενοι, ελλείψει προηγούμενων ποινών δικαιούται να του χορηγηθεί αναστολή σύμφωνα με το άρθρο 99 § 1 εδ. α’ του προϊσχύσαντος Π.Κ., καταδικάσθηκαν με την παρούσα απόφαση σε ποινές φυλακίσεως 16 μηνών, 8 μηνών και 8 μηνών αντίστοιχα για πράξεις που τελέστηκαν στις 27-9-2018 δηλαδή πριν την έναρξη ισχύος του νέου Ποινικού Κώδικα, σε ποινή που δεν υπερβαίνει τα τρία έτη. Επομένως, συντρέχουν στο πρόσωπό τους οι προϋποθέσεις αναστολής εκτέλεσης της παραπάνω ποινής κατά το άρθρο 99 § 1 εδ. α’ του Π.Κ. (ν. 4619/2019), εφαρμοστέο εν προκειμένω σύμφωνα με την διάταξη του άρθρου 2 § 1 του ίδιου Κώδικα.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
ΑΝΑΣΤΕΛΛΕΙ την προαναφερόμενη ποινή φυλακίσεως των οκτώ (08) μηνών που επιβλήθηκε στους 2η και 3ο κατηγορούμενους για μια τριετία.
ΑΝΑΣΤΕΛΛΕΙ την προαναφερόμενη συνολική ποινή φυλακίσεως των δεκαοκτώ (18) μηνών που επιβλήθηκε στον 1° κατηγορούμενο για μια τριετία.
Η Πρόεδρος, τέλος κατέστησε γνωστό στους 2ο και 3° κατηγορούμενους τους όρους με τους οποίους τους χορηγήθηκε η αναστολή της εκτέλεσης της ποινής, που τους έχει επιβληθεί.
Η Πρόεδρος, τέλος κατέστησε γνωστό στον πληρεξούσιο συνήγορο του 1ου κατηγορουμένου τους όρους με τους οποίους χορηγήθηκε στον εντολέα του η αναστολή της εκτέλεσης της ποινής που του έχει επιβληθεί.
Κρίθηκε, αποφασίστηκε και δημοσιεύτηκε αμέσως στο ακροατήριό του.
Στην Αθήνα, την 19/04/2024
[….]